ες, α ο
ο ον
να
ον
Φ. ν
άν ο
ο ο αν. ;
ο,
πα
Φ
ο λαἲ
υπ
ο
οἳ
ο
ο δονν
τ κ
υνεχίζοντας τη σειρά αφιερωμµάτων
στον εΏῆπνικό Λαϊκό ποῆπισμό, που
εγκαινιάστηκε µε το αφιέρωμα των
τευχών 86-8/ στο ρεμπέτικο τρα-
γούδι, επιχειρούµε εδώ µια πρώτη
παρουσίαση του εἠβηνικού θεάτρου σκι-
ών. Το θέατρο σκιών, το «µόνο εᾖβηνικό
θέαϊῖρο σήµερα κατά τον Τσαρούχη, απο-
τεΠεί, µαζί µε το ρεμπέτικο βασικό στοιχείο
του αστικού Λαϊκού ποῆπισμού, καθώς άν-
Όησε κυρίως στα αστικά κέντρα του εὔβη-
νικού κράτους, Γιάιρα-Αθήνα-[]ειραιά, πό-
Πεις που έβγαῆαν και τις αντίστοιχες τρεις
«σχοβές» του ελληνικού θεάτρου σκιών.
Αν ο Λαϊκός ποῆπισμός αντιμετώπισε
στη νεώτερη εποχή περιφρόνηση και υπο-
τίµηση από τις κυρίαρχες εΏί, το θέατρο
σκιών έτυχε ακόµη χειρότερης µεταχείρι-
σης. Μέχρι και τον Μεσοπόῆεμο θεωρή-
Όηκε περιθωριακό θέαμα, ενώ οι καβῇῆι-
τέχνες του θεάτρου σκιών αντιμετώπιζαν
τόσο την κρατική εχθρότητα όσο και την
περιφρόνηση της κοινωνίας (ποββοί ανα-
παβε[θύν, παρόν Και µέῃῆον
Επ
γκάζονταν να χρησιμοποιήσουν ψευδώνυ-
μο, ώστε να µην ντροπιάζουν τις οικογέ-
νειές τους).
Αν και υπήρξαν ποῇῆβοί πνευματικοί άν-
Όρωποι που στήριξαν και ανέδειξαν το θέα-
τρο σκιών, αυτό αντιμετωπίζεται ως και σή-
µερα συχνά µε βαθιά περιφρόνηση, όπως
δείχνει και το άρθρου του Γιάννη Μαρίνου
που αναδημοσιεύουμµε.
Στο αφιέρωμα αυτό δίνουμε τον Λόγο
σε µία σειρά καραγκιοζοπαικτών που επέ-
Πεξαν να διατπρήσουν την παράδοση του
θεάτρου σκιών στα «άγονα χρόνια του µε-
ταποἠπευτικού εκσυγχρονισμού. Τον Γιάν-
νη Βουβῇτσίδη, ο οποίος, µαζί µε την Γε-
ωργία Γιαννοπούβου επιχειρούν από την
ακριική Θράκη να ανοίξουν νέους ορίζο-
ντες στο θέατρο σκιών, ανανεώνοντας την
σκηνική εμφάνιση και την δραματουργία
του, Τον καραγκιοζοπαίκτη αΏβά και ιστο-
ριοδίφπ Ψυχραιμία, κατά κόσμον ΙΚώστα
Καμαριάρη καθώς καιτους Στάθη Λαγκά-
δα, Νικόβα ΑΔεφραγκή και Τάσο Γεωρ-
γίου που ανήκουν στη νεώτερη γενιά καρα-
γκιοζοπαικτών.
Το αφιέρωμα πῄαισιώνουν αποσπάσµα-
τα κειµένων του Μενέμαου Λουντέμη και
του Νίκου ΕγγονόπουβΠου, µια παρουσί-
αση του -εν ποῆῆοίς αγνοηµένου στην Εῆ-
ἠάδα- θεάτρου σκιών της Κύπρου, αναβύ-
σεις του Μιχάξπ Μερακβή και του Γιάν-
νη Κιουρτισάκη, και, τέῇος, δύο κείµενα
του Απόσιοβου Γιαγιάννου και του Νικό-
Πα Δημητριάδη.
{
ον ο
κ
υτό το τέρας της κακομούτσουνης
ωραιοπάθειας µπήκε στι αγω-
νίες µου απρόββεπτα, µια µέρα
που ανακάΒυψα πως ο κόσμος εἷ-
ναι ποβύ άχαρος δίχως τπν Αθήνα,
προπάντων δίχως τῃν αθηναϊκή γειτονιά,
όπου --πάντα- αγέραστος Ζει και τη φαι-
Ὀρύνει ο Μέγας της, ο Αυτοκράτοράς της:
Καραγκιόζης ο Έῆβηνας.
μα
Αν ο Ἰαραγκιόζης δεν ήταν πραγματικά
ένα φραγγέῆιο, µα µόνο ανώδυνο θέαμα,
θα είχε σβήσει από καιρό.
Στο απΠοϊκό και αφεβές -από πρώ-
τη όψη-- αυτό θέατρο, ένας βαθύς ερευ-
νητής Θα έβρισκε ανέπαφα τα δύο σκέῆη
του αρχαίου µας θεάτρου, την τραγωδία
και την κωμωδία και, µαζί, διαγραφόµενη
αχνά, την κοινωνική αποστοἠή τους. Με τν
τραγωδία να εξαίρει την αρετή, την αυτοθυ-
σία, τη γενναιότητα᾽ µε την κωμωδία να µα-
στιγώνει τη φαυβότητα, τη χαµέρπεια, την
απΏηστία.
|.
[Ποια είναι η «στρατηγική» του Πόγου του
Καραγκιόζη; Γρώτα απ᾿ όΒα κυριαρχεί
το απρόοπτο, οι απροσδόκητες συζεύξεις
(«απόψε θα ξεποδαριαστούµε στα γέῆια...»),
καθώς κι αυτά που ο ίδιος Πέει «αβαμπουρ-
νέζικα», αΏΠά που είναι όῆα ποτισµένα από
πικρή θυμοσοφία: («Ποιός κρούει την θύραν
της πύῆηπς µου και σείεται ο κώδων του κω-
δωνοσιασίου µου»). ΓΚάτι τέτοια είναι που
μπερδεύουν τον απεἠέκητο µπαρμπα-[ ιώρ-
ΥΠ Μπῄατσάρα και τον κάνουν ν᾿ αναφωνεί
µε αμηχανία: «Τ{ ἠιέει, ρε, τού έρµου,». [ια-
τί ο καηµένος ο Μπῄατσάρας δε γνωρίζει
τα «περιδιαγραµµάτου» του ανεψιού του. Ο
µπαρμπα-{ ιώργπς ή «Γιώργαρος» είναι µια
9ἡ /άρ.-Λπρ. 201ὸ / άρδῃν
Καραγκιύζης 0
Ἔβπῆπνας
του Μενέξαου Λουντέμη
µορφή της εἠῆηπνικής ζωής, που ήταν αδύ-
νατο να μείνει ανεκµετάῆβευτη απ’ το θέ-
ατρο των σκιών. Δεν μπορούσε, σε καμιά
περίπτωση, να μείνει έξω π κουτοπόνηρη
αφέβῄεια, µα και η άξεστη παβικαριά του. Ο
µπαρμπα-[ ιώργης, σα χαρακτήρας, είναι ο
αντίποδας του Καραγκιόζη -- π Λαϊκή μού-
σα τους συγγένεψε κιόῆας. Είναι, επίσης,
αντίβαρο στη βαναυσότητα του Εεῆπγκέκα.
Γιατί αυτός ο βουνίσιος Γοβιάθ, καθώς ςέ-
ρουµε, δεν Ππροορίστηκε µόνο στο να παθαί(-
νει απ’ τ ανίψι του «χουνέρια». Σωφρονίζει
με τις κατραπακιές του και τον βάρβαρο και
ασύδοτο σωματοφύβακα των πασάδων.
Από την άΜῆπ, πάῆι, µεριά, είναι το
ακόνι, που πάνω του τροχίζει την ατσιδοσύ-
νπ του ο Καραγκιόζης. Να είµαστε, όµως,
δίκαιοι’ ποτέ τα «χουνέρια», που του κά-
νει τ’ άνιψίδι του, δεν είναι κακόψυχα. Αῆ-
Βιώς, ο ήρωας θα ΄Χανε την αγάπη µας. Ο
Καραγκιόζης ξέρει, «εξ ιδίας πείρας», ότι
ο µπάρµπας του είναι «σπάγκος». τέρει
ακόµη ότι κοβυμπάει στα ἠιγδιασμένα ἣε-
φτά. Κι αυτό τον δαιµονίζει και γι’ αυτό δεν
αφήνει ευκαιρία που να µπ σιπῆιτέψει την
παραδοπιστία του. Γιοτέ όµως «προς {δι-
ον όφεβος». Ο ίδιος αρκεῄαι σ’ ένα κῄει-
δοπίνακο µε τουβουμοτύρι και σε µια τσα-
πέβα συκαρέῆια. Γενικά, ο ΙΚαραγκιόζης
κράτησε στο ύψος της την πείνα του φτω-
χού. Είναι ο αιωνίως αδέκαρος αἢβά κιο
αιωνίως «ανώτερος χρημάτων». Ο αιωνίως
πεινασµένος αΏβά και ο αιώνιος μυκτηρι-
στής της πείνας του. Νικάει. Και µάβισια
πάντα µε γβίσχρα µέσα. Γιατί είναι Φφακι-
ρικής αντοχής και ασκητικής οβιγάρκειας
άνθρωπος. Του φτάνει µόνο να θυσιάζεται.
γαι θυσιάζεται για το τίποτα --μα το µεγαβο-
ποιεί-- ή και για κάτι µεγάβο, µα το γεβοιο-
ποιεί. [όσο µας θυμίζει αυτό κάτι ιδαΏγούς
ποΏθύ ταπεινής καταγωγής και κάτι ιππό-
τες της Μάντσας στην πιο συγκινητική τους
μορφή' ό έρωτας της ωραίας από έναν τε-
ραιώδικης ασκήµιας άνθρωπο' δεν εννοώ
τον έρωτα του ΙΚουασιµόδου µε την Εσμε-
ράῇδα, αἢβά τον έρωτα του Ιςαραγκιόζη µε
την ωραία Εβένη.
Εδώ ο θεατής βρίσκεται ξαφνιασµένος
σ᾽ έναν κόσµο, όπου σωνιπρούνται τα Ππα-
νάρχαια σύμβοῆα, εκείνα που αργότερα θα
περάσουνε στον Θερβάντες και στον Ου-
γκώ, µα που όῆα ξεκίνησαν απ’ το Θερσί-
τη. Γ]οβῆές φορές µας έρχονται παραῦδαγ-
μένα, δεν ξεµακραίνουν όµως ποτέ απ’ το
αρχέγονο πρότυπο. Ο ήρωας δεν είναι στα-
τικός, περπατάει µες στους αιώνες, περνά-
ει απ᾿ το να χέρι στο άῆῆο, το υπόβαθρο
όµως µένει πάντα αναἠβοίωτα το ίδιο.
[ενν)
Αν δοκιµάζαµε να εμβαθύνουμε στην Ψυ-
χοβογία του Καραγκιόζη, θα ββέπαμε, ξαφ-
νιασµένοι, ότι το απΠοϊκό, από πρώτη όψη,
αυτό πρόσωπο διαθέτει σοβαρά και σύν-
θετα στοιχεία, που Θα άντεχαν και στην Πιο
απαπητική κριτική ανάῆυσῃ. Γιάρτε την πτω-
χαΏαζονεία του -- σύηβῆπψη που δείχνει,
κατά τη γνώµη µου, βαθιά ψυχοβογική ευ-
ρηµαιικότητα. Αν όµως π πιωχαθαζονεία
αυτή ήταν σχηµατική, Χωρί5 σατιρική πρό-
θεση, θα καταντούσε αποκρουσιική. Γιατί ο
Καραγκιόζης εδώ δεν παίζει. Σατιρίζει ανε-
Πέητα. ία ποιούς; Τους ξιπασιάρηδες, τους
ψωροπερήφανους, όπως τους Πέει ο ᾖαός.
ΑΗΒά δεν αρκεῄαι µόνο σ᾿ αυτό. Τότε τί
δημιουργός χαρακτήρων θα ήταν; Η παῆέ-
τα του χωράει οΠόκῆπρη την γκάµα. Με το
Χατζπαβάτῃη, π.χ., σατιρίζει τη δουΠοπρέ-
πεια και την αυβοκοβακεία. Με τον πασά,
το σκἠπρό δεσποτισµό και την άγνοια του
άξεστου ισχυρού. Με το Βεῆπγκέκα, την
κρατική αυθαιρεσία και τον ασύδοτο ετσι-
Οεβισμό. Με το Μορφονιό, το ναρκισσισµό
και την ωραιομανία, µε το Σταύρακα, τον
κούφιο Πεονταρισμό κτῇ. κτῇ.
[.ν.]
Συνηθίσαµε να ββέπουμε τον Μαραγκιόζη
από κάπως Ποξή οπτική γωνία. Αν όµως
αποφασίζαµε να κάνουµε µια σοβαρότερη
προσπέβαση στο χαραχτήρα του, θα µένα-
µε κατάπῆηχτοι.
Ο ήρωάς µας δεν είναι καθόβΠου στατι-
κός ή µονόπΠευρος. Απεναντίας είναι πο-
Πύμορφος και ποβυεδρικός. Συνεχώς πο-
ρεύεται, προσαρμόζεται στα νέα ήθη, βρί-
σκει κι αυτωνών την αχίμβεια πτέρνα και τα
καυτηριάζει. Όῆα όµως τα ββέπει µε περι-
παιχτικό µάτι και τα σχοβιάζει µε µια γἠώσ-
σα τσουχτερή και πιπεράτη Αριστοφάνη!
Ωστόσο Π σατιρική του διάθεση δε στα-
µαιάει στα νόµιµα πῄῆαίσια. Γιοῦβές φορές
µπήγει κεντριά και στον εαυτό του. [Ἰαΐίρνουν,
δπβαδή, τα σκάγια και τον ίδιο. Μ΄ άββα Δό-
για δε µασιιγώνει µόνο, µα και αυτομασιιγώ-
νεται.Ένα σωρό παραδείγματα έχουµε πάνω
σ᾿ αυτό κι όῆα είναι γεµάτα Λαϊκό χυμό:
-Ῥε µπάρμµπα..., Λέει στον ψωμά, που
καμαρώνει τα ψωμιά του. Τίνος είν᾿ αυτά
τα καρβέῆια;
-“Δικάμου... Βέει ανύποπτος ο άνθρωπος.
--Δικά σου; ξεφωνίζει, γουρβώνοντας τα
µάτια, ο ΙΚαραγκιόζης. |Και δεν τα ἴρως;
Αυτό για την αιώνια πείνα του’ κι ένα άἢἢο
για την αιώνια ξιποῆησιά του: Ο ἠρωάς µας
ξεκινάει για τον πόῆεμο. Είναι κεφάτος, γε-
µάτος ποβεμικό µένος. Τραγουδάει. Κάπο-
τε όµως εµφανίζεται µπροστά του ο εχθρός.
Είναι πάνοπῆΏος. Με σπάθες, ποβυβόῆα,
αυτόματα, µπιστόβια. Του Καραγκιόζη όµως
δεν ιδρώνει τ αφτί του γι αυτά. Ώσπου η
µατιά του πέφτει στα πόδια των εχθρών.
Όλβοι φορούν κάτι αρβύῆες γεμάτες πρόκες.
-υ)ὺ) Μανούβα µου... φωνάζει. Αυτοί θα
μας... παϊήσουνε!
Όπως ββέπετε, ο καθένας νοιάζεται γι’
αυτό πού τον πονάει.
Αποσπάσματα διάΠεξης του Μενέβαου
Λουντέμη για το Θέατρο Σκιών, Ππ οποία
εκδόθηκε µετον τίῇο Καραγκιόζης οἙῆ-
Πηνας,το 1981 απότιςεκδόσει5Δωρικός.
αφιέρωμα: Οέαιρο 2ηπών ΕΕ
0 Καραγκιόζης
όνα ε[ῆηνική θέατρο σκιών
Καραγκιόζης είναι ο γνήσιος Θε-
ατρικός εκπρόσωπος τῃ5 Μαϊκής
ψυχής, των Λαϊκών τάσεων και δια-
θέσεων, των Λαϊκών πόθων κι επι-
Ουμιών. Με ποββή κομψότητα, µε
ποῆβή διακρπικότητα, αΏβά και µε αρκετή,
ενίοτε, δύναμη. ΜΝΙ᾽ αυτή τη συνήθεια που
έχουµε, του «ποιος είσαι συ και ποιος εἷ-
μαι γω», εδώ όπου ο καθείς έχει µια τόσο
βαθειά, και πόσο εὔθικτη, συνείδηση της
«ανθρωπίνης του αξιοπρεπείας», κι όπου
στο ίδιο µέρος είναι ποβύ φυσικό να εμ-
φανισθούν, ταυτόχρονα, πΏάι πΏῆάι, ένας
δισεκατομμυριούχος εφοπῇῆισιής ή µεγα-
Ποβιομήχανος και διακόσιοι τόσοι φουκα-
ράδες, τα επεισόδια του ΙΚαραγκιόζη δια-
τραγωδούν τα μαρτύρια του κοσµάκη και
τις βασανισµένες του προσπάθειες «ναν τά
βγάῆπ πέρα», «ναν τα ξεκεφαβώση». Α5 µη
μας γεῆούν οι μορφές του πασσά, των Θυ-
γατέρων του (οι βεζυροπούῇες), οι αυβικοί
του (αυβοκόῆακεςξ) και οι ἠοιποί που τον
ακολουθούν. Δεν είναι κανένα κατάΠοι-
Πο, όπως είναι φυσικό να το φαντασιή κα-
νείς, της «προεβεύσεως» τού ΙΚαραγκιόζη.
Απούσιατα συγκαβύπτουν τΏ µορφή του
«κακού πἠουσίου» του Ευαγγεβίου, του
σκἠπρού, του άκαρδου, του φιΠπάργυρου,
του ακαταΒόγιστου, που βασανίζει τους
αδυνάτους που είχαν την ατυχία να πέσουν
στα νύχιατου, ενώ πιστεύει, καιτο διαβαῆεί
µεγαβόφωνα, πως είναι δίκαιος και αΠάν-
0αστος, αγαθός και πονόψυχος!
Ο εἠβηνικός Καραγκιόζης είναι βαθύ-
τατα πατριώτης, γνώστης των αρετών και
των παραδόσεων της Φυβής. Όμως αδια-
φορεί για την πατρίδα και την καταγωγή του
δυνάστΠ, αρνείαι να του αναγνώριση, µε
κάθε τρόπο, οποιαδήποτε ειδική εθνικότη-
του Νίκου ΕγγονόπουβΠου
τα και τον απωθεί, απΠούστατα, στη γενική
συνομοταξία των «Τούρκων». Δίχως να εἷ-
ναι µισαβΠόδοξος ή ξενόφοβος, ο Ἰαρα-
γκιόζης µας εφαρμόζει, µε τον τρόπο του,
τη ρήση του παθαιού φιβοσόφου: «Να αντι-
τάσσεται η βία στη βία».
Ο Καραγκιόζης, σαν κάθε Παϊκή τέχνη,
εξεῆίσσεται σύµφωνα µε τη δύναμη του
εκάστοτε τεχνπου που τον δουΒεύει. ΓΊρο-
χώρπσε, και πΏούτισε και τράνεψε, Χάρις
στους µεγάβους καραγκιοζοπαίχτες του
παρεῄθόντος, σαν τον µεγάΠο Δεδούσα-
ρο, ἴον Μίµαρο, και τόσους άῆΠους. Τώρα
περνάει µια κρίση «ακαδημαϊσμού». Ακόμη
κι ο καραγκιοζοπαίχτπς Μόῆῆας, που δεν
ήταν κι από τους χειρότερους, δεν κατάφε-
ρε να ενσωμµαιώσει απόῆυτα τους νέους
τύπους που δημιούργησε στο σύνοΏο του
κἠασσικού, πια, ΙΚαραγκιόζη. ἴΚι ενώ ο ΙΚα-
ραγκιόζης, παβαιότερα, αντΏούσε πβούσια
από την επικαιρότητα, ούτε νέο τύπο Ππρο-
σάρτησε πΒέον, ούτε γεγονότα, σαν την εµ-
φάνισηπ µέσα στην ιστορία της Εἠβάδος του
επάρατου ΧπΠερ, µπόρεσε ν᾿ αξιοποιήση.
Στι5 τόσο δύσκοβες συνθήκες που
αντιμετωπίζει πάντα κάθε πνευματική επι-
δίωξη, τιµή ιδιαπερη αρμόζει στους εᾖα-
χίστους5 σήµερα ΙΚαραγκιοζοπαίχτες, που
διατπρούν ανιδιοτεβώς, πρωικά, πεισµα-
τάρικα, την παράδοση του εἡβηνικού θ6ε-
άτρου σκιών. Οι θυσίες τους αξίζουν |δι-
απερη έξαρση, γιατί κι αυτή η πρόσφατη
ανταπόκριση των «κοσμικών κύκβων» στη
γοητεία τῃ5 οθόνης του ΙΚαραγκιόζη δε
σηµαίνει και σπουδαία πράγματα.
Απόσπασμα από το ομώνυμο βιβῆίο
(εκδ. Ύψιβον, 1981). Πρωτοδηµοσι-
εύθηκε στο περιοδικό Λωϊός, το 1969.
του Γιάννη Βουβῇῃτσίδη
αι πόσο διαφορετικός απ’ τον πα-
Πιό; Ίκαι γιατί πάση θυσία διαφο-
ρετικός; Αν σηκωθεί των Φαινο-
µένων ο πέπῆος --Πέει ένας μυσιι-
κός-- Θ) αποκαθυφθεί ο χώρος της
ενότητας. Ο Καραγκιόζης ο ορήζιναῆ, παρ᾽
όῆα τα καινούργια κουστούμια που φέρνει
ο Χρόνος, µέσα, παραμένει ένας και αυ-
τός. Το αρχέτυπο σύμβοῆο κατακρήμνι-
σης κάθε παγερής σύμβασης που εµποδ(-
Ζει την ζωή να πάρει µπροστά. «Ένα γέβιο
μας θα σας κάψει» είναι ένα από τα νεότε-
ρα συνθήματα των τοίχων στις µεγαΒουπό-
Πεις, των τοίχων που επιμένουν να σκέπτο-
νται και να συσκέπτονται και να φιΠοξενούν
τα άγραφα που απορρίπτει η οἡιγαρχία της
πἠπηροφόρησης.
πν
Ρ
Ο Καραγκιόζης κατά ένα µεγάΒο µέρος εί-
ναι ο καραγκιοζοπαίχτης του και κατά ένα
άθλο επίσης ο κόσµοςτου. Ο Καραγκιόζης
δίνει και παίρνει Πόγο, αµεσοδηµοκρατικά
--εδώ π έννοια του «κοινού» δεν υφίσταται.
Ο Καραγκιόζης της κατανάβωσης'! εἷ-
ΣΟ Καραγκιόζης της κατανάβωσης έχει δύο εκδοχές:
σαν θέαµα ανώδυνο και σαν ρεκῆάμα ποβυεθνικών.
Ο Θανάσης ο Σπυρόπουῇβος π.χ. διαφήµιζε µια ποῇυ-
εθνική κινητής τηβεφωνίας, παβαιότερα, ο Ευγένιος
ναι ένα σύγχρονο «μπέιµπι πάρκινγκ» για
να παρκάρει ο άῆβος το παιδί του µια ώρα
και να συνεχίσει το σόπινγκ ή τον καφέ του
ανενόχβητα... Το ίδιο είναι και ο µουσει-
οποιπµένος Καραγκιόζης, όπου του έχει
αφαιρεθεί από µέσα η αγωνία για το τώρα
κι είναι κάτι που αφορά το πως δήθεν ήταν
η ζωή παβιότερα.
Υπάρχει, όµως, κι ένας άῆΠος ΙΚίαρα-
Υκιόζης, ακόµπ παρών και συνήθως υπό-
γειοςδ, που µπορεί µε τη χάρη του νερού να
χωθεί παντού, ακόµη κι εκεί που δεν τον
σπέρνουν. Το καῆύτερό του είναι σε φιβό-
ξενα σχοβεία, µε δασκάΒους που νοιάζο-
νται τι βάζουν µέσα στα κεφάβια των παι-
διών τους, σε Ψψιβιασμένες γιορτές και ιδί-
ως σε σύγχρονα καφενεία, όπως στήνονται
Σπαθάρης µια οἡβανδέζικη εταιρεία καφέ και γάβα-
κτος. Ο άῆβος τρόπος ευνουχισμού είναι ο ΙΚαραγκιό-
Ζη5 που εισάγουν σε χώρους σαν το Μέγαρο Αθηνών.
Ένας μουμιοποιηµένος ΙΚαραγκιόζης όπου φυσικά δεν
μπόρεσε, αξ πούμε, να εξασκήσει την σάτιρα κατά της
διαπΠοκής των ισχυρών. ΆῆΠο μέγαρο και άἢΠο πα-
ράγκα: ΊΚαι συµβοβικά βρίσκονται πάνω στον µπερντέ
αντίθετα. Αυτός που βάζει τον (Καραγκιόζη στο Μέγα-
ρο, καἠύτερα να τον βάᾷει εκεί που ξέρει... (Κάποτε
Ζήτησαν και από µένα να παίξω Μαραγκιόζη εκεί αθβά
αρνήθηκα γιατί ζήτησαν να κρατήσουν τα δοντάκια του
στην είσοδο Ο περισσότερος κόσμος που µισεί τον
Καραγκιόζη σήµερα είναι διότι ήρθε σε επαφή µόνο
µε την ευνουχισμένη του όψη.
τεΠευταία πάῆι παντού, αποβάμβοντας τη
Πογική του πρεφάδικου και τη Πογική της
Πάντα ανοιχτής ΤΝ σε περίββεπτη θέση.
Όπου πάβι δεν είναι ντροπή να απευθυν-
θείς στον «Θεό» άγνωστο σαν σε γνωστό,
ϱ) ανάψει µια ζωπρή κουβέντα και γῆέντι.
Μέσα σ᾿ ένα ἤπό κΒίμα και µε Λαϊκές τι-
μές, για να µπορείς κι ένα κέρασµα στο
διπῆανό τραπέζι. Τέτοιοι χώροι, κρυφά φα-
νερά σχοῄειά, δημιουργούνται πάβι παντού
και είναι Π Χαρά του Καραγκιόζη του δικού
μας, διότι τίθεται και εκτίθεται ενώπιον ενός
Ζωηρού κόσμου που µπάφιασε µε την συµ-
µαζεμένη τυπική συμπεριφορά σε δηµόσι-
ους χώρους και θέῆει τῃ φωνή και τη σι-
ωπή να επανέῆθουν µε το ειδικό τους βά-
ρο5. Εγώ βρίσκω τέτοια καφενεία και µε
βρίσκουν, έῆα να δεις και να σε δούμε, δεν
μας ενδιαφέρει η πΒικία σου, µόνο ο βαθ-
μός... υγρασίας σου”!
-
Τον μύθο του Οιδίποδα τον σέβοµαι περισ-
σότερο από οποιονδήποτε άλλο. Οφείβου-
µε να σκοιώσουµε αυτό που µας γέννησε,
ὃπβαδή να απογαβακτιστούµε. Μία κουβέ-
ντα Λέει πως τον παππού σου να τον σέρε-
3Υπάρχει και π άλῆπ καΒή περίπτωση, να έχεις στήσει
έναν δικό σου χώρο, όπως εμείς τον «Μικρό Διάκο-
σµο» στον Ίμερο Ροδόπης.
σαι αΏΠά να µην τον κάνεις καπέΒο. Την
είπα κάποτε δηµόσια και στον Χρόνη τον
Απδονίδη (το πιάσατε το υπονοούµενο).
Οφείβουµε να μµιπάμε για δημιουργό
και όχι για καἠῆιτέχνη. Ο καἠβιέχνης µπο-
ρεί να είναι και ένα ανώδυνο πιστό αντίγρα-
φο αυτού που προηγήθηκε. Στον ὃδηµιουρ-
γό όχι µόνο δεν αρκεί κάτι τέτοιο, αἡδβά εί-
ναι και σε διαρκή αντινοµία µε τον εαυτό
του και τον κόσµο. Γ]όσοι «παιροκτόνοι»
πέρασαν από το Θέατρο Σκιών; Σίγουρα ο
Μίµαρος, στις αρχές του 205) αιώνα. Ανα-
νέωσε κύρια την δραματουργία του Καρα-
γκιόζη, παίρνοντας βέβαια υπ᾿ όψιν του τι
συνέβαινε σε ιστορικό χρόνο (τον διαχωρί-
Ζω από τον ζωικό χρόνο που κινούνται οἱ
περισσότεροι) εκείνη την εποχή γύρω του.
Ο Μίµαρος πήρε τα μηνύματα της εποχής
του και σιάθηκε σαν πραγματικός ιερέ-
αξ της παράγκας του ΙΚαραγκιόζη από την
πΠευρά της αυτάρκειας και της ἠιής αι-
σθητικής και πθικής που ὃπμιουργεί -- στο
Πίγο, το ποΏύ. ἵΚαι δεν παρασύρθπκε από
τον άκρατο µιµητισµό κάποιων, που ήρθε
από αΏΠού και θέῆπσε πάση θυσία να µας
επιβῆπθεί σαν κάτι μοντέρνο, γιατί έτσι βό-
Πευε έναν ντόπιο µεταπρατικό καππαθισμό
που ήθεῇε και θέῆει να επιβάῆῇει τι5 αξί-
ε5 του να καταναΠώνεις χωρίς να παράγεις
ή, το χειρότερο, του να Ζεις για να κατανα-
Πώνεις.
Ο Καραγκιόζης έμεινε και εµμµένει στις
αξίες που Λένε πως το υβικό της νέας οι-
κοδοµής είναι οι αρχαίες πέτρες και µε πέ-
ντε πέτρες και µια κἠηματαριά µπορώ να
σου στήσω ένα σππάκι που να Χαίρεσαι να
το Ζεις και να σε Ζει. Με το «Πίγο απ’ όῆα»,
ερηµοσπίης και ποβυτεχνίης, ἠπός ψαράς
μα και σπορέας, και ουχί επαίης (πρώ-
ην δανειοβήπτης δηΠαδή), καταφέρνει το
«άκΠαυτον και Ζωπρόν» της Ζωής να το
κρατά στο σωστό ύψος. Μαϊμού αΏβότρι-
ων καταστάσεων και παθών δεν έγινε ποτέ
και δεν πρόκειται να γίνει. Γι΄ αυτό είναι πο-
Πεμικός µε ό,τι ευτεβίζει τη ζωή, προσέχο-
ντας πάῆι να προσβάββει τον ρόβο, Πποῖέ το
Πρόσωπο.
Δ
Όυτι δεν µπορείνα ενσωματώσει το «σύστη-
µο το αποσιωπά. «Σύστημα» µπορεί να εἷ-
ναι το κάθε τι που το συνέχειτο προσδοκώ-
µενον Ιδιοτεβές συμφέρον, µέσω µιας ανί-
ερης ἱερής Συμμαχίας. Οποιοσδήποτε είναι
µέβος σε µιατέτοια εγκἠπματική οργάνωση
(και δεν είναι µόνο όσοι µασάνε σαν όνοι -
οι µασόνοι), οποιοσδήποτε προσδοκά γρή-
γορη προβοῆή και αναρρίχηση µέσω βδε-
Πυρών συσχετίσεων -δειβά ανθρωπάκια-
πετυχαίνοντας, έτσι, την καιαβαράθρωση
της αξιοκρατίας. Γ]ῆέον, µπροστά στην κοι-
νωνία δεν μπαίνουν οι άξιοι αΏΠά οι δικτυ-
ωὠμένοι:
-Γως έφθασες εδώ ψΨπῆΒά, σαβίγκαρε;
--Έρποντας και γηείφοντας!
Οι εγκἠηματικές αυτές οργανώσεις, µε µια
ιεραρχία στρατιωτικού γραφειοκραιτικού τύ-
που, σκΏπρού και νεκροφιβικού χαρακτή-
ρα, πετυχαίνουν, µέσω τῃς5 δύναμης που
συγκεντρώνουν. Συνήθως Πεπουργούν µε
τη Πογική των καρτέῆ: Αυτός που έχει το
Μέγαρο Αθηνών έχει και δυο-τρεις εφη-
μερίδες, τρία-τέσσερα περιοδικά και ρα-
διόφωνα, εκδόσεις, κανάβια για ΤΝ, κανά-
ἥια για σοβωμούς, ξενοδοχεία, εργοῆαβίες
δημοσίων έργων κ.ᾖπ. Γ]οιός κατουρηµέ-
νο, σκατόκωῆος που κάνει κρα για καρέ-
κῆα θα του αντισταθεί; Όῆα από εκεί περ-
νάνε. Ἐξαγοράζουν κυβερνήσεις, υπουρ-
γούς, παρα-υπουργούς, τρεχάµενους, πα-
ρατρεχάµενους, έχουν ανθρώπους σε όῆα
τα κόμματα εξουσίας, ασχέτου χρώματος.
Το χρήμα, η προβοβή, π κοινωνική αναρρί-
χηση, οι θέσεις εξουσίας είναι αγαπητά πα-
ντού. Ένας «σοβαρός» διανοούμενος, καῆ-
ἠιέχνης, πανεπιστημιακός, Πποήπικός, αν
ΘέΠει να γίνει «κάποιος», πρέπει να περά-
σει από τον Πάκκο µε τα σκαῖά. |Και ποιός
είσαι εσύ που Θα τους πας κόντρα; ΕΜέγ-
χουν επιτροπές σε υπουργεία», πανεπιστή-
µια, µουσεία, αίθουσες θεάτρων και συ-
ναυβιών, προγράµµατα ευρωπαϊκά, επιδο-
τήσεις. Το ένα χέρι νίρει τ’ άἢβο και τα δυο
μαζί τον διάοβο!
ὃ Μόνο ένα παράδειγµα ονοµασιικό θα δώσω και θα
αντιβπφθεῄε του Λόγου το αβπθές. Ο Λάμπρος ο Λιά-
βας, ας πούμε, σε πόσες θέσεις θεσίης είναι; [Πανε-
πιστηµιακός, διευθυντής µουσείου, µόνιµη εβδομαδι-
αία εκπομπή στην ΕΡΤ, ραδιόφωνο στην Εκκβἠησίατης
Εβῆάδας, αρχιστέβεχος στον όµιβο του Μεγάρου, δι-
οργανωτής κοβοσσιαίων φοἠκβορικών παραστάσεων,
µέβος της επιτροπής επιδοτήσεων του Ὑπουργείου
[Ποβπισμού... Δεν κρίνουμε εδώ αν είναι άξιος, αἢβά,
σε µια Εἠβάδα που μαστίζεται από ανεργία, είναι ο
μοναδικός άξιος για τα τόσα που κατέχει και κάνει;
Είναι απΏά Ζήτημα δικαιοσύνης, όχι τυπικής αἢβά ου-
σιαστικής. Δεν µιβάμε για Ρωμαϊκό Δίκαιο, Φαρισαίοι
µου, αἡβά για δίκαιο.
αφιέρωμα: Θέατρο Λ/κιών
ο µόνος σου
δρόμος για να
έχεις δρόμο
µπροστιά σου είναι
να κρατάς τα πα-
νιά της σκού-
νας σου ανοι-
χιά και τον
γάιδαρό σου
φορτωμένο,
να µην σε πε-
τυχαίνουν σε ένα
µέρος, να µην
είσαι αναγκα-
σµένος να ζή-
σει σε ένα
µέρος, από
ένα µέρος
(γιατί θα χά-
σεις την εξευ-
θερία σου), αββά
σαν το τρεχούμενο
νερό να ξεφυτρώ-
νεις
σαν
πίδα-
κας
εκεί
που δεν
σε περιµέ-
νουν και να εξαφανίζεσαι πάῆι σε υπόγεια
ρεύματα µέχρι να ξαναγίνεις ανώγειος την
καιάΒῆπῆῃ στιγµή.
Σε τέτοιες συνθήκες άκρατης ξπρασί-
αξ και εΠέγχου από τις διάφορες εγκῆη-
µατικές και συνήθως «ευυπόῆππτες» συµ-
µορίες, που έχουν διεισδύσει παντού στον
δημόσιο και ιδιωτικό τοµέα, µόνο αν µετα-
κινείσαι συνέχεια θα μπορέσεις να αποφύ-
γεις να γίνεις σταθερός στόχος. Οι χώροι
αυτοί, οι ανεξάρτπτοι σε βρίσκουν και τους
βρίσκεις, γιατί αν έχει δουῇειά σ᾿ αυτόν τον
πΠανήτη το κακό, δουβειά έχει και το καΠό
και ξέρει να στήνει τα δικά του στέκια και
συνεργεία.
Ε
Ισχυρίζονται, βέβαια, κάποιοι πως ο ἸΚα-
ραγκιόζης πέθανε, διότι πέθανε το ιστορι-
κό πἠαίσιο που τον γέννησε και µπῆα µπῆα
μπῆα... Το κανατάκι παΒιό, το νεράκι όµως
µέσα φρέσκο Ο Καραγκιόζης σου Προ-
σφέρει αυτή τη δυνατότητα, όταν είσαι πρό-
Οφεΐλουμε να σκοτώσουµε αυτό που µας γέννησε, ὁπλαδή να απογαλακτιστούµε. Μία κουβέ-
ντα λέει πως τον παππού σου να τον σέβεσαι αλλά να µην τον Κάνεις Καπέλο.
σφορος, έτοιµος από καιρό να αἡβάξεις και
να µεταββάξεις πράγματα. Όταν πεθάνει η
φτώχεια, Π αδικία, π εκµειάῆβευση, τα Θέ-
µατα της ζωής και του θανάτου, θα πεθάνει
και ο φιβόσοφος Καραγκιόζης. Διότι ο Ιία-
ραγκιόζης δεν επιθεωρεί, φιβοσοφεί, όπως
το προέββεψε και ο Τζούῇιο ΙΚαΐμη, ο µο-
ναδικός από τους µεβετητές του που δεν
στάθηκε σαν µοιροβογίστρα, και κακοπρο-
αίρετη 5 συνήθως (να σε κβαίνε πριν καν
πεθάνεις!). Οι πανεπιστημιακοί κώβοι θέ-
Πουν να κρατάνε τα παπούτσια τους ασκό-
νιστα. ΑΛΠά χωρίς να ξεβοΠευτεῄπε, άθῄηι-
οι των ποββών παρασήµων, παράσπα, πως
θα µας ανακαβύψετε; Ιαβύτερο και πιο
εύκοβο να παριστάνετε τις µοιροβογίστρες
πάνω από το δήθεν πτώμα του Καραγκιόζη
και να µπρυκάζετε σαν κατσίκια την ίδια και
την ίδια τροφή των ιερατείων σας σε ανού-
σια αΠεκτόριστα ντοκτοράτα!
ΣΤ
Στον Ιαραγκιόζη, Ποιπόν, δεν πας, σε βρί-
σκει. Μπορεί να παίζεις ΙΚαραγκιόζπ αἡδά
να µην είσαι καραγκιοζοπαίχτης. Γιατί ο ΙΚα-
ραγκιόζης απαιτεί από τον τεχνίη-ιερέα του
άσκηση και χαρακτήρα.
Ο Σβούρας
Φιγούρα της Γεωργίας Γιαννοπούβου
90 /άρ.-Απρ. 2019 / άρδην
Ορακικό
Οέατρο Σκιών
Τι φέραµμε εµεί5, το Θρακικό Θέατρο
Σκιών, στον Καραγκιόζη; Και ψυχή και
όνειρο. Εξπγούμαι: ζαναβάῆῦαμε τον ΙΚαρα-
Υκιόζη στην ιστορία. Λίγο είναι, Ψάξτε την
ανανέωση στη δραματουργία που κάναμε,
τα τεβευταία είκοσι χρόνια, ψάξτε τις µουσι-
κές, τα έργα µας, τα βιβῆία µας, θατα βρεί-
τε παρ᾽ όἡη την παρασιώπησπ΄. Δεν είναι
µαταιόδοξο όταν κάνεις καΒά τῃπ δουβειά
σου να την υποστηρίζεις. Οι αντεβάβιστες
ντομάτες σαπίζουν στο τεβάρο[ Σα5 βοπθά-
µε να µας ανακαθύψετε Ποιπόν.
Επισκεφθείε µας στον «Μικρό διάκο-
σµο», έναν ποβυχώρο δράσης απ᾿ αρχάς
Ορακικού πεβάγους, στην περιοχή Ππαρα-
Πίας Ιμέρου στην Μαρώνεια. Εδώ πέρα,
από Ιςαραγκιόζη και εργαστήρια καιασκευ-
ής φιγούρας που γίνονται, στήνεται µια δί-
µηνη γιορτή τεχνών κάθε καβοκαίρι (Ιούῇι-
ο5-Αύγουστοςξ), εδώ και πέντε χρόνια, µε
θεατρικές μουσικές παραστάσεις, εργα-
στήρια κεραμικής, γιορτές καρπών, προ-
βοῇές, θεματικές συναντήσεις κ.α. Μπεῄίε
στην ιστοσεῆίδα µας να πάρετε µια γεύση
(νΝννν. πικγοδαἰαἰκοδηιος.ϱ!/). Τον χειµώ-
να, τον ίδιο χώρο επισκέπτονται σχοῄεία για
Καραγκιόζη και για ένα νέο είδος θεάτρου,
το «µέσα - έξω», όπου σε έναν συνδυασμό
αφήγησης, θεάτρου, θεάτρου σκιών και
ζωντανής μουσικής πραγµατευόµαστε θέ-
µατα όπως τον «Τροµάραο. του Ειζυηπνού,
τον «ΦιΠοκτήτη» του Σοφοκβή, τον Αίσω-
Πο σαν μύθοῦ και τον «Μικρό Τυμπανιστή»,
αυτό το παβΒιό γερμανικό παραμύθι.
Στον Μικρό Διάκοσμο επίσπς κάνει
την προετοιμασία τής π οµάδα σύγχρονου
δρώμενου «ΤΙΖζιαμάῆα», που πραγματεύε-
ται αρχέγονα θέµατα µε νέα προβῆημαιτι-
κή. Η ομάδα αποτεβείαι από περισσότερα
΄Ἠ ποββή Καθημερινή είχε κυκβοφορήσει πριν Λίγα
χρόνια ένα ένθετο αφιερωμένο στο θέατρο σκιών.
Ο ο-μεῄετητής του, κάποιος Μιχάβης Περωνυμίδης
(εντεβώς τυχαία οργανώνει µε τον Λιάβα εκδηβώσεις
στο Μέγαρο -- πόσο κοντά είναι όβα;...) δημοσίευσε
σύγχρονη βιββιογραφία για το θέατρο σκιών. Από
τα βιβῆία που έχουµε εκδώσει τα τεβευταία χρόνια,
πάνω από δέκα, δεν ανέφερε κανένα. Όπως ββέπετε
η παρασιώπηση αποδεικνύεται ο πιο αποτεΠεσματικός
τρόπος... εκτέΠεσης. ΙΚαι δεν ακούγεται και κιχ!
ὃ Το έργο «Ο Αίσωπος σαν μύθος» καινοτοµεί στο ότι
δεν παρουσιάζονται οι μύθοι του Αισώπου παρατακτι-
κά, αΏΠά όπως βγαίνουν µέσα από το... δράµα του,
την ζωή του. Π δουβΒειά αυτή µε τον τρόπο του «μέ-
σα-έξω» παρουσιάστηκε πρώτη φορά στα πβαίσια του
φεστιβάῆ Φιβίππων Θάσου, στο αρχαίο Θέατρο της
Θάσου, καΠοκαίριτου 2012. Αµμέ!
Ο Μορφονιός µμεταμορφωμένος σε κότα
Φιγούρατης Γεωργίας Γιαννοπούβου
Ζη Οβυμπιο-μπινεῆίκη, ενάντια στις άθῆι-
ε5 τεΠετές πἠήξης και Λήξης του δηµόσι-
ου αισθήματος. Ὑπάρχει η µουσική παρα-
γωγή «Τα αγριοβούβουδα του Πφαίστου»,
µε παιδιά παραμεῆπμένων µαχαβάδων της
Κομοτηνής.
Υπάρχει το «Ι«αΏβιτεχνικό Σχοβείο» του
µαχαΠά Τέρμα Άβαντος, που Πειπουργεί
κάθε καΠοκαίρι µε υποστήριξη της ΓΠΠερι-
φερειακής Ενότητας Έβρου. Όπου έχουµε
πάνω από ογδόντα µαθητές που μυώνται
στις τέχνες της μουσικής, του θεάτρου και
της ζωγραφικής. Στον χώρο, επίσης, Ππρο-
σκαΠούνται και διάφορα σχήματα για επιτυ-
χηµένη «επιμειξία».
Η θεατρική ομάδα του Μικρού Διακό-
σµου, µόνο το 2012 παρουσίασε τρία µο-
νόπρακτα, «Ἡ περούκα του Άκη», «Ίίαι µε
κβειστά µάτια θα σε πετύχαινα», «Αυτός ο
µέγας παρεξηγηµένος», σε σκηνοθεσία
Γιάννη Βουῇτσίδη και απόδοση από τους
ηθοποιούς Άννα Ίρις και ΑπόστοΏο ΙΚεῇε-
μίδη.
Ένα σηµαντικό στοιχείο που µπορεί κά-
ποιος να µαντέψει το ύφος και το ήθος της
δουβειάς µας είναι τα βιββία που έχουµε
εκδώσει. Μέσα από αυτά θα ψιβιαστεί και
την ανανέωση που φέραμε στη ὃραματουρ-
γία του Καραγκιόζη, γιατί ο Καραγκιόζης
είχε για δεκαετίες ἠιμνάσει στο «καταραµέ-
νο φίδι», που στο τέῇος, από το ποθύ κού-
νηµα της επανάΒηψης, βγήκε... «καιουρη-
μένο»!
Επίσης θα αντι]πφθείπε το καινούργιο
βἠέμμα πάνω σιπν καιασκευή τῃς5 φιγού-
ρας. Δυστυχώς, τα χρόνια από τῃ δεκα-
ετία του ᾿/0 µέχρι και τις µέρες µας η
φιγούρα υποδουβώθηκε στα ρεαῆιστι-
κά µέτρα (αναβογίεΞ) της φωτογραφί-
α5. Έτσι οι φιγούρες χάσανε την γκροῖέ-
σκα εκφρασιικότητά τους και εκπέσανε
στη δουβική µίµηση της πραγµατικότη-
τας. Αυτή Π εξέβιξη βοπθήθηκε από τον
στείρο ανταγωνισμό που κάνανε οι κα-
ραγκιοζοπαίχτες αυτής της εποχής στον
κινηματογράφο και μετέπειτα στην ΤΝ.
τέχνη, όµως, πάνω απ᾿ όῆα είναι υπερ-
βοβή και αφαίρεσῃ, φαντασία και άσκη-
ση εΠευθερίας, κατασκευή, παρά νε-
κροφιβική αναπαραγωγή. Κίνηση, όχι
ακινησία. Δεῄίε τις φιούρες της Γεωρ-
γίας Γιαννοπούβου µέσα από τα βιβῆία
μας και ιδίως τις Ζωντανές παραστάσεις
και όῆα αυτά Θα τα αντιἠπφθείε χειρο-
πιαστά.
Τα βιβῆία που εκδώσαµε είναι:
1. ο θησαυρός της Κύπρου
αφιέρωμα: ΟέαιροΛηπών ΕΒΕ
ών του διηγήματος του Γιώργου Βιζυη-
νού).
Όβα τα βιββία συνοδεύονται από κατα-
σκευές για να φτιάξετε δικές σας φιγού-
ρες,
Τεβειώνοντας, Θεωρούμε ὧως5 πιο
σηµαντική µας Προσφορά δύο πράγµα-
τα: Ότι απ᾿ αρχάς Ορακικού πεῄάγους,
εντεΠώς ακριικά άρα αποκεντρωτικά,
ένας ναός των µουσών περίαμπρος, µε
ανοιχτό και κΠειστό θέατρο, εργαστήρια,
αίθουσα εκθέσεων και προβοβών είναι
γεγονός. Θα μπορούσε να κατασκευα-
στεί µε την τρέχουσα προτεσταντική Πο-
γική της απόσβεσης κάπου πιο κεντρι-
κά. ΑΛΠά όχι, το κέντρο το καθορίζου-
µε εμείς, τι είναι κέντρο και τι πάνω και
τι κάτω.
Και το δεύτερο που υπερηφανευό-
µαστε είναι η Χαρά και ο ενθουσιασμός
που σκορπάµε στα παιδιά, κύρια των δη-
2. Ο Γερο-ΓΙΠάτανος
3. Ο Καραγκιόζης Οβυμπιομπινεβίκης
4. Ο Σίμος ο Χιώτης και ο Βουῆτσίδης ο
Θρακιώτης
9. Ο Καραγκιόζης βοηθός απεῄβευθερωτή
6. Ο Καραγκιόζης Ταυρομάχος
7. Π ΤΖζιαµάῆα
8. Ο Καραγκιόζης στο κυνήγι τη5 χαμένης
αρμονίας (κυκβοφορεί και στα τούρκικα)
περί εαυτού
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΟΥΛΤΣΙΔΓΗΙΣ
Δον Σάντσο Βουῇτσίδης
--εγώ δηβαδή-- παίζω
Καραγκιόζη εδώ και τριά-
να συμβαίνουν. Το θέατρο σκιών το
σπρώχνουµε και σε άἢῆες αταξινό-
µητες περιοχές, όπως παρασιάσει5
Ὁ. Ο µικρός τυµπανιστής
10. Ο Καραγκιόζης μάγειρας στην Αργώ
του Ιάσονα - άῆβως για το χρυσόμαῆβο πε-
τρέῆαιο! (Συνεργατική έκδοση µε το Μου-
σείο ΕΛιάς σιπν Άνω Γατζέα Πηῆίου)
11. Ο Καραγκιόζης νύφη (δίγβωσση έκδο-
ση στα εΏῆπνικά και στα ροµά)
12. Ο Τροµάρας (διασκευή για θέατρο σκι-
µοτικών σχοβείων, µε τις παραστάσεις
και τα εργαστήρια κατασκευής φιγούρας
που σιήνουµε µέσα σε αυτά, ενισχύοντας
την Πογική του δημιουργού και όχι του κα-
ταναβωτή. Ευτυχώς, όΠο και περισσότεροι
δάσκαβοι αντιβαµμβάνονται το ανεξάρτητο
πνεύμα µας, την καβῆπεχνική µας ποιότητα
και την αποκεντρωτική µας Πογική. Όχι στις
υποδουβωτικές οβιγαρχίες|
ντα χρόνια, γυρίζοντας την
Εἠβάδα από χωρίου εἰς
χωρίον και από πόῆπ ει5 σχοῄείον...
Μεταφέρουµε µαζί µε την [Γεωργία
Γιαννοπούβου (Ζωγράφο-μουσικό)
έναν αφοἠκβόριστο ΙΚαραγκιόζη µε
νέα θεµατοβογία, αΏΠά βασιζόμενη
πάντα στο άδοᾷο και αδούβωτο της
αρχέτυπης ύπαρξης του αγίου µας,
που είναι ο ξυπόῆυτος Καραγκιόζης,
το αυθεντικό Λαϊκό στοιχείο δηβαδή,
Απ’ αρχάς θρακικού πεῄβάγους,
στον Ίμερο της Ροδόπης (Δήμος
Μαρώνειας), έχουµε στήσει µια βάση
πνευματική, µε κβειστό-ανοιχτό θέ-
αἴρο, βιββιοθήκη, εργαστήρια κ.ἠΠ.,
όπου συμβαίνουν αυτά που πρέπει
χωρίς βασικό ήρωα τον Καραγκιόζη,
αΏθθά άΏΠους, όπως τον Τρομάρα
του Βιζυπνού, ή τον μικρό τυµπανι-
στή. Ανεβάζουμε, δηβαδή, παραστά-
σεις ανάμεικτες: θέατρο -- θέατρο
σκιών -- αφήγηση -- ζωντανή µουσι-
κή, µε εντεΒώς καινούργιο τρόπο.
Οι δραστηριότητές µας επε-
κτείνονται σε εργαστήρια θεάτρου
και σχοβεία. ΓἹαράγουμε ντοκυ-
µαντέρ (πρόσφατα το «Γιώργος
Χρονάς: επικούρειος µαθητής εκ
Περάματοςξ») ενώ έχουµε εκδώσει
πάνω από δέκα βιβῆία βιβῇῆία.
Ν/ΑΝΝ.Πικγοδαἰβκοσδηπος.Ω/
4ρδην /άρ.-Λπρ. 2019 / 99
Ρεμπέτικο
και Καραγκιόζης
του Γιάννη Βουῇτσίδη
Καραγκιόζης προὐπήρξε φυσικά,
αΏΠά το ίδιο «φυσικά αντάµωσε
το ρεμπέτικο. Γιατί ποιος ήταν ο
Καραγκιόζης, ποιος ήταν ο ΙΚαρα-
γκιοζοπαίχτης του; Ανέμεβῆος δερ-
βίσης ο πρώτος, παρόἥη τη φιώχεια του
ή ίσως χάρη σε αυτή, παρακατιανός για
το σύστηµα ο άῆἢῆος, σε µια ζωή µε ταξί-
δια. Ίάαι Εύδια. {Και όπως Μέει και ο ΙΚαβ-
βαδίας, τρεις είναι οι καταραµένες δου-
Πειές: του ναυτικού και του καραγκιοζοπαί(-
χτη, που πατάνε σανίδι, και της πουτάνας
που... πηδ”'"αι στο σανίδι. ζωές στη γωνία,
αΏῆά µε εμπειρία ποβύπαθη, µετουσιωμέ-
νη ποῆῆές φορές σε υπέροχες ιστορίες και
τραγούδια.
Ένα πράγμα πρέπει να ξεκαθαρίσου-
µε: Στο ρεμπέτικο δεν υπάρχει η έννοια (ή
η ανία) του κοινού. Στο ρεμπέτικο υπάρχει
η µικρή περιθωριακή κοινότητα µε τα δικά
της τυπικά και ουσιαστικά µέρῃ. Στον τεκέ
υπήρχε Π ιεραρχία του παβιού, Π σχέση του
µάστορα - µαθπτευόμενου, στην ουσία µια
σχέση μεταφοράς και όχι εξουσιασιτική. Εί-
ναι ο τρόπος του καπετάνιου του παΏιού,
έξω από τη Σχοβή. Γιου γινόταν καπετάνιος
σιγά σιγά, εξεβισσόμενος από τζόβενο.
Επίσης, και στον ΙΚαραγκιόζη --τον αυ-
θεντικό Ιίαραγκιόζη, «όπου κι αν τον
βρεις»- χάρη στο στοιχείο του αυωτοσχε-
διασμού, τη5 άµεσης αναφοράς σ᾿ αυτόν
που στέκεται απέναντι από τον µπερντέ και
τον καραγκιοζοπαίχτῃ, δημιουργείται κατά-
σταση και όχι παράσταση. Δρώμενο και όχι
θεώµενο. «ΓιαρακαΠώ πεβάτες µου, πε-
4) / Μάρ.-Απρ. 2019 / ἀρδῃν
ράστε έξω». Ο τεκές είναι δερβίσικος: «ΤἩ
μόνος, ή µε καΠούς φίβους δίπῆα / ο δι-
κός µου ο τζουράς δεν θέῇει πίστα». «Έναν
κήπο έφτιαξα για τα πουβιά / μ’ έµαθαν να
τραγουδώ». Αυτές οι περιεκτικότατες ρίµες
-και ποβύ σεµνά το Πέω-- εκφράζουν απο-
δοτικά την κατάσταση.
Σαναπιάνουµε το νήµα από την αρχή.
Μάγκες υπήρχαν και στον Ι«αραγκιόζη που
παιζότανε πριν στπν Τουρκία και ακόµα πιο
παβιά στην Αίγυπτο (απ’ όπου ο Ιαραγκιό-
Ζη5 Πήγε στην Τουρκία). Οι µάγκες στην
[Πόβη ή στις πόῇεις -βῆέπε Σμύρνη, Θεσ-
σαΠονίκΠ, ΑΠεξάνδρεια, Αδριανούποῆη
κ.ἠ.π -- «εκτιρέφονταν» µες το περιβάῆβον
συνήθως των µάγκικων ισναφίων -- ββέπε
χασαπάκια, νυχιοφύῆακες, πυροσβεσιά-
δες, χαµαῆικά, ψαρούδια κ.π. Οι μάγκες,
φυσικά, τότε και τώρα, δεν είναι ένας κό-
σµος «φῆαυ», αΏβά είναι µπερντές πβούσι-
ων αποχρώσεων. Ὑπήρχε ο πραγματικός
μάγκας, πρώτος στην ιεραρχία, και τέτοιος
θεωρούνταν µόνο ο εξηγηµένος και χου-
βαρντάς άνδρας. Από πίσω τρέχανε οι µί-
μοι, τα παπαγαβάκια και η εντεΠώς καρικα-
τούρα του µάγκα (στα όρια ποῇβῆές φορές
του ψευτόµαγκα), ο κουτσαβάκης.
Στον Καραγκιόζη, ο Σταύρος είναι κου-
τσάβης και ο Νώντας είναι ο μαθπτευόμε-
νός του. Δεν είναι τυχαίο ότι είναι συριανής
καταγωγής: είναι το πρώτο µεγάΠο εµΠο-
ρικό Βιμµάνι του νεοεβῆπνικού κράτους. ΙΚι
όπου Πιμµάνι, πέρα από τον καύὐμό, κι αυ-
τός που δημιουργεί τον καύὐμό, ο μάγκας!
Τπ φιγούρα του Σταύρακατη συνέθεσε στις
Ο Καραγκιόζης
Φιγούρα τη5
Γεωργίας
Γιαννοπούβου
αρχές του 200ύ αιώνα ο Πειραιώτης καρα-
γκιοζοπαίχτης Μώρος, που γνώριζε τπ ζωή
του Βιμανιού όσο ἤίγοι. Ἰίαι αυτός είναι
ένας Πόγος που έπιασε η φιγούρα, πέρα
από το ότι Π ίδια π φιγούρα ανταποκρινό-
ταν σε κάτι που υπήρχε διαδεδομένα στον
Ζωντανό κόσµο. Οι ἠαϊκές τάξεις των µεγα-
Πουπόβεων, τότε, ήταν άγρια περιφρονηµέ-
νες, παρεξηγηµένες και παραπεῖαμένες --
και πότε δεν είναι; Το επίσημο σύστηµα µη-
ρύκαζε και µπρυκάζει τα εισαγόμενα από
τη Δύση κι έµεινε η µοίρα σ’ αυτούς τους
χαμάῆπδες, τους αγράµµατους, µε τις πέ-
ντε κοβοβές µνήµες και ποικίῆες προίκες
που είχε ο καθένας τους από την καταγω-
γή του, να συνθέσουν την αθάνατη εποποι-
ία των ξυπόβυτων: τον ρεμπέτικο κώδικα
και τραγούδι. Διότι το ρεμπέτικο ήταν πρω-
τίστως τρόπος Ζωής και το τραγούδι ήταν το
επακόβουθο.
Αυτό το μασούρι τράβηξε βαριά ως το
᾿50 περίπου. Μετά (και ποβύ πριν, βέβαια)
καιάντησε το τραγούδι τής χαρτούρας. Το
μπουζούκι, από παρεξηγηµένο, έγινε τάχα
µου «εξηγηµένο». Φόρεσαν γραβάτες
στους διακινητές του είδους, τους ανέβα-
σαν πάνω στο πάῆκο, τους ξέκοψαν από
το περιβάῆβον τους (άρχισε να Λευκαίνει η
επιδερμίδα από την καβοπέραση) και κατή-
ντησαν να διασκεδάζουν, όχι τους περιφρο-
νηµένους τεκετζήδες πῆέον, αΏΠά τους κα-
Ποζωισμένους µαυραγορῄες ή εργοβάβους
της αντιπαροχής που ακοβούθπσε.
Το εΏῆηπνικό όνειρο, κατά το πρότυπο
του αμερικανικού, όΠο και ανέβαινε και,
στο τέῇος, στόµωσε κάθε πραγµα-
τική διάθεση για έµπνευσῃ. Τραβή-
χτηκε το χώμα κάτω από τα πόδια
του ρεµπέτη, η µικρή και περιφρο-
νηµένη κοινότητα (αβθά τόσο γόνιμη
για ουσιαστική έμπνευση και απα-
ραίητη). Άῆβαξε π ζωή, άθῆαξε και
ο στίχος, άβῆαξε και ο ήχος. Ώρ-
θαν οι Αραπίνες μαύρες ξεκωβιά-
ρες Ώρθαν οι Μανουάῇες, οι Τσιγ-
γουάΒες και οι Ωνάσηδες! Οι µε-
ταββαγμένοι Ζορμµπάδες και οι Γ]οτέ
την Κυριακή. Π αναβάθµισπ! Οτά-
σαµμε στην εποχή µας να νοµίζουµε
ότι οι Νταβάρηπδες τραγουδάνε ρε-
μπέτικο...
Μα τί είναι το ρεμπέτικο; Φρου-
τοσαΒάτα που µας σερβίρεται και
την τρώμε; Δεν έχει κανένα κό-
στο5, κόστος πραγµατικό, πραγµα-
τικἠ αγωνία; |Κι όχι να εισπράπεις
στο φινάῆε µόνο την άγχωση του εἰ-
δώΜΠου αν περνάει στην πῆατεία...
ζαμπέτας, στον φίῃο µου τον Φώ-
ντα τον μπουζουκτσή, που δούβευ-
αν τότε στην παραβιακή, όταν έκβει-
νε το μαγαζί και πήγαιναν να φου-
µάρουν κανά τσιγαράκι στο κύμα,
του έΠεγε: «Μουσικοί είµασιε εμείς;
Σκατά -- κἠόουν για τους καραγκιό-
Ζηδες γίναμε, µας βαράνε το ντα]ρέ
τα πορῖοφόῆια και εμείς σηκώνου-
µε τα μπουζούκια πάνω σαν αρκού-
δες». Αυτά µου έΠεγε ο Φώντας,
πως ο Ζαμπέτας στο τέβος υπέ-
φερε από κατάθβιψη, αἡΠά επει-
δή είχε αντοχές από παβΒιά, ήξερε
να την κρύβει στην καβύτερη τοΠπο-
θεσία για αυτή τη δουβῄειά: µες στο
πείραγµα και το γέῇβιο!
ΤΙ κἠαίει µες το γέβιο
ο Αίσωπος ρωτούσε.
Κανείς δεν Τον ρωτούσε
στο τι θα εννοούσε]
ΜΙπήκατε... αΠάνια; ΑΠάαα!!!
Το πορτρα(το
και οι τύποι
του Γιάννη Βουβῇτσίδη
4 νας πετυχημένος τύπος συγκεντρώ-
νει και το ιδιαπερον και το γενικόν.
Το ιδιαπερο θα του δώσει µυρουδιά,
χαρακτήρα (δεν ντύνουµε ιδέες) και
το γενικό θα τον συμπεριΏθάρβει σε µια
µεγάῆη ενότητα, µια «κάστα»-«κατάσταση»
όπου ανήκει. Έτσι δουβεύει Π.χ. και στον
Καραγκιόζη ο Σιταύρακας. Είναι ο μάγκας
του Πιμανιού, που Χχιπιάδες μάγκες Φφέ-
ρονται και αντιδράνε περίπου σαν αυτόν,
αΏβΠά δεν χάνει και το Ιδιαπερο, το πρόσω-
πον, δεν πνίγεται µες τον τύπο -- δεν γίνεται
κοινότυπος. Είναι ο γιός της συγκεκριμένης
μάνας, του συγκεκριμένου µανάβη πατέρα,
γέννημα της ιδιαπερής του πατρίδας και ιδί-
ως5 γεπονιάς.
Ο καβός Ζωγράφος, Ποιπόν, στον
Καραγκιόζη (και αββού), παίρνει το ιδιαί-
τερο, αἢβά χωρίς να το εξαφανίσει ή να
το εξωραῖσει -να του αφαιρέσει τον χρό-
νο, ὃπΠαδή την αγωνία-- και το ανάγει σε
τύπο: αρχέτυπο. ἢΠ καΠή φιγούρα στον
Καραγκιόζη Ζωγραφίζεται µε το µέσα χέρι,
όπως το αντιβαμβάνεται Π αίσθηση. Δεν
ακοβουθεί ρεαῆιστικά φωτογραφικά µέτρα
αΏῆά πάντα έχει ένα γκροτέσκο (το στοι-
χείο της υπερβοῆής, απόδειξη κατασκευ-
ής εξ άἢβου). ΑΛΠά και το γκροτέσκο δεν
το τραβάει µέχρι τις υπερβοῆές του σκί-
τσου ή της καρικατούρας. Ισορροπεί ανά-
µεσα στο ποριραῄπο και την καρικατούρα,
γιατί από τΏ µία δεν θέῇει να εξαφανίσει
το πρόσωπο και από την άλῆπ, µε το στοι-
χείο της υπερβοβής, θέῇει να επισημάνει,
να τονίσει, να σταθείτο βῆέμμα σε ορισµέ-
αφιέρωμα: Οέαιρολ ών
Ο Μπαρμπαγιώργος
Φιγούρα της Γεωργίας Γιαννοπούβου
να πράγματα. Εξ άΏΠου, ο Καραγκιόζης εί-
ναι αγαπησιάρης, ούτε νοµοκάνονας, ούτε
Πθικοόγος. ΓΠιροσβάῆΠει µόνο τον ρόῇᾗο,
ποτέ το πρόσωπο.
Αυτά τα απἢά παραδείγµατα, που τα
γνωρίζουν από τον τεχνππ των αγγείων
της αρχαίας Αθήνας ή ΙΚορίνθου, έως κά-
ποιους ἠαϊκούς καῆῆιέχνες, τα αγνοούν
κραυγαΒέα αυτοί που, στην εποχή µας,
παίρνουν από εργοβάβους µεγάῆες αναθέ-
σει5, όπως στο µειρό. Όῆες οι φιγούρες, ή
κάτι σαν φιγούρες που ζωγράφισαν οι διά-
φοροι Α-φασιανοί σε διάφορους σταθμούς
του µετρό είναι αποτυχημένες, νεκρές και
ψυχρές, διότι στερούνται και του µέσα-
βἠέμματος (τον γροτέσκο χαρακτήρα κάθε
πραγματικής τέχνης) και του έξω-βῆέμμα-
το5, όπου δεν διακρίνει καµµιά ουσιαστι-
κή αγωνία για ό,τι συμβαίνει σήµερα γύρω
μας. ζούνε αἡβού, ή, όπως έβΠεγε και ο
Παπαδιαμάντης, «άῆῆα σκέφτονται και
άἡῆα κάνουν».
4ρδην / Μάρ.-Λπρ. 2019 {41
ι συμβαίνει, κ. Γιαραμούκη; του
Πέω σκανδαῆισμένος. - Άστα...
µου κάνει. Είμαι για να σκάσω. Μας
τα᾽ κανε ρόδο ο κύριος από δω.
Και κβαουρίζει κιόῇας ο κάῄἠπης!
- Ματι έκανε;
-- Δεν πρόσεξες; Την ώρα της παράστασης
του ΄πεσε απ᾿ τα χέρια ο ΑΠέξαντρος.
-Ε, τώρα, κι εσύ! |κι ήταν ανάγκη να το δεί-
ρεις το παιδί... Έπεσε, σηκώθηκε. Δε Χά-
ᾖασε ο κόσμος. Εμείς από κάτω δεν καϊῖα-
Πάβαμε τίποτε.
--Άσκετο! Δεν έπρεπε να πέσει. Για τ’ ἁῆῆα
«καρϊόνια» δε µε νοιάζει. Ο ΑΜΛέξαντρος
δεν έπρεπε να πέσει.
Τον χάρηκα. Ιίαι τον ζΖήῆεψα. Να, σέβας
και ευβάβεια στη δουβῄειά| Φαίνεται ότι
τον είχε «περί ποβΠού» αυτόν τον Έῆῆπνα
τον ΑΠέξαντρο ο κ. Γιαραμούκης. Γι’ αυτό
πήρα την ευκαιρία να του κάνω µια παρα-
τήρηση:
-Ο ΑΠέξανιρός σου, όµως... ου Πέω.
-Τ
--Είχε, για να ξέρεις, κάποιο ἠάθος.
Ταράχτιηκε.
-Γιοιο Γιοιο δεν ήταν εντάξει;
--Το δόρυ του.
-- Μπα! |Και... τι σφάῆμα είχε;
--ΤεΠείωνε σε σταυρό.
--Και σε τι ήθεῆες να τεβειώνει; Σε... µι-
σοφέγγαρο;
Ο Μέγας µας είχε αἡβηθωρίσει. Τι ήταν
αυτά τα πράµατα που άκουε;
--Χάθηκα... µου Λέει. ΙΚαι γιατί δεν έπρεπε
να τεβειώνει σε σταυρό;
-ὺ)ὺὶ. Μα δεν ξέρεις, Ο ΑΠέξανιρος δεν ήταν
χριστιανός.
Η απορία στα µάτια του καβἠπέχνη εξεῆί-
χτηκε σε φρίκη.
- Τι Δεν ήταν - είπες - Χρι-σιια-νός; |Και
τι ήταν, Ζεἱμπέκης, αΠάδωτος, µουχαμέ-
της; Τι ήταν;
--Όχι, φυσικά. Μα, να... ἴον καιρό που έζη-
σε ο Αἠέξανιρος, δεν είχε γεννηθεί ακόµη
ο Χριστός.
Ο άνθρωπος ακούµπησε στο αντιστύῆι της
παράγκας του, εξουθενωµένος.
-υ.Έχασα τα πασκάῆια µου... είπε. Ικαι τότε,
αν είναι έτσι, όπως το ᾖες, γιατί µας αφή-
νουνε και ἴον παινεύουµε; Αυτός, καθώς
καταἠαβαίνω, δε Θα ήταν ούτε και Έῆβη-
νας,
--Γιαρακαβώ... Έβῆπνας ήταν. Και µάβιστα
µε το παραπάνω! Ο άνθρωπος έπιασε τους
κροιάφους του.
-ΤΙ µου Λές5; Μα... υπήρχαν Έῆβηνες πριν
απ᾿ το Χρισιό; ρώτησε σα χαμένος.
--Αν υπήρχαν; Οι καἠύτεροι!
Ἂ
κ ΜΕΓΑΣ ΘΩΕΞΘΝΔΡΟΣ ΚΑΙ
-ο- Το ἨΦ7ΑΦΡΜΕΝοΟ ϱ}
9
ο βΠέξαντρος
Ένας διΠθγος Του) ΛΜ. Λουντόμη µε Τον
ΚαραγκιοζοΠαίκΤῃ | ιαραμούκη
Ο Μέγας Γιαραμούκης σηκώθηκε όρθιος.
Τα µάτια του έβγαζαν φωτιές.
--Άκου! µου Λέει. Να πεις τα χαιρετίσµατα
σ᾽ αυτούς τους ψαβιδόκωβους, ότι δεν ξέ-
ρουν τι τους γίνεται! Εγώ ο Γιαραμούκης,
πες τους, Τους το Πέω αυτό! Τέμεψα.
Ο Γιαραμούκης είχε βαθιά ριζωµένη την
πίστη --όπως κι όΠοι οι Έβῆπνες του Ώυ-
Ζαντίου-- ότι χριστιανισμός και εἠβηνισμός
ήταν ένα και το αυτό.
Είδα κι έπαθα, ώσπου να τον πείσω. 2το
τέῆος το πέτυχα. ΑΛΠά σύντομα κατάῆαβα
ότι είχα καταγάγει µια πύρρεια νίκπ. Ο Για-
ραμούκης σε µια στιγµή µου Βέει, απΠώ-
νοντας άγρια το χέρι κατά τον ΑΠέξαντρο:
--Τότε τον σκοβάω! Απ’ απόψε κιόῆα. Δεν
έχει θέση στο πανί µου.
Άῆβος αγώνας. Αναγκάστηκα να του ανα-
φέρω κι άῆῆα ονόματα. Το Σωκράτη, το
Σοφοκβή... Τον Όμπρο, που Ύραψε και τη
δική του την «Ωραία Εβένη». Όβοι ήταν γεν-
νηµένοι πριν απ’ το Χριστό, µα όβΠοι ήταν
Έβῆηπνες.
ε.]
Καβά... Τέῆος. Θα τον βάβω τον Αἠέξα-
ντρο! ΑἠΛά να ξέρεις, θα το κάνω µε μισή
καρδιά. Ναι, µα τι θα βάδω στη θέση του
σταυρού, ΤΙ είχε ο ΑΠέξαντρος;
- Τποτα.
-- Δεν µπορεί Ιάῑι θα είχε... ΑἠΠιώς, µε
ποιανού δύναμη ποῄέμαε, Ο δικός µου
ποβεμάει µε τη δύναμη του Χριστού. Μα
ήρθες εσύ και µου τον χάῆασες. Τώρα µε
ποιανού δύναμη θα ποβεμάει;
- Με τη δύναμη του ανθρώπου, που ξέ-
ρει ότι έχει δίκιο. Μικρή δύναμη είναι αυτή;
-δΔε Λέω. Μα, πάῆι, χωρίς Θεό,
--Είχε θεό. ΙΧ αν θέᾗεις να ξέρεις, οἱ αρ-
χαίοΙ µας είχαν ποἠβούς.
--ΤΙ µου ἠες! (Και μονιάζανε;
--Κάθε άλβο! ΓΙεισοκόβονταν σαν τα Προ-
γόνια. |Χι έτσι έβρισκαν οι άνθρωποι ἠίγη
ευκαιρία και Ζούσαν σαν άνθρωποι.
-Α, τέτοιοι Θεοί, ἠοιπόν, ήταν/ |και στη
θέση του σταυρού, τι είπες πως είχαν;
- Τποτα.
-ΓΙάΔι τίποτα; Ε, τότε, εγώ Θα του κοῖσά-
ρω"το σταυρό στο δόρατό του κι όποιος θέ-
ᾗει αξ θυµώσει!
Μενέῆαος Λουντέµης, Καραγκιόζης ο
Έβῆηνας, Δωρικός, Αθήνα 1981, σσ.
32-05.
0 Καραγκιόζης
πιωχοπρύδρομος
λυνάντευζη µε Τον
καΠῆπέχνῃ του θεάτρου σκιών
ψυχραιμία
δικιά µας η γενιά ήταν µια γενιά του
µεταιχµίου, πριν την Μειαποῆπευ-
ση και µετά τον εμφύβιο, όπου ο
Καραγκιόζης διαιπρούσε ακόμη
την Λαϊκή του οµορφιά και αίγῆῃη, ο
δε κόσμος τον παρακοβουθούσε γιατί ήταν
ένα συμπΏήρωμα µαζί µε τους θερινούς
κινηματογράφους. Τότε δεν ήταν αφύσικο
στις εξοχές ή τα προάστια να παίζουν καρα-
γκιοζοπαίχτες. Σχεδόν αφύσικο ήταν ο κι-
νηµατογράφος. Οι μάντρες τότε είχαν ΙΚα-
ραγκιόζη και κινηματογράφο εξίσου, και
τις δεκαετίες του ᾿60 και ᾿70, ο Καραγκιό-
Ζη5 ήταν ακόµη φυσικό και αποδεκτό θέᾳα-
μα από όβους, όΠων των πηβικιών και όβων
των κοινωνικών τάσεων και τάξεων και κα-
ταστάσεων. Από εκεί άρχισα και εγώ να εν-
διαφέρομµαι.
Σήµερα, βέβαια, είναι διαφορετικά τα
πράγματα. Ο Καραγκιόζης κατά κανόνα
θεωρεῄαι παιδικό θέαμα.
Υπάρχει µια εξήγηση. Στη δεκαετίατου ᾿60-
70 και 70-80 αἡβάζει η κοινωνία. Από
μετεμφυβιακή κοινωνία οδηγεῄίαι, µετά τη
Δικτατορία, σε µια Πιο «ήρεμη» πορεία.
Έχουμε µια σειρά ανακατατάξεις, όπως η
εισβοῆή της τηἠεόρασης, τα Μ.Μ.Ε., οἱ
εφημερίδες, τα περιοδικά, τα πικ-απ, τα
ραδιόφωνα, οι συγκοινωνίες µε τι» µεγά-
Πες κατασκευές δρόμων. Ο χρόνος για να
πας από το ένα µέρος στο άῆᾗο µικραίνει,
η συχνότητα αυξάνει, ο τουρισμός αἡβοιώ-
νει' αΠΠάζουν τα µέσα, ο τρόπος Ζωής και
αφιέρωμα: Οέαιρο Ληπών ΕΒΕ 55
Γιουσούφ Αράπης και Κώστας Λεπενιώτης
Σχέδιο του Δημήτρη Μόῆῆα
οι αξίες. Εννοώ, δεν παίρνεις ένα σαπού-
νι, παίρνεις | υχ. Ο Καραγκιόζης υφίσταται
τι παρενέργειες αυτών των κυμάτων, που
τον αναδεύουν και πάνε να τον βυθίσουν.
Μέσα σε αυτή την ιστορία, βρίσκεται ο ΣΠα-
θάρης, ὧως5 από µπχανής θεός για κάποιους
και ὧς5 καταστροφέας για άἢβους, που δια-
σώζει το θέατρο σκιών υπό την µορφή ενός
καἠῆιτεχνήματος για παιδικά πάρτυ. Ο κα-
ραγκιοζοπαίχτης, δηλαδή, γίνεται ένας δια-
σκεδαστής, ένας ανιµατέρ. Μέσα από αυτή
τη Πογική πρέπει να παίξει παιδικό θέατρο.
Ο Σπαθάρης κατάφερε Ποιπόν να διασώ-
σει το θέατρο σκιών, αΏΠά χωρίς να παίζει
Ππρωικά έργα -- δεν του άρεσαν τα πρωικά,
το έΠεγε και ο ίδιος.
Υπάρχει, εδώ, και µια τρέῆα µε τους κα-
ραγκιοζοπαίχτες, ως καῆῆιέχνες νεοέὔῆη-
νες, όπως και µε ποῆβούς άββους καῆῆιτέ-
χνες στην Εἠβάδα. ΘέΠουν να συνδέσουν το
2000 μ.Χ. µετο 500 π.Χ. Και βάζουν χῆα-
μύδα στον Μαραγκιόζη, τον βάζουν να κυνη-
γάει το «χρυσόμαῦβο τέρας», να είναι µε τον
Οδυσσέα µαζί, να είναι στην Τροία... Αυτό
υπήρχε και στον Μεσοπόῆεμο. Οι καραγκιο-
Ζοπαίχτες Ππαίζανε, στα χωριά της Θήβας, τα
αινγµατα της Σφίγγας. Αυτά τα έπαιζε και ο
Μιχόπουβος και ο Κούζαρος, κανείς δεν ξέ-
φυγε από αυτή τη ἠόξα. Ὑπήρχε µια µανία
να φορεθεί στους Έῆῆηνες χΠαμύδα -- εγώ
Πάντως θα προτιμούσα φουστανέβα (που
όπως θα έβεγε και ο Τσαρούχης είναι µια
χΠαμύδα «εν ετέρα µορφή»). Ο Σπαθάρης
έπαιζε αυτά τα έργα, έκανε και την Οδύσ-
σεια, την έπαιξε στην τπἠεόρασῃ, ζΖηβεύανε
κάποιοι καραγκιοζοπαίχτες, που παίξαν και
αυτοί στην τηῆεόραση (πιστεύω ότι ο Σπυ-
ρόπουβος και ο Μάνθος παίξανε ποΏθύ κα-
ἠύτερα στην τηβεόραση από τον Σπαθάρη),
αΏβά δεν αποδεικνύεται ότι ο Καραγκιόζης
γίνεται κάτι άξιο Λόγου αν φορέσει χαμύ-
δα. Ο Καραγκιόζης είναι από µόνος του άξιο
Πόγου θέαμα, ασχέτως αν, για να επιβιώσει
στη µετεξέῆιξη εκείνης της εποχής, έγινε Πιο
ποβύ θέαμα για παιδιά.
Οι παβιοί άνθρωποι ξέρανε το θέατρο
σκιών µε τα Ππρωικά έργα, µε διασκευές
από ευρωπαϊκά Πογοτεχνήµατα ή από φυῆ-
Πάδια και ἠαϊκά αναγνώσματα. Ο κόσμος
δεν είχε την τπΠεόραση -- δεν ήταν η εικό-
να το κύριο. ταν το τραγούδι, το πανηγύρι
και τα Λαϊκά αναγνώσματα. Μέσα από αυτά
φτιαχνόντουσαν οι μύθοι και οι καραγκιοΖζο-
παίχτες παίρνανε από όῆα αυτά για να κά-
νουν τα έργα τους.
Άρα οι μύθοι έπαιζαν έναν κεντρικό
ρόδο σιπν θεµατοΒογία του Καραγκιό-
Ζη, γεγονός που δεν ισχύει σήµερα που
επικρατεί π τηΠεόραση.
Ίσως, π τηβεόραση αἩΏέθει διαφορετικά
τον μύθο, τον αναπΏάθει και δημιουργεί
κάτι άἢΠο. Ο μύθος µπορεί να έχει ποικι-
Πία αΏβά έχει µια σταθερότητα. Τα ακριτι-
κά έπη, Π.Χ. ποικίῆΠουν από τόπο σε τόπο
αΏΏά είναι σταθερές οι ιστορίες. Έτσι και οἱ
ιστορία του Πήσταρχου Νταβέβῃπ, Π ιστορία
4ρῦῃν /άρ.-Λπρ. 2019 /
Βυζαντινός αυτοκράτορας
Σχέδιο του Μποστ για την παράσταση
«Ο Καραγκιόζης Φιωχοπρόδρομος»
με τη Δούκισσατης Γβακεντίας, ο Μπότσα-
ρης, ο Καραϊσκάκης κ.ᾖπ. Οι ιστορίες είναι
γνωστές περίπου -- ποικίββουν στις Πεπτο-
µέρειες, στο πως θατα εκφράσει ένας καῆ-
ἠιτέχνης. ΙΚαι ένας μέτριος καραγκιοζοπα(-
χτης µπορεί να παίξει καΒά τον Μπότσαρη
ή τον Καραϊσκάκη και όῆα τα πρωικά έργα
και τις ἠπσιρικές ιστορίες. Αυτοί οι μύθοι
είναι σταθεροί και είναι απότοκοι ενός Ππρο-
φορικού Παϊκού ποῆβπισμού, ο οποίος έρ-
χεται σε επαφή µε τον σύγχρονο ποῆπισµό
των Μ.Μ.Ε. και χαβάει, απορρυθµίζεται...
Αυτή η προφορική παράδοση, βέβαια,
στηρίζεται στην οµαδική δηµιουργία, όχι
την ατομική.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι καραγκιο-
Ζοπαίχτες ήταν στο μεταίχμιο µιας εποχής
όπου πΠέον ο καἠβιτέχνης έπαιρνε πόζα,
αποκτούσε όνοµα. Δεν ήταν σαν τους ᾖα[-
κούς ζωγράφους στις εκκἠησιές, που δεν
έβαζαν καν το όνομά τους. Είναι µια εΠο-
χή, τα τέῆπ του 195" και οι αρχές του 205)
αιώνα, που οι καΏῆιτέχνες δίνουν το όνοµά
τους στα έργα τους, αΏῆά αναφέρονται σε
µια κοινωνία σιπν οποία ακόµα η παράδο-
ση Ζει και παίζει µε τον ένα ή τον άθΠο τρό-
πο πρωταρχικό ρόΠο. Μετά το ᾿60 π πα-
ράδοση παύει να παραδίδεται από τον ένα
στον άῆβο γιατί μπαίνουν άῆΠοι τρόποι Πο-
ἠπισμού και καἠῆπεχνικής έκφρασης και
την παραμερίζουν. ἸΚαι βέβαια υπάρχει και
η Πάθος αντίῆπψη ότι ο Ιαραγκιόζης είναι
ένα ἠαογραφικό γεγονός, άρα ένα µη καῆ-
ἠιτεχνικό γεγονός.
Όμως, αν έχει αποκοπεί ο δεσµός του
µ / Μάρ.-Λπρ. 2019 / ἀρὺπν
Ο µπερντές του Φτωχοπρόδρομου. Σκηνικό του Τάσου Ζωγράφου
κοινού µε την παράδοση, τότε ο καρα-
γκιοζοπαίχτης δεν µπορεί να επικοινω-
νήσει µαζίτου, ακόµη και αν θέᾷει.
Ναι, δεν έχω απάντηση σε αυτό, εξάβΠου
δεν μπορούμε να προδικάσουµε το µέῆ-
Πον, αναβύοντας ποῆπισμικά ή κοινωνιοΒο-
γικά µια σιροφή του χρόνου µιας κοινωνίας
ή ενός έθνους ή µιας ομάδας. Το θέατρο
σκιών είναι ένα ταπεινό στοιχείο µιας συ-
νάντησης του ἠαϊκού, παραδοσιακού, του
ρωμέικου τρόπου τῃπ5 Τουρκοκρατίας και
της «εβεύθερης» Εἠβάδας µε τον ξένο Ππο-
ἠιπισμό που εισέρχεται και µεταβάῆβει, µε-
ταρρυθµίζει µια κοινωνία. Και κάθε φορά
γίνονται νέες συνθέσεις. Οι παβαιότεροι
καἠβιέχνες είχαν συναίσθηση τῃ5 ατοµι-
κής τους δημιουργίας αἡβά είχαν και την
συναίσθηση ότι εξέφραζαν το κοινό. Τώρα
είναι περισσότερο ατοµική π δηµιουργία
και Βιγότερο δεσμευμένη µε τις απαιτήσεις
του κοινού. Ὑπ' αυτή την έννοια, ο ἸΚαρα-
γκιόζης βρίσκεται πια πιο µακριά από αυτό
που θα αποκαΠούσαμε παραδοσιακό θέ-
αμα. Ἰίαι Π παράδοση όµως µειταβάΒῆε-
ται. Αν πας, Π.χ., σε ένα πανηγύρι, δεν θα
ακούσεις µόνο παβιά βαριά δημοτικά αΏΠά
και πιο χορευτικά. ὈΒέπουμε την επιρροή
του «εΏῆηνάδικου» στον παραδοσιακό τρό-
πο πανηγυριώτικης χορευτικής έκφρασης.
Όπως και µετα συνθεσάιζερ που παίζουνε
και έχουνε αἡβάξει την ορχήστρα. Αντίστοι-
χα και ο Ιαραγκιόζης δεν είχε παβιά µου-
σική από ΟΡ. Ο Ντίνος ο Θεοδωρόπουῇῆος
(ο «Αμερικάνος») έφερε το γραμµόφωνο,
µετά, το ᾿60 έγινε πικ-άπ, µετά κασετόφω-
νο, µετά σιντιέρα. και τώρα η µουσική παί[-
Ζει µέσω κινητού. Αντίθετα, ο Μόβῆας είχε
µεγάῆηπ ορχήστρα εκεί που έπαιζε και τρα-
γούδαγε συχνά ο [Πέτρος ο Κυριακός. Όβα
αυτά αἡβάζουν αἢβά το θέαμα του Ἰαρα-
γκιόζη συναρπάζει, έχει µια αμεσότητα και
κάτι περίεργο. Αυτά τα έβεγε και ο Σπυ-
ρόπουῇΠος, µε τον δικό του τρόπο. Έβεγε,
Π.Χ., «αν ήξερα αγγβικά και έπαιζα, θα τους
είχα τρεβάνει όΠους». ΓΠιράγματι έχει δίκιο,
µε την έννοια πως αν τα εΏῆηνικά είχαν την
διάδοση της αγγβικής Θα ήταν το σημερινό
µίκυ-μάους, και µάβΒιστα πού καῆύτερο.
Και µε άλῆπ σύνδεση. ΓΙ.Χ., ο Μαραγκιό-
Ζη5 έχει γυναίκα (άσχετο αν την κακοµε-
ταχειρίζεται) και παιδιά -- ο Ντόναῆντ Ντακ
έχει ανίψια. ΙΙ Μίνι µε τον Μίκυ δεν είναι
παντρεμένοι. Τα πρότυπα του [ ουόῆτ Ντί-
σνεῦ είναι τεβείως διαφορετικά. ἵΚαι πάντα
ο Ιαραγκιόζης έχει έναν µπάρµπα σοβαρό,
Πίγο εὔπιστο και χαζό, τον µπαρμµπα-[ ιώρ-
γο, ο οποίος τον βοπθάει στις δύσκοβες
καταστάσεις. Έτσι, Ποιπόν, μεταφέρεται το
κοινωνικό σώμα στο θέατρο σκιών. Το κοι-
νωνικό σώµα του 1905”, του 2000 αιώνα. Ο1
ρίζες του είναι στον 1985.
Σήµερα, ᾖΠοιπόν, που το κοινωνικό
σώµα έχει αξβάξει, πως συνεχίζει ο
Καραγκιόζης; Ω5 συντήρηση και φοῆ-
κΠόρ ή αδβάζει και αυτός;
Αυτό είναι µάῆΠον ένα ψεύτικο ερώτημα
που ξεκινάει από µια Πάθος «Λαογραφία».
Αν πάρουμε τη σωστή ἠαογραφική εκδοχή,
ο ἠαός εκφράζεται πάντα µε διάφορους τρό-
πους. Αν τώρα εκφράζεται, όπως ᾗες, µε τον
Σεφερ-
Πή, ή µε
τον Σπύρο
Παπαδόπου-
Πο, ή µε τον
Ἰζέφρυ που κά-
νει κανό, αυτό εἷ-
ναι µια έκφραση
του Παού. Δεν έχει
αξία να προβῆπμµα-
τισιούµε µε αυτό
γιατί και ο ῆαός
μεταμορφώνε!ι
την τέχνη αΏβά
και η τέχνη
μεταμορ-
φώνει τον
Παό. Εφό-
σον Ἠπι-
στεύουμµε
Πως Π τέχνη εἷ-
ναι µια αυταξία,
δεν έχει µόνο
ανάγκη να υπακούει στη γραµµή τη5 εΠο-
χής, αΠΏά θέῇει να βοηθάει και την εποχή.
Ένας αἤηθινός καβήπέχνης, Ποιπόν, µπορεί
µε τον δικό του τρόπο και την τέχνη του να
αναμορφώσει και να βοηθήσει τους γύρω
του, στο µέτρο του δυνατού.
Αυτό που φαίνεται σήµερα στο θέατρο
σκιών είναι Π τάση να το αποµονώνει η ίδια
Ώ κοινωνία, η οποία έχει άβῆες αναζητήσεις,
οι οποίες της επιβάῆβονται από τα Μ.Μ.Ε.,
τα οποία στην Εἠβάδα είναι ποῆβά και ποικί-
ἤα, ὧ5 µη όφειῆαν. Η κρίση βοηθάει στο να
σωθεί ο Καραγκιόζης. Γιατί τα άπειρα περι-
οδικά, ποικίῆπς ύῆπς, κουτσομποβιού ή Πά-
ιφ-στάιῆ και οι άπειρες εφημερίδες, κρατι-
κοδίαιες ή µε άΒΠο τρόπο επιβιώνουσες
χωρίς ἠόγο, μειώνονται. Τα κανάβια πιέζο-
νται να κΠείσουν. Οι επιχειρηματίες αποῆύ-
ουν δημοσιογράφους, ακόµα και στο ραδιό-
φωνο. Ὀβέπουμε µια κρίση στον τρόπο που
τα Μ.Μ.Ε. εππρέαζαν τον κόσµο. Αυτό µπο-
ρεί να βοηθήσει τους καἠῆπέχνες του Θε-
άτρου σκιών, γιατί ο κόσμος, αυτή τη περί-
οδο, αναζητάει στοιχεία ταυτότητας, κάποια
αποκούμµπια. Οι μύθοι του Καραγκιόζη είναι
ποῆύ καθαροί. Όχι µε την έννοια του πουρι-
τανισμού, αΏβά είναι απΏοί και γι) αυτό κα-
τανοητοί, προσβάσιµοι και αποδεκτοί. Ένας
καΠήπέχνης µπορεί να τους χρησιµοποιή-
σει, να τους αποδώσει και να τους µεταδώ-
σει. Ακόμα και κβεφταρμαιωβῆικά έργα µπο-
ρεί να παίξει, αρκεί να ξέρει πως θα τα δώ-
σει στο κοινό του.
Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να φοβόμα-
στε ότι χάνεται ή δεν υπάρχει παράδοση.
Σουβιώτης. Φιγούρα του
Σπύρου Κούζαρου
Αυτό που πρέπει να φοβόμαστε είναι το χά-
σιµο της τέχνης. Το να κάνεις, δηβαδή, Ια-
ραγκιόζη απΠώς για εικοσάΠεπτο συµπῆή-
ρωμα σιπ τηβεόραση ή σε ένα καβῆπεχνι-
κό πρόγραμμα. ΓΙ τέχνπ από µόνη της, αν
έχει δει κανείς παραστάσεις σοβαρών καῆ-
ἠιτεχνών, είναι σπουδαία και δεν ξεπερνιέ-
ται. Είναι αθάνατῃ τέχνη. Αν ξέρεις να κάνεις
αυτά τα πράγματα, έστω και ᾖίγο, αν έχεις
την µυρουδιά, τον αέρα, µπορείς να την δι-
ασώσεις την τέχνη. Αρκεί να έχεις το µερά-
κι. ἵαι το µεράκι της τέχνης υπάρχει στα νέα
παιδιά. Ὑπάρχει Ποιπόν Π δυνατότητα, µέσα
από το Θέατρο σκιών, ακόµα και σήµερα,
να ψυχαγωγηθεί ο κόσμος, επε µιβάμε για
έναν «Παό» εἶε για τις α ή β αυτοεκφραζό-
μενες ή ετεροπροσδιοριζόµενες κοινωνικές
οµάδες. Το μέῆΠον του θεάτρου σκιών εἷ-
ναι απότοκο, απαυγάζει και αντικαθρεπτίζει
τα κοινωνικά δρώμενα. Η κοινωνική κρίση
οδηγεί σε καἠῆπεχνικές κρίσεις αἡδά και
αντιδράσεις, και επαναπροσδιορισμούς, και
νέες καΏῆπεχνικές εκφράσεις.
Πιστεύω ότι ο Ιαραγκιόζης θα πρωτο-
στατήσει σε αυτή την κρίσιμη εποχή, για-
τί είναι το γέΠιο που σώζει. ἸΚαι οι σωστοί
καἠῆιέχνες του θεάτρου σκιών μπορούν
να δώσουν γέβιο, έστω και µέσα από την
τραγικότητα της ζωής. Άῆβῆωστε µην ξεχνά-
µε ότι ο Μαραγκιόζης είναι τραγική φυσι-
ογνωµία, όχι µόνο κωμική. Είναι κωµικο-
τραγική.
Να πούμε δυο Πἠόγια για το τραγικό και
το κωμικό στοιχείο στον Καραγκιόζη. Σ/-
γουρα ο Καραγκιόζης δεν είναι ένας δυ-
τικού τύπου υπερήρωας. Δεν μοιάζει πε-
ρισσότερο µε τους5 ήρωες της τραγωδ΄-
α5, έστω και αν η κάθαρση έρχεται στο
τέῇῆος µε το ξύῆο του µπαρμπα-Γιώργου;
Ναι, ο Ἰαραγκιόζης προφανώς δεν εἷ-
ναι ΣΠάιντερµαν. Είναι ένας που παθαίνει
και μαθαίνει. Π τραγωδία σιπν Αρχαιότητα
ήταν ένας τρόπος εκμάθησης, διδασκαῆ(-
αφ, γι αυτό Λέγαν πως Π τραγωδία «διδά-
σκεται και πἠήρωναν τους Αθηναίους, µε
τα θεωρικά, για να πάνε να διδαχθούν την
τραγωδία. Το ίδιο στοιχείο µπορείς να δεις
και στα βυζαντινά έργα, Π.Χ. «ο Χριστός πά-
σχων». Αντίστοιχα, τα στοιχεία του χορού
υπάρχουν στους ψάῆτες. Τέῆος πάντων,
αξ µην συωνδέσουµε την αρχαιότητα µε την
βυζαντινή Πειουργία, αξ πούμε κάτι άλλο:
γαι στο Βυζάντιο υπάρχει το «παθώς και µα-
θώς», Ὑπάρχει δηβαδή το θείο πάθος απ᾿
το οποίο μαθαίνει ο Λαός, Π εκκἠησία (µην
ξεχνάμε ότι «εκκἠησία» σηµαίνει γενική συ-
νέπευσι). Ὑπ᾿ αυτή την έννοια ο Καραγκιό-
αφιέρωμα: Οέαιρολ ών ο.
Ζη5 είναι ένας «παθώς», συνεχίζεται δηβαδή
η ίδια διαδικασία, αΏΠά δεν μαθαίνει ποτέ.
Έτσι, µετά το τραγικό έρχεται το κωμικό. Εί-
ναι ένας Βέγγος, που τα κάνει όῆα Βάθος.
Ο Καραγκιόζης «παθαίνει», κάνει τη γκάφα,
τρώει το ξύΠο, αΏβά θα την ξανακάνει. Εκεί
περιμένει ο θεατής να γεβάσει.
Επομένως, ο Καραγκιόζης µε τον δικό
του τρόπο βοπθάει τους θεατές να διδα-
χθούν από τη δυστυχία και την ευτυχία, το
καβό καιτο κακό της ζωής. Χωρίς όµως να
είναι μανιχαϊστής. Δεν είναι άβῆωστε προ-
Πετάριος ή Πούμπεν προβῄετάριος, δεν έχει
κοινωνική συνείδηση ο Ἰαραγκιόζης. Ο
Καραγκιόζης είναι Γωμπός -- πάει µε αυ-
τόν που θα κερδίσει. Γιατίθα φάει από αυ-
τόν ψωμί. «Ἠρθε ο Αντρέας, να φάει ο κό-
σµος κρέας». Ο γιός του τα ΄κανε σαβάτα,
ψηφίζουν όῇοι Σύριζα. Ο ἱΚαραγκιόζης εκ-
φράζει το πνεύμα του Γωμπού του ύστε-
ρου Βυζαντίου και τῃπ5 Φραγκοκρατίας. Το
ότι «έρχονται εδώ διάφοροι και µας τρώνε,
µας ρηµάζουν, τι να κάνουµε, εδώ να την
βγάΠουµε µε ψωμί κι εΠιά, χωρίς τον Ικώ-
ἴσο βασιβιά, και Πίγπ ντοµάτα, και έχει ο
Θεός, και µη χειρότερα, και πάΒι από του
πονπρού αμήν, και ό,τι μπορούμε»... Είναι,
όπως γράφει ο µακαρῄης ο Χατζηπφώτης, ο
Πτωχοπρόδρομος. Αν διαβάσει κάποιος τα
πτωχοπροδροµικά έπη του ύστερου ΒΏυζα-
ντίου, είναι ο ίδιος ο Ιαραγκιόζης. Τον κυ-
νηγάει η γυναίκατου, δεν έχει
τίποτε το τσουκάῆι µέσα,
είναι ανεπρό- κο-
πος, άπῆα τῃ5
έταζε για να
την πάρει,
τα παιδιά
τσιρίζουν,
κἠαίνε κ.ῆπ.
Ο Χατζηφώτης
έγραψε και ένα
έργο, «ο Καρα-
Υκιόζης Ππτωχο-
Πρόδρομος»,
το οποίο πα-
ρουσίασε ο
Δημήτρης ο
Μόῆβῆας, ο
ο Μπαρμπαγιώργος.
Φιγούρα του Σπ. Κούζαρου
4ρῦπν / Μάρ.-Απρ. 2019 / 459
γιός του µεγάξου καραγκιοζοπαίκτη Μόῆ-
ἥα, στη μπουάτ Τιπούκεπος, εκεί γύρω σιο
εβδομηντακάτι, όταν άρχισε και φαινόταν
ότι άβῆαζε το κΒίμα ποῆπισμµικά και, έτσι ή
αΏβοιώς, θα οδηγούµασταν σε κάποια µε-
ταποήβπευση. Ό πτωχοπροδρομισµός του
Καραγκιόζη εἶναι ο πτωχοπροδρομισμµός
του Γωμπού των χρόνων της Φραγκοκρα-
τίας. Εκεί, όῆα είναι στον αέρα. Έρχονται Οἱ
Καταβανοί, οι Ναβαρραίοι, οι ΦΒωρεντίνοι,
οι Βερονέζοι, οι Φράγκοι, ένα τρεΏοκο-
µείο. ο Βωμπός Ζει κάτω απ’ αυτούς και,
από φεουδαβικός υποτεβής των Φράγκων,
έγινε µετά ραγιάς των Τούρκων, όπως τα
Πέει ποθύ ωραία και ο Τσιφόρος στο Εμείς
και Οἱ Φράγκοι, το οποίο και είναι ενδεδειγ-
µένο για τη σηµερινή εποχή.
Όταν, ἠοιπόν, έρχεται ο Καραγκιόζης
από την Ανατοβή, τον φέρνουν οι Έβῆη-
νες στα δικά τους µέτρα;
Δεν το ξέρουμε αν ήρθε από την Ανατοβή
ή ήταν ντόπιο προϊόν το οποίο οι Σεῆτζού-
κοι μεταμόρφωσαν. Οι Σεἠτζούκοι, επειδή
δεν είχαν γνώσεις γραμματικές, ήταν ποῇε-
µιστές, διατήρησαν τα νομικά, διπΠωματικά
και καἠήπεχνικά επιτεΠεία των ντόπιων, οΟἱ
οποίοι απῇώς άἡῆαξαν διοικητές. Μπορού-
µε Ποιπόν να σκεφτούμε πως, στην ΓΠιρούσ-
σα, που υποτίθεται πως γεννιέται ο ΙΚαρα-
γκιόζης, έχουµε µια ιστορία Παϊκών και εγ-
γράµατων οµάδων, οι οποίες αναφέρονται!
στη νέα διοίκηση αἡβά έχουν τα ποῆπιστικά
πρότυπα τα ρωμέικα.
Υπήρχε Ἰαραγκιόζης και στην Περσία,
την Αίγυπτο.
Ναι, στην Αίγυπτο, ακόµα και τώρα, Λέγε-
ται ΧάραγκιοζΖ, αν και εµφανίζεται µε άΠΠο
τρόπο στο πανί, επομένως ο Καραγκιόζης,
ως θέατρο σκιών ξέχωρο από τα ανατοῇ(-
τικα θέατρα, είναι ένα κοινό προϊόν της εγ-
γύς5 Ανατοῆής, τῃ5 ανατοβικής µεσογεια-
κής Λεκάνης. Ἰίαι επειδή δεν έχουµε στοι-
χεία για τον 115 ή 125 αιώνα, για τα Λαϊκά
θεάµατα στο Βυζάντιο, δεν ξέρουμε αν εἷ-
ναι απότοκο των βυζαντινών χρόνων, αν και
εγώ πιστεύω ότι εκεί έχει τη βάση του, και
µετά «ντύθηκε τα τούρκικα».
Έχει µια δική του οµορφιά ο Καραγκιό-
Ζη5, ασχέτως αν είναι Σεἠιζούκος ή Ρωμη-
ός. Τον έββεπε και ο ΑΛή Γ]ασάς. Τότε βέ-
βαια ο Καραγκιόζης δεν παιζόταν όπως σή-
μερα. Δεν είχε μακρύ χέρι αΏθβά ήταν «μα-
κρυκαύῆης» και οι παραστάσεις του ήταν
παραστάσεις βωμοβοχίας. Ἠταν σκετσάκια
του δεκάΠεπτου ή του δεκαπεντάΠεπτου.
Γενικά, όµως, το θέατρο σκιών, όπως
μας παραδόθηκε απ᾿ τους παβαιότερους,
{9 /άρ.-Λπρ. 2019 / άρδῃν
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ
ΔΙΑΚΟΣ
αρ,
. πα πως
Ο Αθανάσιος Διάκος
Σχέδιο του Γιώργου Χαρίδημου
μετεξεβιγμένο και εξεββηπνισμένο (µε ή
χωρίς εισαγωγικά) έχει κάτι που δεν έχει
το σημερινό θέατρο της σκηνής. Είναι αυτό
που είχανε οι παβιοί θεατράνθρωποι των
«μπουβουκιών», οι γενάρχες των σηµερι-
νών ηθοποιών. Είναι τα «νούτικα», αυτά δη-
Παδή που βγάζεις από το νου σου. Ιάνανε
περιοδεία στα χωριά οἱ πθοποιοί και έπρε-
πε, από την ίδια τους την καἠβιτεχνική Ιδι-
οσυγκρασία, την ώρα τη5 παράστασης, να
εφεύρουν διάΠογο. «--[ εια σου, τι κάνεις; --
Δεν κάνω. --{ ιατί δεν κάνεις, --Ι ιατί δεν µε
κάνανε. --ΤΙ δεν σε κάνανε; -Ὑπουργό, να
διαιάζω, να διορίζω» κ.ἠπ. Αυτά σαν διάῆ-
Πειμα, ή µέχρι να αἡβάξουν οι άῆβοι πθο-
ποιοί, ή να ετοιμασιούν στο παρασκήνιο
κ.ἠπ. Αυτό το έχει ο καραγκιοζοπαίχτῃς,
Οποιαδήποτε παράσταση του θεάτρου σκι-
ών έχει άπειρους αυτοσχεδιασμούς, η µισή
παράσταση είναι «νούτικα». Αυτό δεν το κά-
νουνε στο θέατρο. Το θέατρο που κάνουν
είναι δυτικό: είναι γραμμένο και επομένως
πρέπει να ακοβουθεί5 τι οδηγίες. Όχι,
όµως, τι οδηγίες µόνο του συγγραφέα,
αΏΠά και του σκηνοθέτη. Επομένως, έχεις
µπβέξει µε ποἠβούς τροχονόµους.
Ενώ τροχονόµος στον Καραγκιόζη είναι
το ίδιο το κοινό...
Ακριβώς. Τροχονόµος στον Καραγκιόζη εί-
ναι η ίδια η τέχνη. Το κοινό και ο καἠῆπέ-
χνης είναι Π τέχνπ. Αν ο καἠῆιπέχνης δεν
καιαΒαβαίνει, µπορεί Π.χ. να παίζει τον
Μορφωνιό επί ένα τέταρτο και από κάτω να
έχουν φύγει όΠοι. Αν καταβαβαίνει, ββέπει
Π.Χ. ότι Π κουβέντα του Καραγκιόζη µε τον
Σταύρακα αρέσει, εκεί που θα την τεβείωνε
στα 5 Πεπτά, την τεβειώνει στα 10. Γιρέπει
να είναι καΒός ο καἠβιπέχνης και βέβαια να
ανταποκρίνεται το κοινό. Αν το κοινό δεν
ανταποκρίνεται, τότε τεβειώνει Π τέχνη.
Άρα µια παράσταση δεν µπορεί να στα-
θεί µε ένα στατικό κοινό, θα πρέπει
το {ίδιο το κοινό να «συμμετάσχει» στο
έργο. Αυτό σήµερα έχει ατονήσει.
Ναι, αυτό είναι σωστό, επειδή ο Ἰαραγκιό-
Ζη5 δεν είναι τπΠεόραση. Το θέατρο ή ο κι-
νηµατογράφος είναι εν ποῆβοίς5 µια τηῇεό-
ραση. Όταν κάποιος διαπαιδαγωγείαι απ’
την τηβεόραση να παρακοβουθεί κάτι ακί-
νητος και ουσιαστικά ανενεργός, πιστεύει ότι
και ο ΙΚαραγκιόζης είναι µια οθόνπ. Εξαρ-
τάται και επαφίεται στον «πατριωτισμό» του
καἠῆιτέχνη να κάνει τον θεατή να αυτενερ-
γήσει και να συμμετάσχει, θετικά ή αρνητικά,
µε οποιοδήποτε τρόπο και µε οποιοδήποτε
όριο. Ο καἠἠπέχνης Θα πρέπει ο ίδιος να
υποστηρίξει τον ρόῇο του και να τον επεκτεί-
νει, και να τον εμβαθύνει. Αυτό το ββέπουμε
στον παιδικό Καραγκιόζη, που όταν έρχεται
το φίδι ή το κουνούπι να πειράξει τον ΙΚαρα-
Υκιόζη, φωνάζουν τα παιδιά «έρχεται», «πίσω
σου», κ.ἠΠ.
Όταν πέρυσι βγήκε µια απόφασητης Ου-
νέσκο, που χαρακτήριζε τον Καραγκιόζη
κομμάτι τΏ5 τουρκικής ποῆπιστικής κἠῃ-
ρονοµιάς, κυκοφόρησαν ευρύτατα στο
διαδίκτυο κάποια κείµενα που έΠεγαν
«εππέΠουςτον ξεφοριωθήκαμε», και θε-
ωρούσαν το θέατρο σκιών ένα τουρκικό
κατάΠοιπο που δεν έχει καμία σχέση µε
τον εἠῆπνικό ποῆπισμό...
Θα κάνω εδώ µια τρίπβα: Αίσωπος στα αρ-
χαία σηµαίνει µαυρομάτης. Ο µαυρομάτης
στα τούρκικα ἠέγεται καραγκιόζης. Ο. Διο-
γένης, πάῆι, Ζούσε σε ένα πιθάρι, σε µια
παράγκα. Η παράδοση του κυνισμού, όχι
όπως την ξέρουµε σήµερα από τους δυ-
τικούς, αΏΠά ως τρόπος ζωής. Τα κωμικά
αστεία του Αισώπου, που όµως είχανε σο-
φία µέσα τους. Αυτά όβα τα βρίσκουμε και
στα βυζαντινά ποιήματα, Π.Χ. τον [Ιουῇοῆό-
γο: Μαζεύονται όῆα τα πουβιά σε έναν γάµο
και εκείτσακώνονται μεταξύ τους γιατο ποια
θέση θα πάρει το καθένα στο τραπέζι. Είναι
ποὴδά αυτά τα ποιήματα, όπως είναι και τα
πτωχοπροδροµικά. Ὑπάρχει επομένως µια
συνέχεια, όπως υπάρχει και συνέχεια στον
κυνισµό: οι καυσοκαῆυβῄες. Ο καυσοκα-
ἠυβπισμός, δηβαδή η άρνηση του κατανα-
Πωτισμού. Ζούσε ένας ασκητής σε µια πα-
ράγκα --ΙΚαραγκιόζης ὁπβαδή, αφού και ο
Καραγκιόζης Ζει σε παράγκα- και έΠεγε;
«θα την κάψω, τι τα θέβω τόσα πράγµατα;».
Και δεν είχε µέσα τίποτα. Ο καυσοκαῦυβι-
τισµός είναι Π απάντηση στο πρόβῆημα του
καταναθωτισμού. Εάν οι Έῆῆπνες δεν είχαν
το πρόβῆπμα του καταναῆωτισμού, δεν θα
είχαν τον φόβο της κρίσης. Ο Ταρκόφσκυ
έκανε την «Ουσία», το τεΠευταίο του έργο,
που κάνει µία κριπική του
καταναθωτισμού. Στο τέῆος
ο ήρωας καίειτο ωραίο του
σπῄι, γιατί είδε στο όνειρό
του πως µόνο έτσι θα µπο-
ρέσει να σώσει τον εγγονό
του. Ἰίαι τότε το ξύῆῇο ανθί-
Ζει, Το οποίο ο ίδιος ο Ταρ-
κόφσκυ παραπέμπει σε
µια ιστορία από το [ εροντι-
κό, µε τον Αββά ΙΚοβοβό.
Ο νεοέββηνας σινεφίᾷ µε-
ταφραστής του έργου, βέ-
βαια, δεν γνωρίζει το γεγο-
νός και μεταφράζει ο «Αβ-
βάς Κοβώβ». Λοιπόν, κο-
Ποβός σιο Βυζάντιο ήταν
ο κοντός, έχει δπβαδή κάτι
κοπεί, είναι κοΠοβομένος.
Ο Κοβοβός ήταν ασκητής
στην Αίγυπτο, σιπν έρημο
της Νιπρίας. Από την παρά-
ὃοση αυτή των ασκητών της
ερήμου έβγαμε ο Ταρκόφσκυ αυτή την ιστο-
ρία, αυτόν τον ύμνο εναντίον του καταναβω-
τισμού. Αυτό είναι και το πρόβῆημα σήµερα
στην Εἠβάδα. Αν καίγαν όΠοι τα σπῄια τους,
μεταφορικά βέβαια, θα ήταν µια χαρά.
Βέβαια ο Καραγκιόζης µένει µεν σε πα-
ράγκα, αΏβθά είναι αδηφάγος και µονί-
µως Ζητάει...
Ναι, καμία αντίρρηση. Άβῆωστε, ο |Καρα-
γκιόζης µπορεί να γίνει και δικτάτορας. Ο
πεινασµένος, όταν γίνει πΠούσιος, γίνεται
χειρότερος από τον πβούσιο, που Βέει ο Πό-
γο5. Όῆα αυτά, όµως, είναι ο εΏβπνισμός.
Όταν ο Οβυμπιακός έγινε κυρίαρχος, δεν
άφηνε κανέναν άθΠο να πάρει τίποτα. Για-
τί Γιατί έτσι. Ενώ δικαιούνταν και οι άθῆες
οµάδες τπῇους. Μια δεκαετία τα είχε όῆα ο
µεγάβος και στους άῆβους δεν έδινε ούτε
τα κόκαῆα. Αυτό οδήγησε στη διάῆυση του
ποδοσφαίρου στην ΕἠΠάδα. Γ]αβιά ήταν αἲ-
Βιώς το ποδόσφαιρο, όπως ήταν αΏβιώς
και ο Καραγκιόζης. Τώρα, αξ πούμε, έχου-
νε χαάσει όῆα -- έ και τι έγινε; Όντι χαβάει
φτιάχνει, ό,τι χαβάει αποχαβάει. Α5 µπν το
αποῆυτοποιούμε. Έτσι και ο Καραγκιόζης,
δεν τα αποῆυτοποιεί. 2ου Πέει: «Εντάξει, Χα-
μένος είμαι, και τι έγινε; Μην δεν ήμουνα και
πριν». ΕΠπίζει µέσα από την απεῆπισία του.
γαι ελπίζει δια τς απεἠπισίας του. Αυτό δεν
είναι µόνο π διαΠεκτική της τρέῆας, είναι και
Π διαβεκτική της Ορθοδοξίας. Ακόμα καιτης
«Όρθο-Ποξίαξδ»Ι Έχει µυσιικά τέτοια το θέᾳα-
τρο σκιών, για όποιον θέΠει να τα δει.
Αν το θέατρο σκιών, όπως το ξέρουμε
Ο καβγάς του Μπαρμπαγιώργου µε τον Δερβέναγα
Σχέδιο του Δημήτρη Μόῆῆα
εδώ στην ΕἠΠάδα, και είναι διαμορφωμένο
από το 1900 περίπου, βρισκότανε σε κα-
ἠύτερη θέσᾳ, αυτό θα οφειΏότανε όχι στο
κράτος, ούτε σε φωτισµένους καἠῆπέχνες,
αΏθά µόνο στο ότι θα έπρεπε να αΏβάξει
νοοτροπία ο νεοέῄῆπνας. Να πει, δπβαδή,
ότι δεν έχουµε µόνο την Ακρόποῆπ, αἲΠά
έχουµε και χιβιάδες βυζαντινά ξωκβήσια
που είναι αριστουργήματα και έχουµε και
µια Παϊκή τέχνη που καΏό είναι να την υπο-
στηρίξουμε. Όχι όµως να την υποστηρίξου-
µε μοιράζοντας χρήματα, όπως μοίραζε
επιδοτήσεις η µακαρῄισσα η Μεβίνα στους
θεαιράνθρωπους για να ανοίξουν ένα θέ-
ατρο, και στο τέῆος να έρθει Π οικονομική
κρίση, να µην µπορεί να δώσει το κράτος
και να κβείσουν τα θέατρα, αΏΠά να βοη-
θήσει να υπάρχουν σταθερές σκηνές, όπου
να Παίζει ο κάθε ένας, χωρίς αυτό το χάος
της υπερφοροβόγησης κ.ΒΠ.
Η αλήθεια είναι ότι το θέατρο σκιών πιο
ποὴύ επηρεάζεται από την οικονομική κρί-
σπ, παρά από τπν κρατική βοήθεια ή αδια-
αφιέρωμα: Οέαιροληπών ΕΒΕ
φορία. Π αδιαφορία ίσως είναι και κάπου
καβή. Γιατί, στην Εἠῆάδα, όταν Λέμε ότι το
κράτος ενδιαφέρεται, εννοούμε ότι κάποιοι
θέῆουν να δώσουν βοήθεια σε κάποιους
άθΠους και να αφήσουν τους υπόΠοιπους
στο πουθενά. Αυτό δεν είναι κρατική βοή-
θεια, είναι ρουσφέιτι. Επίσης, αν ένας τρε-
Παμένος, ποῆπισμικά σπουδαίος, θέῇει να
βοπθήσει, πάΒι θα βοηθήσει αυτό που έχει
το µυαβό του, άρα θα διαβέξει αυτούς που
είναι κοντά σε αυτά που σκέφτεται. Ούτε
αυτό είναι βοήθεια. Χρειάζεται άθβΠου τύ-
που πρόταση για το θέατρο
σκιών. Αν το θέατρο σκιών
το είχανε οι Αυστριακοί, ή
οι Ιταῇοί, Θα το βοπθάγα-
νε ποΏύ περισσότερο και
µάΒιστα χωρίς προκαταΒή-
Ψεις͵,
Εν κατακῇβείδι, δυο Πόγια
για τον Καραγκιόζη και
τον καραγκιοζοπαί(χτῃη.
Από ποῆβές πΠευρές, ο
καραγκιοζοπαίχτης είναι
ένας αφανής ήρωας. Γ]ου
κανείς ποτέ δεν σκέφτεται
να του στήσει άγαῆμα. Σου
Πέει: «ΤΙ είναι αυτοί Ικα-
ραγκιόζηδες». ΑΒΒά µόνο
που το ἠένε, αυτοί που το
Πένε, δείχνουν ποιος είναι
ο αἡπθινός καραγκιόζης.
Αν και ο Καραγκιόζης έχει
και τον φίΠο του τον Χατζη-
αβάτη, και ποθβούς ἁάῆ-
Πους, επομένως είναι µικρό το κακό να εί-
σαι καραγκιόζης. Δυστυχώς, το να σε βρί-
Ζουν «καραγκιόζη» δείχνει την ποιότητα του
νεοεββηνισμού. |Και δείχνει και την κακό-
τητα που υπάρχει. Ικαι σε αυτό το σηµείο,
οι καραγκιοζοπαίχτες πρέπει να δράσουν
δημιουργικά, να δείξουν ότι δεν είναι έτσι,
Πρέπει να έχουν το µεράκι τῃπ5 αυτοβεῆ-
τίωσης. Δυστυχώς, όπως είπαμε και πριν,
το κοινό είναι πιο ποβύ άµαθο και δεν µπο-
ρεί να βοηθήσει τους καἠῆπέχνες, όπως
παβιότερα.
4ρδην /άρ.-Λπρ. 2019 {1Η
λυνέάντευζη µε τους
καραγκιοΖ0ΠΒίχτες
)1άΘη Λαγκάδα
Νικόῆα ΛΠεφραγκή
Και 14σ0 ! ειωβγίου
Στο φιΠόξενο
(και άκρως καραγκιοζόφιβο)
καφενείο του Τόῆη,
σιῃπν οδό Κωβέττῃ στα Εξάρχεια,
συναντήσαμε και συζητήσαµε
µε τρεις από τους νεώτερους
επαγγεῆματίες
καραγκιοζοπαίκτες
για το σήµερα και το αύριο τΠ5
τέχνης τους.
Το κοινό
Άρδην: Ποια είναι Π ανταπόκριση που
έχει Π τέχνη σας σήµερα;
Νικόῆας ΑΠεφραγκής: [Παβιότεα, το
κοινό είχε µεγαῆύτερο σεβασμό στον καῆ-
ἠιτέχνη. Ο κόσμος ήταν προσηβωμένος
στο έργο και σεβόταν τον καραγκιοζοπα(-
χτη. Με τον καιρό αυτό ξεχάστηκε και σή-
µερα το κοινό δεν µπορεί να καθπῆωθεί
στο πανί. Κακά τα ψέματα, οι παῆιές επο-
χές πάνε, γι΄ αυτό και εκσυγχρονίζονται
οι Παραστάσεις. Θα βάβεις τρόικα µέσα,
ΔΝΤ, Βουβές, για να κάνεις τον άῆΠο να
σε προσέξει,
Στάθη5 Λαγκάδας: Ναι, αυτό το παρατη-
ρώ και εγώ ποβύ στα σχοβεία. Τα παιδιά
µιΠάνε μεταξύ τους και σε αυτό φταίει η τη-
Πεόραση. Επειδή βἠβέπουν ουσιαστικά µια
άσπρη οθόνη, νομίζουν ότι μπορούν να µι-
Πάνε όπως όταν βἠέπουν ένα έργο.
Υπάρχει αββαγή στο ενδιαφέρον του
κοινού, τον τεΠευταίο καιρό, που µπα(-
νουµε σε µία περίοδο Μιγότερης ευµά-
ρειας;
Τάσος Γεωργίου: Όταν π Εἠβάδα περνού-
σε κάποια κρίση, ο Καραγκιόζης ανέβαινε,
όπως και όῆα τα ἠαϊκά θεάματα, το Παϊκό
τραγούδι, το ρεμπέτικο, οτιδήποτε έφτιαχνε
ο άνθρωπος από µόνος του. Ο ΙΚαραγκιό-
Ζης είναι και θα είναι πάντα φτωχός. Όταν,
Ποιπόν, κάποιος είναι πβούσιος, αΏΏῆά µόνο
στο πορτοφόᾷι, ενοχΏείαι από τον Ιάαρα-
γκιόζη και προσπαθεί να τον αποβάβει. Ο
πρώτος που το εξέφρασε αυτό ήταν οΓε-
ώργιος ο Γιαπανδρέου ο παβαιότερος, που
είχε πει, όταν ήταν Πρωθυπουργός, «Ρε
Παιδιά, καΒός ο Καραγκιόζης αἡᾗά βάῆ-
τε του παπούτσια». Έπρεπε να προσαρµο-
στεί µε την εποχή. Όμως, η ξυποβισιά του
Καραγκιόζη δεν είναι µόνο Λόγω φτώχειας,
όπως και Π καμπούρα και όβος ο χαρακτή-
ρας του συµβοβῆίζουν και άῆβα πράγματα.
Κάθε φορά Ποιπόν που υπάρχει κρίση, και
η σηµερινή κρίση δεν είναι µόνο οικονο-
µική, ο ΙΚαραγκιόζης ανεβαίνει γιατί ο κα-
θένας βΒέπει σ᾿ αυτόν τον εαυτό του. Γι
αυτό και παραμένει πάντα διαχρονικός. Ο
[Πασάς παρεμβαίνει, διατάζει, επιβάββεται,
είτε µε ένα χαράτῖσι, εἶε µε τον θάνατο ενός
ήρωα. Ο [Πασάς θα μπορούσε κάῆῆιστα να
είναι ο Γιαπαδήμος ή οτάδε Γερμανός που
μας κυβερνάει. Ο κόσμος τα καταβαβαίνει
αυτά και, Κκαµιά φορά, βέβαια, τον ενοχῇεί,
Γιατί ο Ιάαραγκιόζης πάντα Βέει αΏήθειες.
Πόσο εὔύκοβο είναι να ταυτιστεί µε τον
Καραγκιόζη ο σημερινός νεοέῆῆηνας
του εκσυγχρονισμού;
Τ.Γ. Οι νεώτεροι καραγκιοζοπαίχτες περά-
σαμε µια περίοδο προσαρμογής. Εμείς, η
γενιά του 80 και µετά, έπρεπε να δούµε
πώς Θα μεταφέρουμε την τέχνη στο κοι-
νό. Ὑπήρξαν και φορές που σιχτίριζες που
πήγες να παίξεις παράσταση. Τώρα έχουν
µπει κάπως σε µια σειρά. Οι παραστάσεις
µέρα µε τη µέρα βεῆτιώνονται και σήµερα
ο Καραγκιόζης µπορεί να αγγίξει τους πά-
ντες, Παιδιά και µεγάβους.
Σ.Λ. Έκανα µια φορά µια παράσταση σε
έναν παιδότοπο και έρχεται ένας γονιός και
µου Πέει ««αβά όῆα αυτά αἡβά δεν νοµί-
Ζω ότι ο Καραγκιόζης έχει πια τόση δύναμη
όσο παβιότερα». «Γιατί το Πες αυτό; «Λα,
µου Πέει, ο Καραγκιόζης µένει σε µια κα-
ἠύβα. Εμείς πια Ζούμε σε διαμερίσματα».
Του Μέω: «Χρησιμοποίπσες την Πιο σωστή
Πέξη: Ζούμε. Αν παρατήρησες την παρά-
σταση, ο ΙΚαραγκιόζης όταν µιβάει µε κά-
ποιον είναι έξω από το σπίτι, γιατί π Ζωή
είναι έξω, όχι µέσα. Εσένα σου έχουν επι-
ῥάῆλει ότι Π Ζωή είναι µέσα σε Τέσσερα
ντουβάρια. Ο Καραγκιόζης ό,τι έχει να κά-
νει και να πει το κάνει έξω. Στο καβύβι κοι-
µάται! -- µένει, δεν Ζει».
Τώρα βάζεις και τη διάσταση του δη-
µόσιου χώρου. Παβιά, δπβαδή, γινόταν
παράσταση και ήταν ουσιαστικά σαν να
ήταν συνέβευση όΠου του χωριού...
Σ.Λ. Μα φυσικά, π παράσταση του ΙΚαρα-
γκιόζη ήταν γιορτή.
Άρα δεν είναι θέµα του καἠβιπέχνη
αΏδβθά της κοινωνίας...
Τ.Γ. Κοία, παΒιά ο Καραγκιόζης έκανε
αυτό που κάνει ο Λαζόπουῆος σήµερα, σε
ποθύ καἠύτερη έκδοση, βέβαια. Ώταν η
εφημερίδα του χωριού, Π τηΠεόραση του
χωριού που δεν υπήρχε. Ο καραγκιοζοπα(-
χτης γύριζε τα καφενεία, μάθαινε κουτσο-
µποβιά και το βράδυ τα έβαζε στην παρά-
στασῃ. |Και ο κόσμος µάθαινε από τον |Κα-
ραγκιόζη και τα νέα. ἸΚαι, βέβαια, πέρναγε
ο καραγκιοζοπαίχτης και τα μηνύματα που
ήθεΠε να περάσει, γι΄ αυτό και τον κυνη-
γούσε πάντα η εξουσία.Έβεγε ο Γιάνναρος
ότι πήγαινε στα χωριά το χειμώνα να παίξει
και έπρεπε να πάρει άδεια από την αστυνο-
µία. Οι μόνοι, έΠεγε, που έπρεπε τότε να
πάρουν άδεια ήταν οι καραγκιοζοπαίκτες
και οι πουτάνες. Γ]άντα τον κυνηγούσαν τον
Καραγκιόζη, ακόµα και στην τπΠεόραση --
ειδικά τα κρατικά κανάβια τον έχουν κόψει
τεΠείως.
Πως καταφέρνει ο Καραγκιόζης να εἷ-
ναι µια Ζωντανή τέχνη και να µην ξεπέ-
σει σιο φοἠκῆόρ;
Σ.Λ. Από τη στιγµή που μπαίνει στη παρά-
σιαση η επικαιρότητα, αυτομάτως αποκτά
Ο Καραγκιόζης µε τα κοἠῆπτήρια, από την παράσταση του Στάθπ Λαγκάδα
στην 9Π πανεἠβήνια συνάντησῃπ του Άρδην στο Στιόµιο Κισσάβου
Ο Τ. Γεωργίου στον µπερντέ του.
Ο Ν. ΑΔεφραγκής µετον Μορφονιό του.
αφιέρωμα: Θέατρο Λ/κιών
Στάθης Λαγκάδας, 95
Γέννημα θρέµµα Πειραβωνίης, µε µι-
κρασιατικές ρίζες. Τεκίνησα επαγγεῆμα-
τικά από τα 21, και είµαι αυτοδίδακτος.
Όντι έχω µάθει, ήταν από θέατρα που
πήγα, στον Βάγγο ή στον Μάνθο, ή από
την τηΠεόραση. Γιρώτη µου επαφή ήταν
3 χρονών, µε τον Σπυρόπουῇο, και κόῆ-
ἤησα. Όπου είχε καραγκιόζη πήγαινα,
ο Βάγγος, µάβιστα, στα 10 µου, µε είχε
βάΠει και πίσω από τον µπερντέ μερικές
φορές. Η αγάπη µου για το θέατρο σκιών
µε έχει οδηγήσει να κάνω και ταξίδια στο
εξωτερικό, σε χώρες µε παράδοση στο
Οέατρο σκιών: Αίγυπτο, Τυνησία, Τουρ-
κία, Σωρία, Ιορδανία, [ αἡβία, Ινδία, Ιράν.
τπῇ. 6975715980
ΝικόβαςΑβεφραγκής, 29
Τα δικά µου τα ερεθίσµατα ήταν από τον
συγχωρεμένο πατέρα µου, που ήταν από
την Καββίποῦπ στον ΓἹειραιά, και ήταν
Οεατής στον Χαρίδημο. Αυτός µε έµαθε
να κάνω Βαρυγγοφωνές. Έκατσα και δύο
χρόνια στον Θανάση τον Σπυρόπουβο,
και µετά στον Λεωνίδα τον Δημόπουῇο.
τπή. 69 /999909/
Τάσος [εωργίου, 2
Καταγωγή από [Ἰρέβεζα, µεγάβωσα
Κυψέῆηπ και µένω στο Γιαγκράτι. ΙΚα-
ραγκιόζη είδα πρώτη φορά στον Μάνθο
τον Αθηναίο. |Κάποια στιγµή, ανακάβυψα
ένα θέατρο στου Γκύζη, όπου έπαιζε ο
Κυριάκος ο Δεσσύῆας. Τον βρήκα, µε
έβαῆε µέσα στη σκηνή και εκεί γνώρισα
και τους νεώτερους Καραγκιοζοπαίκτες.
Όταν ο Κυριάκος πέθανε, συνέχισα µε
τον Άθω Δανέῆῆπ που συνέχισε στο Θε-
ατράκι αυτό, ενώ τα καΒοκαίρια πήγαινα
στο θέατρο του Μάνθου, στη Νέα Σμύρ-
νηΏ, στον οποίο µαθήτευσα για δέκα κα-
Ποκαίρια. [ νώρισα και τον Διονύση τον
Λέντερη που έπαιζε στο Λουτράκι, έκα-
Ίσα κάποια Χρόνια δίπῆα του, και σιγά
σιγά ξεκίνησα, γύρω στα 12, να παίζω
µόνος µου, στο σχοβείο, στα παιδικά
πάρτυ της γειτονιάς και σιγά σιγά δηµι-
ουργήθηκε ένας κύκβος. [Παράθῆπῆα,
από ποβύ µικρή πβικία κάΒυπτα και κά-
ποιους Ιαραγκιοζοπαίκτες σε παραστά-
σεις που δεν μπορούσαν να πάνε. Στα
14 µου πήρα το πρώτο µου βραβείο,
στο φεστιβάῆ της [Πάτρας.
ἴΠῇ. 6946744919
4ρῦῃν / Μάρ.-Απρ. 2019 / 49
ο
[9]
5. ϐ Καρογκιότα, Μεέκτρο,
πα’
ἱ
τη δική του ζωντάνια. Ακόμα και τα παιδιά
καταβαβαίνουν.
Ο Πασάς. Φιγούρατου Ν. ΑΔεφραγκή
Η προσαρμογή
Εσεί5 µεγαβώσαιτε την δεκαετία του 80,
όταν η τηβεόραση ανέβαινε και η πα-
ράδοσῃ... κατέβαινε. Εσεί5 πήρατε τον
ανάποδο δρόµο - πωςτο βιώσατε αυτό;
Τ.Γ. Ὑπήρξε µια περίοδος προσαρμογής.
Μαθαίνεις τον ΙΚαραγκιόζη από τους πα-
ἡιούς, µετις παβιές παραστάσεις, και ξαφ-
νικά, προκειµένου να µπορέσεις να δου-
Πέψεις, Π.Χ. σε σχοβεία, αναγκάζεσαι να
τον προσαρµόσεις: µη βρίσεις, µη σκοτώ-
σεις, µη βάΠεις βία, ακόµη και τα κοῆβη-
τήρια Λέγανε «να µπ βαράει ο Ιίαραγκιό-
Ζη5 τα παιδιά του». Πράγμα τεβείως αντι-
θεατρικό -- πως θα κάνει κωμωδία ο |Κα-
ραγκιόζης, αφού έχει περιορισμένες δυνα-
τότητες σαν φιγούρα. Γιροσαρμοσιήκαμε,
Ποιπόν, και είπαµε αυτός είναι πια ο |Κα-
ραγκιόζης: για τα σχοβεία και τα παιδικά
πάρτι. Βέβαια αν δεν υπήρχε αυτό εμείς
δεν θα είχαµε γνωρίσει ποτέ τον Καραγκιό-
Ζη. Γιατί αν περιμέναμε να γίνει µια µόνι-
µη σκπνή, να έρθει ο κόσμος να µάθει τον
Καραγκιόζη, δεν υπήρχε περίπτωση. Εγώ
απογοπτεύτηκα, όµως, όταν είδα ότι αυτή
η τέχνη που έµαθα πάει χαμένη. Εντάξει,
υπάρχουν κάποιες κωμωδίες που µπορείς
να παίξεις σε ένα σχοβείο, ή κάποια πρωι-
κά που µπορείς να ψευτοπαίξεις. Οι άββες
παραστάσεις όµως, όπως και άἢᾷα, το µό-
νιµο θέατρο, η ιεροτεῄεστία της παράστα-
σης, Π μαθητεία σε έναν καραγκιοζοπα(-
χτη, όΠα αυτά χάνονται. Ιβείνεσαι σε ένα
90 /Μάρ.-Απρ. 2019 / άρδην
παιδικό δωμάτιο και πρέπει να είσαι ποθύ
προσεκτικός στο τι θα πεις και πως θα το
περάσεις. ΑΛΠά αυτή την εποχή την περά-
σαµμε. Τώρα έχει αρχίσει και ξανανεβαίνει
ο Καραγκιόζης και αυτό είναι θετικό.
Σ.Λ. Ναι, και εγώ το έχω αντιμετωπίσει
αυτό. Μου έχουν πει να µην βαράει ο ἸΚα-
ραγκιόζης γιατί είναι βία...
Τ.Γ. Το χειρότερο είναι ότι κρυβόμασιε
Πίσω από το δάχιυΠό µας. Όταν οι δασκά-
Ποι ή οἱ γονείς Λένε «Εγώ θέβω να µεγα-
Πώσει σωστά το παιδί, όχι µε τον Ιίαρα-
Υγκιόζη», και µετά βάζουν τα παιδιά µπροστά
στην τηβεόραση, είναι δυνατόν να µου Πένε
«Δεν Θα χτυπήσει ο Ιαραγκιόζης, δεν Θα
πει βΠάκα ο Καραγκιόζης»; |και τα ακού-
µε και από ανθρώπους που είναι µέσα στο
παιδικό θέµα, ακόµα και καΏΏιτεχνικά γρα-
φεία ή παιδότοποι. Μου είπαν σε ένα γρα-
φείο: «Μπν Πες βἠάκα γιατί το ακούνε τα
παιδιά και το Πένε». Μία από εμένα θα το
ακούσει το «βῆάκα»; Το ότι ακούει από το
σπίτι και από την τηΠεόραση όῆηπ µέρα χρι-
στοπαναγίες; Είναι παρωδία...
Ν.Α. Έχει τύχει να παρεξηγπθούν σε κα-
τηχητικό επειδή ο μεσαίος γιος του Καρα-
γκιόζη Πέγεται Κοπρίης. Και κόπηκε η πα-
ράσταση και τον διώξανε τον καραγκιοζο-
παίχτη...
Οι καββπέχνες
Τ.Γ. Είναι πάντως µία εποχή σήµερα που ξε-
σκαρτάρει το πράγμα. Όχι µόνο στο ΙΚαρα-
γκιόζη αΏβά και σε άβΠους τοµείς, και στη
µουσική και στο Θέατρο και αΏβού. -τε-
σκαρτάρει. Ὠβέπεις για παράδειγµα τον Ντα-
Πάρα, ωραία φωνή, αΏβά για ποιο Λόγο να
πας πια να τον πἠπρώσεις νατον ακούσεις;
Σ.Λ. Το θέµα είναι ότι δεν µπορείς να µιβάς
µέσα από τα τραγούδια σου υπέρ του κό-
σµου, γιατί ο Νταβάρας έχει εκφράσει κυ-
ρίως ἠαϊκά αισθήματα, καιτο βράδυ να κοι-
µάσαι αγκαβιά µε µία που έχει ψηφίσει το
μνημόνιο. Ὑπάρχει µία υποκρισία.
Τ.Γ. ΙΚκοία, εμείς οι Έῆῆπνες, όποτε µας
δοθεί η ευκαιρία να εκμεταἠβευτούμε κάτι
θα το κάνουμε, αΏβά για το δικό µας συμ-
φέρον. Δεν είδα κάποιον ποτέ να πει «Γ]αι-
διά θα κάνουμε κάτι όᾗοι µαζθ. Για πα-
ράδειγµα να πει κάποιος «Μου δόθηκε η
ευκαιρία για ένα θέατρο αἡᾗά µόνος µου
δεν µπορώ. Να το δουβέψουμε όβΠοι µας».
Ακόμα και στο θέατρο που δουΠεύουνε 20
άτοµα για να γίνει µια παράσταση, ένας εἷ-
ναι αυτός που Θα φαίνεται,
Ν.Α. Όβοι πρέπει να δουλεύουν για ένα
κοινό σιόχο. Αν είναι κάθε µέρα να τσα-
κωνόµαστε και να είµαστε όΜη µέρα στον
ανταγωνισμό, έ, πάει, θα πέσουµε σια Τάρ-
ταρα. Ιαι δεν γίνεται µόνο σε αυτόν τον το-
µέα. Εγώ που ασχοβούμαι και µε τον µου-
σικό τοµέα τα ίδια σκατά είµαστε όῇΠοι.
Σ.Λ. Δυστυχώς αυτό το αντιμετωπίζουμε
ως5 καραγκιοζοπαίχτες σε έναν κάδο που
είμαστε µια φούχτα άνθρωποι. |Και δεν θα
έπρεπε να υπάρχει αυτό. Δόξα τω Θεώ
στον κΠάδο µας υπάρχει ψωμί για όΠους.
Δυστυχώς όµως δεν υπάρχει σύμπνοια,
φαγωμάρα υπάρχει.
Τ.Γ. Το κύριο πρόβῆημα είναι ότι ο Καρα-
γκιόζης είναι εγωιστική τέχνη. Θέῇεις να τα
κάνεις όῆα µόνος σου, ακόµα και τις Φι-
γούρες και τον µπερντέ µας θέΒουμε να τα
φτιάξουμε μόνοι µας. Γι΄ αυτό και δεν µπο-
ρούν να συνυπάρξουν δύο καραγκιοζοπα(-
χτες. Από τους παβιούς, Π.χ. εμείς οι νεώ-
τεροι δεν είχαµε και την καβύτερη αντιµε-
τώπισῃ. Είναι εγωιστική τέχνη και αυτό µας
έφαγε. Π προηγούµενη γενιά αντιμετώπισε
ένα κοινό ποὴβύ απαπητικό. Ακούγαμε ότι
τρώγανε ακόµη και ντομάτες σε παράσια-
ση. Γι’ αυτό µας περάσανε και µια νοοτρο-
πία ότι πρέπει να είσαι τέβειος σε όῆα.
Πηγαίνοντας, όµως, σε σχοβεία ακο-
Πουθεῄε µια μοναχική πορεία. Σκεφθή-
κατε ποτέ να κάνετε κάποιοι καραγκιο-
Ζοπαίχτες που τα βρίσκετε ένα µόνιµο
θέατρο να παίζετε όβοι µαζί;
Ν.Α. Ανέφικτο.
Τ.Γ. Δύσκοῆο έως ακατόρθωτο. Το να γί-
νει µια συἠβογική δουβειά, είναι ανέφικτο.
Προσπαθήσαμε και µε το Σωματείο, να γί-
νει µια εθνική σκηνή ΙΚαραγκιόζη, µας αντι-
µετωπίσανε µε απάθεια. Μόνο αν υπάρξει
ιδιωτική πρωτοβουῆία, αἡβά όχι συθΠογι-
κή. Δεν γίνεται να συνεργαστούν καραγκιο-
Ζοπαίχτες.
Όταν όµως το κράτος δεν σου δίνει τη
δυνατότητα να υπάρξεις και ατοµικά ο
ίδιος ναι µεν µπορείς να υπάρξεις αῆθά
το µικραίνει5 αυτό που κάνεις, είσαι
κάτω από αυτό µπορείς5, δεν θα µπο-
ρούσε να γίνει κάτι συββογικό;
Τ.Γ. Αν οι καραγκιοζοπαίχτες είχαν Πίγο
μυαβό περισσότερο θα μπορούσαν να εκ-
μεταββευτούν αυτή την εποχή. Είναι µια
καΒή ευκαιρία να κάνουμε αυτά που θέ-
ἥουμε, αΏθβά δυσιυχώς πάντα θα υπάρξουν
αυτοί που δεν θα τους αρέσει το ένα και το
άἢΠο. Μπορεί να είναι κα[ό, µπορεί να εί-
ναι κακό αΏΠά Θα πρέπει να κάνει ο καθέ-
νας µόνος του τῃ δουβειά του. |Και ό,τι µπο-
ρεί να το κάνει, να µην τα παρατήσει.
Σ.Λ. Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωσῃ. Γιάνω
απ᾿ όβα ο µεγάβος µας δάσκαβος είναι ο
Καραγκιόζης που µας έµαθε να µπ σκύ-
βουµε το κεφάβι και µε το χαµόγεβο να τα
βγάζουμε πέρα.
Το µέῆΠον
Με βάση όῆα αυτά που έχετε πει, αι-
σθάνεστε κατά κάποιο τρόπο ότι είστε
«οι τεΒευταίοι των Μοϊκανών»;
Ν.Α. Δεν νομίζω ότι είµαστε οι τεΠευταίοι.
Προοπτικές υπάρχουν Και όσο υπάρχουν
δεν θα σβήσει ποτέ ο Καραγκιόζης. Όσο
µπορεί κανείς να περνάει μηνύματα και βι-
ώματα που έχει στα παιδιά του, τα εγγόνια
του ή σε οποιονδήποτε άῆῇΠο, ο ΙΚαραγκιό-
Ζη5 δεν θα πεθάνει ποτέ.
Τ.Γ. Ο Καραγκιόζης είναι μικρόβιο. Τον
κοῆθάς και µένει για πάντα. ΑῆΠά πρέπει να
έχεις βάσεις. Δεν γίνεται κάποιος καραγκιο-
Ζοπαίχτης από µόνος του. Θα πρέπει, ζοι-
πόν, κι εμείς, που έχουµε βάσεις από πα-
Διούς καραγκιοζοπαίχτες να τις δώσουμε
στους νέους που θα ακοβουθήσουνε αργό-
Λογικό, ούτε κι αυτός.
Τ.Γ. Ἐ, µόνο µε προσωπικές επαφές, αν
ήξερες τον τάδε είχες µια καβύτερη μοίρα,
αΏθά µέχρι εκεί,
Ν.Α. Από τη µέρα που πέθανε ο Σπαθά-
ρης, βγήκανε ποῆβοί, π.χ. Ὑπουργείο Γο-
ἠπισμού, Ὑπουγργείο Τουριστικής Ανάπτυ-
ξῃς, και είπανε Θα και θα και θα. Θα τον
ανεβάσουμµε, θα τον σιπρίξουµε, Θα κά-
νουµε, Θα ράνουµε. Αν είχε στόμα ο |ία-
ραγκιόζης Θα τους έΠεγε «Δεν έχω ανά-
Υκη κανένας σας». Ο ΙΚαραγκιόζης αν ήταν
άνθρωπος θα μπορούσε να βάβει τάξη σε
αυτή τη χώρα. Κι αξ ήταν φτωχός, κι αξ
ήταν µπαΠωμένος -- και θα είχε καταργήσει
και τη κάϊῆπη κιόῆας!
Εγώ πιστεύω ποβύ στα νέα παιδιά και
τους αγαπώ όΠους. Είμαι της άποψης ότι
κάθε µέρα που περνάει, µπορεί να είναι
δύσκοῆα τα πράγματα αΏΠά εφόσον δου-
Πεύουμε όῆΠοι για έναν κοινό στόχο, δεν
έχουµε να φοβπθούμε τίποτα. Απῆά όῇβοι
μαςδ να στηρίζουμε αυτό που έχουµε και
να είµαστε Έβῆηπνες πάνω απ’ όῇα. Γιατί ο
Καραγκιόζης είναι από τα Πίγα κῄπρονομι-
κά στοιχεία τς πατρίδας µας, που περνάει
από σιόµα σε στόμα, όπως καιτο δημοτικό
τραγούδι, το ρεμπέτικο, όῆη π ποῆπισμική
αφιέρωμα: ΟέαιροΛηπών ΕΒΕ
Τώρα το βάρος πέφτει σε σας. Φεύγουν
και οι παβαιότερο:...
Ν.Α. Ο Βάγγος, ο Μάνθος, ο Σπαθάρης.
Μέσα σε ένα χρόνο τρεις]
Πρόσφατα έφυγε και Ππ Δόμνα Σαμίου...
Ν.Α. ΙΚαι σε ρωτάω εγώ τώρα. Μετά που
πέθανε η δασκάξα η Δόμνα, τι πρέπει να
κάνουν οι µαθητές της, να φαγώνονται ή να
συνεχίσουν το έργο της; Στη δικιά µας τη
κΒίκα έτσι είµαστε...
Είχε πει η Δόμνα Σαμίου «Σημασία στη
Ζωή έχει να µπορεί από το τίποτα να γί-
νει το παν. Αυτό κάνει και το τραγούδι
και Π τέχνη γενικότερα». Το τίποτα για
σας είναι ένα χαρτόνι και ένα παν/(.
Σ.Λ. Έτσι είναι. Ακριβώς...
Ν.Α. Ειβικρινά για µας ο Καραγκιόζης είναι
όΒη µας π ζωή.
Σ.Λ. Δεν υπάρχει καβύτερο πράγµα από το
να γίνεσαι πίσω από τον µπερντέ ένας µι-
κρός θεός. Να παίρνεις µία άψυχη φιγούρα
και να της δίνεις Ζωή...
Τ.Γ. Αν πρέπει να κρατήσουμε κάτι είναι ότι
ο ΙΚαραγκιόζης έχει µέῆβον. Έχει παρόν,
έχει και μέῆΠον γιατί έχει και ιστορία.
τερα. ΓΙάντως, Π αΏήθεια είναι ότι το κράτος
ποτέ δεν τον βοήθησε τον Καραγκιόζη. μας κἠηρονομιά.
0 ΑΠέζανβρος, ἴα ΦίδΙα Και Π. Κύπρυς
Τ.Γ. Να σου πω τπν αΏήθεια στην Ιύπρο συνάντησα το καῆύτερο
κοινό που συναντάει καραγκιοζοπαίκτης. Ορισμένοι δεν ήξερα καν
τι πάνε να δούνε, αν και υπάρχουν κάποιοι εν ζωή καραγκιοζοπα(-
κτες στη Κύπρο, και Χχαιρόντουσαν πραγματικά µε αυτό που βἠέπα-
νε. Τους έπαιξα το καταραµένο φίδι, κἠασική κωμωδία του ΙΚαρα-
γκιόζη, γιατί κουβαβάει µέσα όῆη την παράδοσῃπ της Εῆβάδας, και
είχα παίξει και τον Καραγκιόζη στο πανηγύρι.
Σ.Λ. Εμένα, µε είχανε φωνάξει σε έναν παιδότοπο στο Φάῆπρο και
έπαιξα το καταραµένο φίδι. Εκεί ήταν ένα παιδάκι από την ΙΚύπρο,
ο Ραφαήῇῆ, που ήρθε µετά την παράσταση πίσω από τον µπερντέ.
Μου είπε ότι ήταν από τν Ι«ύπρο -- εγώ έχω και µια συγκίνηση µε
την Κύπρο, καθώς υππρέτησα εκεί. Τον ρώτησα αν του άρεσε η πα-
ράσιαση και µου είπε ότι ήταν το αγαπημένο του έργο. --{ ιατί; --Ι ιατί,
κύριε, στην δική µου παιρίδα υπάρχει ακόµα ένα καταραµένο φίδι
και Μέγας ΑΠέξανδρος δεν έχει βρεθεί ακόµη για να το σκοιώσε!...
Όπως καταβαβαίνεις, αυτό ήταν κατευθείαν µαχαιριά στη καρδιά...
Ν.Α. Π αβήθεια είναι ότι καταραµένα φίδια συναντάμε διαρκώς στη
Ζωή µας και πρέπει να πούµε πως αυτή την παράσταση την Χρωστά-
µε στον Δημήτρη Σαρδούνη, τον επονομαζόμενο Μίµαρο, ο οποίος
έβαΠε τον Μέγα ΑΠέξαντρο να σκοτώσει το φίδι, αντίτου Αγίου Γε-
ωργίου, καθώς δεν μπορούσε να βγάΠει έναν Άγιο στο πανί. Έἶταν η
πρώτη παράσταση που εξέφρασε εντεβώς το εΏῆπνικό και ταυτόχρο-
να Λαϊκό Θέατρο Σκιών.
Είναι µια Ζωγραφιά, του Σπαθάρη νομίζω, που δείχνει τον
Μέγα ΑΒέξαντρο µε ανάµεικτη αρχαιοεἠἠηπνική και βυζαντινή
πανοπῇβία και την περικεφαἠαίατου Κοβοκοτρώνπ. Όῆβα µαΙ...
Ν.Α. Ναι όῆα µαζί. Είναι µορφοποιηµένῃ όῆπ π Εἠβάδα σε αυτό το
έργο.
Σ.Λ. Π ὁρακοντοκτονία είναι ένα ποΏύ συνηθισμένο στοιχείο, το συ-
ναντάµε και στον ευρωπαϊκό και τον αραβικό χώρο. Το ββέπουμε, αξ
πούμε, και στον μύθο του ΓΠερσέα.
Εδώ, βέβαια, έχει και βοηθό, τον Καραγκιόζη.
Ν.Α. Ναι, πάντα ο Καραγκιόζης βάζει την σφραγίδα του. Είναι και
πρωτοπαβίκαρο του Κατσαντώνη και του Διάκου και παντού.
Σ.Λ. Π παρουσία του δείχνει ότι σε κάθε µάχη, σε κάθε αγώνα,
πρωταγωνιστής είναι ο απΏός άνθρωπος.
Ν.Α. Ακριβώς, και δείχνει ότι οΈθῆπνας συνεχώς αγωνίζεται. Αγω-
νίζεται για το καΒό βέβαια, αν και ορισμένες φορές αγωνίζεται και
για το κάκιστο.
Σ.Λ. Από µια µεριά ίσως αυτό να είναι Π κατάρα µας, αἢβά και Π µε-
γάῆπ µας ευΠογία. Συνεχώς δπβαδή αγωνιζόµαστε και μοχθούμε για
κάτι, αΏβά τεβικά το πετυχαίνουμε.
4ρδην /Μάρ.-Λπρ. 201ὀ / ο]
Όταν, τον Ιούῆιο του 2010, π ὕποθσοο
καταχώρησε τον Ἰαραγκιόζη και τον
Χατζπαβάτη στην «άυῆη ποῆπιστική
κΒηρονομιά» τη5 Τουρκίας, κυκΒοφό-
ρησαν στον τύπο και το διαδίκτυο διά-
φορα κείµενα που εξέφραζαν ανακού-
Φφιση για το γεγονός. Παραθέτουµε εδώ
ένα τέτοιο κείµενο, του Γιάννη Μαρίνου
που δημοσιεύθηκε στο Βήμα, καθώς
και την απάντηση του Ζωγράφου Από-
στοξου Γιαγιάννου, ο οποίος έχει ασχο-
Πηθεί εκτεταμένα µε το Θέατρο Σκιών,
έχοντας εκδώσει και δύο βιβῆία µε φι-
γούρες και σκηνικά (Ο Κόσμµοσςτου Κα-
ραγκιόζη, εκδ. Ερμής, 1977).
απόφαση της ΙΝΕΣΡΟΟ που ανα-
γνώρισε ὧς5 Τούρκο τον ΙΚαραγκιό-
Ζη, αντί να προκαΠέσει ανακούφι-
ση, εξόργισε την επιΠεκτικά ευαί-
σθπτπ Ελλάδα. Αποστερεῄίαι, Λένε,
έτσι η χώρα µας από µιαν άυμπ φιγούρα της
ποῆπιστικής µας κἠπρονομιάς. Με κίνδυνο
να δεχθώ και πάῆι ποταμούς Πάσπης, εγώ
πἠπροφορήθηκα µε ανακούφιση την από-
φαση του διεθνούς αυτού ποῆπιστικού ορ-
γανισμού να χρεώσει στα κουσούρια των
πρώην δυναστών µας Οθωμανών και το κα-
ραγκιοζιΏίκι. [ ιατί εδώ και είκοσι χρόνια από
τη στήῆπ αυτή σιπἠιπεύω την από µέρους
των νεοεβΠήνων Ππρωοποίπση του πρωτα-
γωνιστή του Θεάτρου Σκιών και κυρίως την
ανάδειξή του σε πρότυπο για τη διαπαιδα-
γώγηση των παιδιών µας.
Στο Βήμα της 29.12.1991, αναβύο-
ντας την άποψή µου ότι «αυτός ο κακομού-
ἴσουνος και κακοµοίρης είναι Π συμπύ-
κνωση μερικών από τα πιο απεχθή και Χυ-
του Γιάννη Μαρίνου
δαία εΠατώματα που γέννησε η ανθρώπι-
νΏ ψυχή», επεσήµαινα: «Είναι πρώτα πρώ-
τα ἴεµπέῆης. [ιαρισιάνει ότι δήθεν θέΠει να
δουβέψει και γι’ αυτό καϊά καιρούς επαγ-
γέββεται τα Πάντα (φούρναρης, γιατρός,
δικηγόρος, μάγειρας κτῇ., χωρίς να έχει
οποιαδήποτε σχετική γνώση, µε µόνη Ππρό-
θεση να ξεγεβάσει τους άῆβους για να τα
κονοµήσε». Σταθερή επιδίωξή του να βγά-
Πει Λεφτά χωρίς να κοπιάσει. ΑΛἢά όταν
δεν αρκεί Π απάτη καταφεύγει στην επόµε-
νη εύκοῆπ ἠύση, την κοπή. Χωρίς µάῆιστα
να διστάζει να κατακβέρει τους κοντινούς
του φίβους και συγγενείς (τον Χατζηαβάτη
ή τον Μπαρμπαγιώργο). Έτσι, εκτός από τι5
αρετές της φιΠοπονίας και της εντιμότητας,
εξευτεβίζει και τπν υψπῆή ανθρώπινη αρετή
της φιβίας. Χαρακτπριστικό σύμβοβο των
απεχθών αυτών χαρακτηριστικών του είναι
το μακρύ του χέρι, Για να κΠέβει ευκοβότε-
ρα αἡβά και για να δέρνει. Ἰίαι µάῆιστα όχι
κάποιους κακούς ή εχθρούς αΏΠά τα ίδια
τα Παιδιά του και τον καΠοκάγαθο και ανιδι-
οἴεβή φίΠο του Χατζπαβάτη,
Ένα τέτοιο βροµερό υποκείμενο είναι
πολύ φυσικό να χαρακτηρίζεται από τη µέ-
Χρις εξευτεβισμού αυτοϊιαπείνωση έναντι
των ισχυρών και τη βάρβαρη μεταχείριση
των αδυνάτων. Είναι φυσικά και άδικος.
Οσάκις «κονοµήσουν» κάτι µε τον Χατζη-
αβάτη, αναβαμβάνει τη µοιρασιά κατά τη
γνωστή ρήση: «Τα δικά σου δικά µου και
τα δικά µου δικά µου». Είναι και μισογύνης.
Εκείνος τεµπεβιάζει ή διδάσκει τα παιδιά
του πώς να τον αντιγράψουν, ενώ η Καρα-
γκιόζαινα ουδέποτε εµφανίζεται σῖη σκηνή
αἡθά κάπου στο βάθος κάνει όῆεςτις δου-
Πειές του σπιπιού και δέχεται εντοῆές και
βρισιές από τον τεμπεῆχανά σύζυγό της
καραγκιόζηδων
που είναι πάντα ξάπῆα καιπγορώντας την
άδικη κοινωνία.
Ως οικογενειάρχης δεν αρκείαι στο να
δίνει το κακό παράδειγµα στα παιδιά του.
Τους παραδίδει καθπµερινά µαθήµατα
κοπής και απάτης ὧ5ς µέσου πΠουτισμού
χΠευάζοντας την εργασία, την εντιµότητα, τα
γηρατειά.
Ο Καραγκιόζης σε οποιαδήποτε άλῆη
χώρα του κόσμου θα ήταν το κορυφαίο πα-
ράδειγµα προς αποφυγήν. Στην ΕἠΠάδα έχει
υιοθετηθεί επισήμως ως5 πρότυπο διαπαιδα-
γώγησης των παιδιών µας. Με τέτοια κα-
ραγκιοζιῆίκια δεν είναι περίεργο πώς κατα-
ντήσαµε ο παρίας των ποῄπισμένων εθνών
και αυσιπρά εποπτευόµενος ἤαός ως κατ’
επάγγεῆμα απατεώνας και διεφθαρµένος.
Αςξ σημειωθεί ότι ορθώς φαίνεται πως διεκ-
δίκησαν οι γείονές µας την τουρκική ταυτό-
τητά του. ΣτΠ γενέτειρά του Προύσα, στην
είσοδο του μµεγαβύτερου εκεί τεμένους,
υπάρχει εντοιχισµένη η φιγούρα του Ιάαρα-
γκιόζη. ΠΗ εξήγηση που µου εδόθη από τον
Τούρκο ξεναγό ήταν ότι όταν ανεγείρετο το
τζαμί ο Καραγκιόζης σύχναζε εκεί διηγού-
µενος τα ειδεχθή κατορθώματά του. ἸΚα-
θΟώς χΠεύαζε την εργατικότητα των Χτιστών
προκαβούσε καθυστέρηση στην πρόοδο
της ανοικοδόμησης. Έτσι είδε και απόειδε
ο επόπτης του έργου και τον αποκεφάβᾷισε.
Μετά τον επίσημο εκτουρκισµό του, µα-
κάρι, απαασσόμενοι εμείς οι Έῆῆπνες
από την απεχθή κῄπρονομιά του, να πά-
Ψουμε πια να είµαστε έθνος καραγκιόζη-
δων. Αν δεν είναι αργά.
Δημοσιεύθηκε στο Βήμα, σιις 25
Ιουβίου 2010.
0 Καραγκιόζης
και οι υβριστός του
το εἠβηνικό θέατρο σκιών Έῆῆηνες
και Τούρκοι και άῆΠοι Λαοί, κατα-
δικασµένοι από την Ιστορία να Ζουν
στον ίδιο χώρο, µας φανέρωναν τις
αΏήθειες της τραγικής τους συμµ-
βίωσης. [Και ανάμεσά τους η απερίγραπτη
µορφή του κοινωνικά ανυπότακτου πρω-
ταγωνιστή, ο Καραγκιόζης, Ζούσε και αυ-
τός μεταξύ της καλύβας και του σαραγιού,
έτοιµος να δημιουργήσει ή να καταστρέψει,
να δράσει ή να αντιδράσει ή... στην ανάγκη
να αποδράσει. Ώταν ο σύνδεσμος του μµύ-
θου µε την πραγματικότητα, ήταν το πρόσω-
πο που κρατούσε τον διάΒογο μεταξύ των
ηρώων και του κοινού και δεν έπαψε να
διαβέγεται και να συνομιβεί µε αυτό. Η κα-
ἠύβα και το σαράι, σύμβοῆα ενός συµβα-
τικού χωροχρόνου, βαβμένα αντίστοιχα στο
αριστερό και δεξιό άκρο της φωτεινής σκη-
νής, πἠαισίωναν τις φιγούρες και έκβειναν
στο μεταξύ τους διάστηµα τη δράση τους.
Μια δράση κυριοβεκτικά διονυσιακή, που
αµέσως µετά το κουδούνισµα- σήμα εναρ-
κτήριο τη5 παράστασης -- και µε τα πρώ-
τα τραγούδια που συνόδευαν την εµφάνι-
ση των πρώων στη σκηνή απΠωνόταν σε
οµόκεντρα πεδία γοητείας εµπρός και πίσω
από τον µπερντέ για να κυριεύσει τις καρ-
διές, για να μεταφέρει τον νου σε έναν νοη-
τό χώρο, ποῄῆυδιάστατο και διαχρονικό.
Ο ΙΚκαραγκιόζης σαρκάζει και αυτοσαρ-
κάζεται. Άσχημος, καμπούρης, φαβακρός,
χιβιομπαῆωμένος και ξυπόβυτος, δεν σκέ-
φτεται πώς Θα κΒέψει τον πασά αΏβά πώς
θα ξεγεβάσει την εξουσία και πώς Θα βρει
τρόπους για να επιβιώσει αυτός και Π οικο-
γένειά του στις δύσκοῆες συνθήκες.
Κάποτε, προτού φύγει σε ένα ταξί-
δι, έδωσε εντοβή στην Αγἠῆαϊα να δίνει για
του Απόστοβου Γιαγιάννου
πρωινό στα παιδιά βούτυρο και μαρμεβάδα.
ἵΚαι στην απάντησή της ότι δεν έχουν βούτυ-
ρο και µαρμεβάδα, αποκρίθηκε: «Δεν πει-
ράζει, εσύ να τους δίνειδΙ». Δεν μπορού-
µε να διανοπηθούµε τη φράση «στείᾷ” τα να
κΠέψουν ούτε καν «να Ζητιανέψουν». Άῆ-
Πωστε είναι γνωστό σε όΠους το περίφημο:
«Θα φάµε, θα πιούμε και νησιτικοί θα κοι-
μηθούμε».
|
Στο Πρόσφατο παρεῆθόν οι νεοέβῆπνες
αστοί του ΜεσοποΏέμου εναντιώθηκαν µε
µένος στο δημοτικό και ρεμπέτικο τραγούδι,
τη μεταβυζαντινή και Παϊκή εικονογραφία και
σε καθετίτο αἤπθινό και πηγαίο διέθετε ο ῆα-
Ἰκός ποῆπισµός, γιατί αδυνατούσαν να διακρί-
νουν τι µνήµες καιτις πῄπροφορίες συνεχεί-
αξ που μετέφεραν από το µακρινό παρεῆθόν
αυτού τού τόπου. Σήµερα (ωσάν η ιστορία
της αυτοκατασιροφικής µανίας να επαναξαμ-
βάνεται) υπάρχουν ποῆέμιοι του εἠβηνικού
θεάτρου σκιών (κινούµενοι από καἠπάζου-
σα νεωτερικότητα και τάσεις άκρατου εξευ-
ρωπαϊσμού ή ίσως από άγνοια) που χωρίς να
το ποβυσκέφτονται συµβάῆΠουν στη διάΒυ-
ση και συντριβή κάποιων κρίκων της αΏυσί-
δας που Λέγεται κουἠτούρα συνεχείας. Όταν
αγνοείς και αρνείσαι το παρεῇῆθόν, όταν σβή-
νει5 µέρος της ιστορίας σου, τότε υπονομεύ-
εις άθεΒβά σου το µέῆῆον. Τότε δίνεις το δι-
καίωµα σε κάποιους να ισχυριστούν τέρατα
και σηµεία για σένα και τῃ φάρα σου. Γιατί
όχι, Π.Χ., να µη διαιρανώσουν αυτοί ότι ο Αρι-
στοφάνης ήταν σίγουρα ένας εξωγήινος που
δεν άφησε καµία συνέχεια και καμία µνήµη
σε αυτόν τον έρµο τόπο.
Το παρόν κείµενο επέχει θέση απάντη-
σης στην αυθάδεια διαφόρων και ποικίβων
υστερικών αφορισµών προςτον ΙΚκαραγκιόζη,
αφιέρωμα: Οέαιρο 2/οιών
Σχέδια του
Δ. Ζαρίκου.
του τύπου «ο ΙΚαραγκιόζης είναι πορνογρα-
φικό θέαμα, «ο ΙΚαραγκιόζης φέρει τα ΠΙΟ
απεχθή και χυδαία εἠατιώματα που γέννησε
Π ανθρώπινη ψυχή», αφορισµών προςτο θέ-
αἴρο σκιών και καὶ επέκταση προς και ενα-
ντίον του Παϊκού ποῆπισμού από τον οποί-
ον διδάχτηκε αΏβά και µόχθησε να αναδεί-
ξει µέγα πἠήθος διανοουμένων, Λογοτεχνών
και καΠήπεχνών, Εἠβήνων και ξένων.
Δυσιυχώς σε αυτήν την εποχή ὧ5 τιµω-
ρία απέναντι στην ύβριν φαίνεται να ισχύει
µόνο Π περιφρόνηση. Καθώς και ὧς µόνος
τρόπος εξιβέωσης για τους μειαμεήπθέντες
υβριστές είναι η εκ µέρους τους ταπεινή και
αβίαστη απηση για συγγνώμη, αποφεύγοντας
έτσι το σχεδόν αδύνατο έργο της απάντησης
στον Νίκο Εγγονόπουβο, στον Γιάννη Τσα-
ρούχη, στον Γιώργο ΣικεΠιώτη, στον Νίκο
Χουβιαρά, στον Γιάννη Σκαρίµπα, στον Όα-
σίῆπ Ὠώτα, στον Μάνο Χατζιδάκι, στον |Κά-
ροῇο |Κουν, στον Γιώργο Λαζάνη, στον [ιώρ-
γο Αρμένη, στον Διονύση Σαββόπουῇβο, στον
Ντάριο Φο, στον Ιάκωβο ΙΚαμπανέΏῆη, στον
Γιώργο Ιωάννου, στον Μενέῆαο Λουντέµη,
στον Πῆία Γιετρόπουῇο, στον [ ιώργο Σκούρ-
τη, στον Διονύση ΓΠαπαγιαννόπουΠο, στον
Κώστα Χατζηχρήστο, στον Εασίῆπ Αυβωνίη,
στον Βασίῆη Λογοθετίδη, στον Θανάση Βέγ-
γο και σε οΠόκῆπρο το εἡβηνικό θέατρο και
σινεµά καθώς και σε ένα πῆήθος ερευνητών.
ΥΓ. Π σιωπή δεν είναι πάντα χρυσός. Γ]οῆ-
Πές φορές όταν έπεται κακόπχων θορύβων
τους οποίους προκάῄΠεσαν αυτοί που πρό-
κειται να σιωπήσουν, η σιωπή είναι ψευ-
δάργυρος -- κοινώς τενεκές.
Δημοσιεύθηκε στο Βήμα, στις 01 Αυ-
γούστου 2010.
Ο Καραγκιόζης και
Γερμανοίτων 99.
Καραγκιόζη
του Μιχάδη Μερακβή
Παϊκός καραγκιοζοπαίχιπς5ς (ο
προσδιορισμός του ἠαϊκού είναι
µάῆδον περῃπτός, γιατί ο κανονι-
κός καραγκιοζοπαίκτης είναι αυ-
τονόητα Παϊκός), µε την άσφαῆτη
γνώση της τέχνης του, εμπΠουτισµένπ από
την άµεση επαφή µε το κοινότου, το οποίο,
όπως έδειξε ο Βάῆτερ Γιούχνερ, είχε ανα-
δειχθεί σε συµπαραγωγό και συνδηµιουρ-
Υό των παραστάσεων!, ο καραγκιοζοπα(-
κτης ἠοιπόν είχε καταβάβει πως οι διά-
φορες φιγούρες του θιάσου του που πα-
ρίσταναν διάφορους τύπους, για να είναι
Ιδιαπερα πειστικές, έπρεπε να μιῆούν και
διαφορετική γΠώσσα η καθεμιά. Έτσι, χάρη
και στο διαφορετικό Λόγο τους, διατυπώνε-
ται µε εππυχία η δουΠοπρέπεια, αἡδά και
ο καιροσκοπισµός του Χατζπαβάτη, Π χω-
ρική αμεσότητα του Μπαρμπαγιώργου, η
µειξοβάρβαρη σκαιότητατου Βεβηγκέκα, η
(ψευτο)µαγκιά του Σταύρακα, η Ζακυνθινή
Ιδιορρυθµία του σιορ Διονυσίου κ.ῇπ. Ας5
δώσω µερικά εΒάχιστα δείγματα.
Εν πρώτοις µια στιχοµυθία μεταξύ |α-
ραγκιόζη και Χαιζηαβάτη (από «το Γάμο
του Μπαρμπαγιώργου» και τον «Ι«αραγκιό-
Ζη νύφη», του Μάρκου Ξάνθου): «Χ.: Έῆα
έξω, ΙΚαραγκιόζη. Λεπτά... Υ. (εξερχόµε-
νο5): Λεπτά, πού είναι τα Λεπτά; [...]. Χ.:
Θα πάρεις Λεπτά και ποββά µάῆιστα. ΑΛΠά
θα κάνεις µια δουῇειά. Άκου, Καραγκιόζη
µου. Ο θείος σου ο Μπαρμπαγιώργος επή-
γε στο σπίτι του ΣεΠήμ µπέη διά να ιδεί την
κόρη. Λοιπόν, Π κόρη, Ικαραγκιόζη, τον είδε
και δεν τον θέΠει µε κανένα τρόπο. ΑῆΛά ο
ὶ Βάῆτερ Πούχνερ, Ευρωπαϊκή θεαιροβογία. Ένδεκα
µεβετήματα, Ίδρυμα Γουβανδρή-Χορν, Αθήνα 1984.
σσ. 259-72,456-8 (στο µεβέτημα: «Το παραδοσιακό
κοινό του θεάτρου σκιών στην Εἠβάδα. Συµβοβή στην
έρευνα του θεατρικού κοινού»).
δή /άρ.-Λπρ. 201ὸ / άρδῃν
Π γῆὼσσα του
-....-..--
ποπτοω
Μπαρμπαγιώργος θέῇΠει να την
πάρει διά της βίας. Ο µπέης
θέΠει να τον ξεφορϊιωθεί. /λοι-
πόν, απεφάσισε να παίξει ένα
ϕ Ξ «4 ς ο : μας Ἔθο
παιχνίδι -- ὁπβαδή να ντύσει ο Ὁ ο. Π0. ολρί
βΛερο! Ἴον. θα σλν ιν. Δεξιοίτο [ο
τα, Ὀλοιμοίναύ, κκουὶ Αριέτεροί ῥιινλγέί τουρ-
μέ Τμουβα παρα τὸν ροιχκουθῶν, ἐξέρχέτοι,
Πολ ΠΊοιωριλοι Πλολκμωδέ,
Λι οιυρΝΜ, έοἱν | { οἱ λΙ οι νεο ὑθοι -
ὁ Ιὲρ βρουώννό ἐφτοιός μέμπολιιμο ἂριέρι -
αλ] οἱλλοιμ ον ό, ἔτνλ ακλέφτουριοί-
οκοιὶ, στου! οι ἔΤοιν οιί οωὐ -
ο)
ο “Άλ
“ὤ /
θρυλικό |
Γιοφὺρ!»
μ- . “ .
αν αν ἅ , κ οφώε ι
᾿ «ρω -. » .... ποτ εσας ορ
πο πώ πο.
---μ πο Ῥον ο μα λα --- -
Φὺρι
κ”
Γιουρίόέ, 61 Πο Τουό βροιη οἰοέ-
ι : . ͵ ΤΟΤι Θοὶ ὢ ν Α εΦφτουβθίθίνε
έναν άνδρα νύφη να τον δώ- τμ. τὸ τί θοὶ Ον κ Μλεφτουθιαί ο.
σει στον Μπαρμπαγιώργο. Ἰ.:
Φίνα, Χαιζαιζάρη, φίνα. ΑΛΠά
είµαι περίεργος να Ιδώ, Ποιος
θα ντυθεί νύφη. |... Χ.: Ξεύ-
ρει5, (Καραγκιόζη µου, πενή-
ντα Πίρες είναι αυτές, δεν είναι αστεία... ΓΚ."
Μωρέ, ούΠο Πίρες σιουµπΠάς. Χ.: Λέω, |κα-
ραγκιόζη, ότι, εάν ήθεῆες... Ἰ.: ΤΙ αν ήθε-
ᾖα; Χ.: Εάν ήθεῆες, Καραγκιόζη -- πενήντα
Πίρες είναι αυτές... Κ.: Για Λέγε, μωρέ, τι
θέῇβεις να πεις; Χ.: Να, Καραγκιόζη µου, να
ερχόσουν εσύ να ντυθείς νύφη. ἔΚ. (χτυπών
τον Χατζατζάρην): Τι ᾖες, ρε; |Και τι µε πέ-
ρασες εμένα; Χ.; Καραγκιόζη µου, πενήντα
Πίρες είναι αυτές, για σκέψου. Ἰ.; ΓΠενήντα
Πίρες, πενήντα Πίρες... Χ.; Ναι, βρε, πενή-
ντα Πίρες. Για σκέψου, Ικαραγκιόζη. |αι
εξάἠΠου εσύ τρως ξύᾗο τζάµπα και τώρα
που πρόκειται για Λεπτά;...»”
Δίνω µια φράση του Μπαρμπαγιώργου
απευθυνόμενου στον ΙΚαραγκιόζη, απ’᾿ τον
οποίο Ζητάει να βάβει τον ΙΚκοββπτήρη να
πῆυθεί, προκειµένου να τον Χρησιμοποι-
ήσουν για σερβιόρο στο «Χάνι του ΝΙπαρ-
µπαγιώργου» (κείµενο του Αντώνη Μόβῆα):
«ΙΚαραγκιόζ’, άει να του πάρεις ένα Ζευγάρι
παπούτσια, ἴο έρµο, είναι ντροπή να σιρβίρ᾽
ξυπόβυτο. ΙΚόφ᾽ του, ωρέ, και κεια τα νύχια
που ν᾿ σαν όρνιο. Γ]άρε, ωρέ, και µια ψίχα
σαπούνι και πΏύν᾽ το. Ωρέ μοῆυντήρ᾽ δεν
3 Γιώργος Ιωάννου (επιµέβεια). Ο Καραγκιόζης, εκ-
δόσεις Ερμής, τόμος Α’. Αθήνα 1971. σ. 96.
Σεβίδα από τα τετράδια του Πατρινού
καραγκιοζοπαίκτη Βασίῆβαρου
(Κ. Τσίππρα, Ο ήχος του Καραγκιόζη, εκδ. Λιβάνη, 2001)
έχεις βάνει σαπούν’ ωρέ στο σβέρκο σου»ὰ.
Δεν χρειάζεται να σα5 πω ποιος Πέει την
εξής φράση (από το ίδιο κείµενο): «6του,
ΑΛάΧ µπεβιάβερσιν, ωρέ Καραγκιόζ᾽ µπριά,
πω θα µας µαγαρίζετε δω µέσα, ωρέ μµπού-
ρα µου» ούτε στο Πόγο τίνος τύπου ανήκουν
οι ακόβουθες φράσεις (από το «Γάμο του
Μπαρμπαγιώργου»): «Ε ρε, τι είναι η πῆάσις
Το σήμερον, όΜΠο έρωτας, εφϊῖαχτονίες και
κορδεβάκια, βΠάμπ. Είναι ζωή αυτή, Ζωῄσα
µου, Χάῆασε ο κόσμος, Πέω ρε κόσμε...
Λέω αλήθεια, Ψωμί να πας να πάρεις, τον
επιούσιο και τον ανούσιο͵, όσιις και ο ΟΠΟ(-
ο5 κατασκευαζόμενος από ψιΠό αΠεύρι της
ασφαἠτοσιρωμένης οδού ΓΙαιπσίων, που
Λέει οχτώ και ενενήντα Πέντε η οκά. Ε ρε
Χριστέ, τα Πάθη σου... πού είναι ο παλιός
καιρός µε τα σαρανταπεντάΠεπτα σιµιγδαβέ-
νια καρβέβια. Στον µπακάῆη να πας για δυο
σαρδέῇες, σου τρώει όΜᾗο το µάϊτσο, αντί να
του φας τα μεταξωτά κοῆάρα και γραβάτες
που φοράει. ΤΙ να κάνεις... Έτσι είναι ο κό-
σµος την σήμερον. ΤΠ5 µόδας, σου ἠέει ο
άᾖᾗος. Βγαίνει µε την αδερφή σου περί-
Παῖο, στην αρπάζει ο άῆᾗος κι εσύ κάνεις
τον µάπα, αντί να εξηγηθείς σπαθί και να του
φας τα µουσιάκια σαν άντρας».
Όμως δεν θέῆω να µείνω σ᾿ αυτά, που
Ξο[[.σα, 958.
οπωσδήποτε είναι γνωστά θέβω να µεί-
νω στο «γωσσικό» θέµα του Καραγκιόζη,
αΏΠά µιπώντας ειδικότερα για τη γώσσα
τον σκηνικών οδηγιών όπως ἠέμε.
Όπως γράφει ο [Πούχνερ, που έχει αφι-
ερώσει και ειδικό µεβέτημα του για τις σκη-
νικές οδηγίες στο κρητικό και επτανησιακό
θέατρο, το στοιχείο αυτό του θεατρικού κει-
µένου «ανήκει, εδώ και εκατό χρόνια πε-
ρίπου, στα αντικείµενα Της φιΠοβογικής και
θεαϊιροβογικής ανάῆυσης του δράματος»
(Και παραπέμπει σε σχετικές µεῆέτες για
την αρχαιότητα, Το Μεσαίωνα, το εΠισαβε-
τιανό θέατρο --και ιδίως για το Σαίςππρ-- για
το γαΏβικό κῄασικισμό, το ευρωπαϊκό µπα-
ρόκ, το εθνικό θέατρο των νεότερων χρό-
νων σε διάφορους ἠαούς της Ευρώπης,
ακόµα παραπέμπει σε µεβῆέτες για ορισµέ-
νους ὃδραματουργούς του ρεαβισμού, του
νατουραβισμού, Του μοντέρνου και του µε-
ταµοντέρνου θεάτρου)Ί. «ΙΗ σκηνική οδη-
γία, γράφει ο Γιούχνερ, «ὠ5 µέρος του
«δευτερεύοντος κειµένου» του ὁράµατος,
ανήκει µαζίµε τους τπῇους των σκηνών, τι
ενδείξεις για το ομιβούν Πρόσωπο, ἴους κα-
ταβόγους Των αΓαπηαίίἰ5 ϱρΕΙ5ΟΠ8Ε κ.ᾖπ. στις
«β5οηρίίοπες» (γραπτές προσθήκες) του
«κύριου κειµένου», οἱ οποίες συνοδεύουν
το δραματικό διάΠογο (ή και µονόβογο) και
δίνουν πἠπροφορίες (στον αναγνώστη) κυ-
ρίως για τιδ µη ἠεκτικές διασιάσεις της Πα-
ράσιτασης. Η υποχρέωση του σκηνοθέτη, ο
Ζήτημα αν και σε Ποιο βαθµό θα έπρεπε να
αισθάνεται δεσμευμένος να υΠοποιήσει αυ-
Τές τι οδηγίες, τα πιαΓοἰπαΙί8 του συγγρα-
φέα, αποτεῄεί θέµα διαφόρων συζητήσεων
µε ποῆύ διαφορετικές απόψεις»».
Όπως παρατηρεί ο ίδιος µεβετητής,
η ανάῆυση των άµεσων σκηνικών οδηγι-
ών (γιατί υπάρχουν και οι έµµεσες σκη-
νικές οδηγίες, ενταγµένες αυτές στο ίδιο
το δραματικό κείµενο), στο μοντέρνο θέα-
τρο αποκαῆύπτει «ψυχοἠογικές και µιµικές
αποχρώσεις, ενδείξεις για αἡβαγή ἴπ5 φω-
νής, παύσεις, ταχύτητα τη5 οµιῇίας κ.ἠπ.»,
ενώ στη δραματουργία προγενέστερων πε-
ριόδων οι οδηγίες αυτές αναφέρονται κατά
κανόνα «σε Πρακτικά και τεχνικά Ζητήματα
της Παράστασης, όπως είσοδος και έξοδος
σκηνικών Προσώπων, στην κιηση του σώ-
µατος ή στη χρήση σκηνικών αντικειμένων,
µε τρόπο αρκεῖά χοντρικό στη µιµική (που
δεν έχει ακόµα τι εκἠεπιυσμένες απο-
χρώσεις του ψυχοβογικού ρεαβισμού) στο
σκηνικό χώρο και τα σκηνικά, όπως και σε
΄ ΒάΠτερ Πούχνερ, Μεβετήµατα θεάτρου. Το Κρητικό
θέατρο, εκδόσεις Χ. Μπούρα, Αθήνα 1991,σ. 3653 κ.ε.
56.Π., σ. 366-7.
ΠχηΤΙΚά εφέ και Τη χρήση της μουσικής».
Ευνόητα το απΏό, Λαϊκό Θέατρο σκι-
ών χρησιμοποιεί το δεύτερο είδος σκηνι-
κών οδηγιών. Αυτές ειδοποιούν πότε µπαί-
νει κάποια φιγούρα σιτπ σκηνή ή φεύγει από
αυτή και από ποιο µέρος, απ’ τη µεριά του
σεραγιού ή της καβύβας, αν κάποιος µιΒάει
από µέσα, Χωρίς5 να έχει ακόµα εμφανιστεί
στο πανί, για κινήσεις και στάσεις του σώ-
µατος, αν κάποιος γεβάει κ.ἠπ., πότε αρχί-
Ζει ο Καραγκιόζης να δίνει καρπαζιές στο
Χατζηαβάτη ή να «τρώει ξύΠο» ο ίδιος από
τον ένα και τον άἢβο και άῆῆα παρόμοια.
Οι σκηνικές αυτές οδηγίες δίνονται --και
είναι το σηµείο ακριβώς που θέβω να υπο-
γραμµίσω-- σιηπν καθαρεύουσα, την οποία
µάβιστα οι ἠαϊκοί καραγκιοζοπαίκτες, όῇΠοι,
προσπαθούν να διαιυπώσουν µε τη µεγα-
ἠύτερη συνέπεια που μπορούν και θα έῆε-
γα ακόµα ευΒάρεια. Ιδού µερικά παραδείγ-
µατα: «Η σκηνή Ππαρισιά δεξιά το σαράι και
αριστερά το καραγκιοζόσππο. Ο Καραγκιό-
Ζη5 και ο Χαϊτζπαβάτης ίσταντα( εἰ5δ 1ο µέσον
της σκηνής και συζητούν»' άἢῆο: «δεικνύει
(ο Καραγκιόζης ενν.) διά της χειρός το στό-
μαω' άἢῆβο: «αναβάς (ο ΙΚαραγκιόζης ενν.)
εἰς την τράπεζαν' άἢλο: «ΠΗ σκηνή παρι-
στά αριστερά τπν καἠύβα του Καραγκιόζη
και δεξιά το µέγαρον του Σεἠήμπεη» (τα
τρία πρώτα είναι από κείµενο του Μόβᾷα,
το τεβευταίο του Μάρκου Ξάνθου). Θέβω
να δώσω έµφαση στο γεγονός ότι δεν πρό-
κείται για μεμονωμένες περιπτώσεις, αἲβά
για ένα φαινόμενο καθοῄΒικό, που αφορά
όβους τους καραγκιοζοπαίκτες, όβων των
περιόδων. Τα κείμενά τους βρίθουν από
τύπους της καθαρεύουσας, π.χ. από µε-
τοχές, όχι µόνο µέσης φωνής («εισερχό-
µενος», «εξερχόμενος», «στρεφόμενος»,
«εξερχοµένη», «σκεπτόμενος», «μιμούμε-
νος» κ.ἠπ.), αΏβά και ενεργητικής φωνής,
που είναι πού εµφαντικότερα καθαρεύο-
ντες τύποι και ἠόγιοι («τρέχων», «ἴραγου-
δών», «γεΠών», «προχωρών», «κτυπών»,
«δίδων», «ραπίζων» κ.ά.). Χαρακτηρισιι-
κά είναι και τα επιρρήµατα, Π.Χ. «έσωθεν»,
«όπισθεν», «κρυφίως», «μειβιχίως», ή τύποι
όπως «γέῆωτες», «Κρης» (Κρητικός) κ.ἠπ.
Αυτονόητο είναι πως π καθαρεύουσα
αυτή, παρά την εντυπωσιακή προσπάθεια
των καραγκιοζοπαιχιών, όπως είπα και
όπως είδαµε, να είναι άψογη, υπονομεύε-
ται µοιραία από το χαμπΒό επίπεδο γῆωσ-
σικής (στην καθαρεύουσα) κατάρτισης των
Παϊκών αυτών ανθρώπων. Έτσι, δίπῆα σε
ακραίους καθαρεύοντες τύπους όπως οι
5ό,π., σ. 968.
αφιέρωμα: Οέαιρο Ληπών ΕΒΕ
παραπάνω, συωντάσσονται τύποι του ἠαι-
κού και προφορικού ἠόγου, ώστε τεΒικά
να προκύπτει ένα ιδιόρρυθμο μεικτό ιδίω-
μα, όπου π.χ. Λέξεις Λαϊκές παίρνουν κα-
ταβήξεις Λόγιες -- «πιάνων», «χάνων», «Κκοι-
τάζων», «χτυπών», «ξεροκαταπίνων», «ξε-
ροβήχων», «σκύπτει» (κατά το κύπτει), την
«πόρταν»-- ή ευρύτερα αναμειγνύονται Πέ-
ξεις και συντάξεις ἠόγιες και Παϊκές, π.χ.:
«σκύβει (δημοτική) όπισθεν (καθαρεύου-
σα) του Όμορφονιού», «εισέρχονται εἰς το
δωµάτιον (καθαρεύουσα) και ο Καραγκιό-
Ζη5 ντύνεται (δημοτική) γυναίκα», «όστις
(καθαρεύουσα) από µακρόθεν (καθαρεύ-
ουσα µε ἠανθασμένη χρήση της πρόθεσης
από, µοβονότι η χρήση αυτή είναι ευρύτε-
ρα διαδοµένη), παρακοβουθούσε (δηµοιι-
κή) τον Χατζπαβάτη (δημοτική ὧ5 προς την
κατάβηξη) και τον Μπαρμπαγιώργον» (κα-
θαρεύουσα ως προς την κατάβηξη), «χτυπά
(δημοτική) τας παβάμας του» (καθαρεύου-
σα) κ.ἠπ. κ.ἠπ. [Παρά το αποτέΠεσμα αυτό,
η πρόθεση των καραγκιοζοπαικτών θέῇει
το κείµενο τους ακραιφνώς καθαρεύον.
Αν θέῆαμε να ορίσουμε τα δύο σηµεία
της γἠωσσικής ποβυσημίας αυτών των έρ-
γων, θα Πέγαμε ότι στο ένα άκρο τοποθε-
τείαι η γβώσσα των σκπνικών οδηγιών, στο
άΠΠο π γβώσσα του Καραγκιόζη, Π οποία
στο βάθος είναι είδος αντιΠώσσας, π έκ-
φραση της διάθεσης για ανατροπή και δια-
κωμµώδηση οποιασδήποτε µορφής, είδους,
περιεχοµένου οποιασδήποτε γἠώσσας. Στο
επόμενο παράδειγµα μπορούμε να παρα-
τηρήσουµε αφενός µιαν επίθεση στη Πογι-
κή των (ανθρώπινων) σχέσεων αφετέρου
µιαν επίθεση στην καθιερωμένη, επικοινω-
νιακή σύµβαση µέσω της από κοινού συµ-
φωνηπμένης σηµασιοδότπσης των Πέξεων:
«Σαµπάν Αβέτης (εξερχόµενος εκ µέρους
της καλύβας του Καραγκιόζη τραγουδάε’):
Μου Πένε να µη σ᾿ αγαπώ,
δεν ξέρω τι να κάµω,
που εγώ µια ώρα αν δε σε δω,
το νου µου τόνε χάνω.
γΚ. (εξερχόµενος εκ της καλύβας του): Α,
αἱ Ερωτοβροντοχτυπημένος είναι ο γέ-
ρος. (Συναντά τον γέρο). Γέρο, γέρο! Σ. Α.
(σιρεφόµενος προς τον Καραγκιόζη): Γε-
ράκια στα µάτια σου, που Θα µε πεις γέρο!
γκ.: Βρε το γέρο Μακμαόν, θυμώνει κιόβας
που Τον Πένε γέρο. ΑΙ Τι κάνεις κυρ-παιδί;
Πώς είσαι; [για το Μακ Μαόν ο Γιώργος
Ιωάννου σχοβιάζει: «προφανώς εδώ εννο-
εἶαι ο βιββικής εµφανίσεως σιραϊιάρχης
καί πρόεδρος της [Γ αἡβίας κόμης Μαυρί-
κιος Μακ Μαόν (1808-18935)»] Σ. Α.: Α,
καῆά, φίᾖε, εσύ τι γίνεσαι: Καζά, µε γνω-
4ρδην /άρ.-Λπρ. 2019 / 90
ρίζεις; Ἰκ.' Ε, γνωρίζω. Σ. Α.: Γ]οιος είμαι;
κ.: Σέρωγω;Σ. Α.: Αμ, αφού δε µε ξέρεις,
τι Πες πως µε γνωρίζεις, Κ.: Τώρα, µπορεί
να σε γνωρίζω, αἡβά να µη σ᾿ έχω δει ποῖέ
µου. Σ.. Α.: Α, κύριε, είµαι ο Σαµπάν ΑΡέ-
της, |Κ. (του δίνει καρπαζιά): Ω, τον κύριο
Πόπεσε µέσα στον ασβέσιῃη...»'
Ο µεγάβος αριθµός των ιδιωμάτων και
ΙδιοΠέκτων στα έργα του ΙΚαραγκιόζη θυμί-
Ζει από µιαν άποψη τη Βαβυβωνία του Βυ-
Ζαντίου. ΑΠΠ᾽ αν ο Βυζάντιος θέῆησε σαφώς
να διακωµωδήσει την ποικιΠία των ιδιωµά-
των και να θέσει την παρουσία ενός γῆωσ-
σικού-επικοινωνιακού προββήματος, οι ῆα-
Ἱκοί καραγκιοζοπαίκτες µε το να θέΠουν να
αποδώσουν, όσο μπορούν, πιστά τους «χα-
ρακτήρε» του θιάσου τους φιάνουν, όπως
νομίζω, έσιω και αν δεν το συωνειδπτοποι-
ούν, σε ένα αντίθετο αποτέΠεσμα, στην πα-
ρουσίαση ενός γἠωσσικού δυναμισμού της
νεοεἠῆηπνικής κοινωνίας, ασχέτως αν ο |ία-
ραγκιόζης -αΏβά αυτός, µόνος-- οδηγεί µε
τη σιάση του τα πράγματα στο σηµείο τη5
Βαβυβωνίας. ΠΠ.χ. ο Καραγκιόζης συναντά-
ει το Μανούσο και εκτυβίσσεται π ακόπου-
θη σκηνή: «Ι«αραγκιόζης: Για πού το ΄βα-
Πες, καπιάν Μανούσο, Μανούσος: ΓΙορώ,
μωρέ, µα το θεό µου, για την κοπεῄβιά. ΙΚ.:
Για ποια κοπεβιά πηγαίνεις; ΜΙ.: Δεν τα ΄µα-
θέ5, µωρέ; Βρήκα, µαθές, το σύντεκνο τον
ΣεΠήμ Μπέη και µου είπε να πορήσω από
το κονάκι του, Πέει, να µε βἠέπει η κοπεβιά
του. ΊΚαι άµα, Λέει, ἴπ5 αρέσω, µα το θεό
µου, να ἴην πάρω και να γκάβω. Ο, µωρέ
Καραγκιόζη, αν µε θέῇει, Λέει, θα γκάβω το
ρίζωµα, Θα πάµε, µαθές, να φάμε και κα-
νένα κουράδι. ΓΚ. (γεβών): Τι θα φάτε, Πέει;
Κουράδι Μ.. Ναῄσε, μωρέ, θα το σουβῆ(-
”Βῇ. όπως και σημ. 2. σ. 10-11.
90 / Μάρ.-Απρ. 2019 / ἀρδῃν
σουµε και θα το φάμε Ζεσιό Ζεσιό. Ι.: Θα
το σουβῆίσετε κιόῆας το κουράδι; Μ.: Ναί-
σε, µωρέ, µα το Θεό µου. ΙΚ.: Έχεις ποῆ-
Δά κουράδια, Μ.: Έχω, μωρέ, µια σιάνη. Τη
φυβάει ο αδερφός µου ο Μανοβιός. ΓΚ.: ϱ,
μανούῆα µου! Τα φυῆάνε κιόᾗας τα κουρά-
δια; Γιατίτα φυβάτε, καπεῖάν Μανούσο; Να
µη σας φύγουν; Υπάρχει φόβος; ΓΠερπαϊάνε
τα κουράδια; Μ.: Ίντα, µωρέ, µοναχά τους
θα τ’ αφήσουμε να τα φάνε άῆΠΠοι; Κ.: Ο,Ο ωἱ
Πρώτη φορά ακούω να τρώνε τα κουράδια!
Δεν έχω µατακούσει άἠΠη φορά. Για φαντά-
σου να τα τρώνε! Μα ποια ες κουράδια,
καπετάν Μανούσο; Γιαπες µου. ΜΙ.: Δεν κα-
Τέχειδ, µωρέ, ποια Πέω κουράδια, ζουζούδι
είσαι, µωρέ, να µην καϊέειςδ ποια Πένε κου-
ράδια; Κ.: Ναι, Ζουζούδ! εἶμαι. Για πες µου
εσύ ποια Πένε κουράδια. Μ.. Τήρα, µωρέ
συ, τον γιβεντισµένο, να µπ κατέει ποια Πένε
κουράδια! Τα αρνιά, µωρέ συ, τα πρόβα-
τα. ΙΚ.: Έτσι µίῃα, κακοµοίρη µου. Μου Πες
κουράδια! ΓΙού στην οργή να ξέρω γω ποια
ἠένε κουράδια. Επήγε ο νους µου αἡβού.
ΤΙ διάοβο, Λέω, τα φυῇάνε και τα τρώνε κιό-
ᾖασ»ὸ, Πάνιως αν ο Καραγκιόζης σχοβιάζει
κωµικάτη Πέξη κουράδι, το κάνει µε την ἴδια
διάθεση µε την οποία κάνειτον Σαµπάν ΑΡέ-
τη ασβέστη, το αμε ο8 αμ γ α σκυβιά, το
ρακί βρακί κ.ο.κ. Άῆῆωστε ο ΙΚαραγκιόζης
στα αποδοµητικά παιχνίδια του συμπεριβαμ-
βάνει και την καθαρεύουσα, την οποία µε
τόσο σεβασμό χειρίζεται ο καραγκιοζοπαί(-
κτης στις σκηνικές οδηγίες. Α5 ακούσουμε
µιαν ερωτική εξοµοβόγηση του ΙΚαραγκιόζη:
«Αξιοβάτρευτος, αξιοπόθπτος και αξιαγάπη-
τος δεσποινί», µυριάκις Παμβάνω συγγνώ-
µην διά το θράσος το οποίον προσαμβάνω
όπως ξεφράξω τον διακαή και διακεκριµέ-
δη, ο, Τ4-5,
νον έρωτα, ἴον οποίον τρέφω εν τπ καρδία
µου. Δεσποινί5, προ οΠίγου µόῆις, σας εἷ-
δον ω5 εκ θαύματος µε τους γἠυκυτάτους
µου οφθαῆμούς να τηγανίζετε ωραίους και
ξεροψηµένους κεφτέδες. ΑΧ, δεσποινίς,
ἠυππθείε έναν νέον που είναι τρεβά ερω-
τευµένος µε τους ωραίους αυτούς κεφῖέ-
δες και αποστείβατέ µου μερικούς, όπως µε
κάνετε ευτυχή. Δεσποινίς, δεν δύναμαι πῇέ-
ον να Ζήσω µακράν εσού. Ο έρωτιάς σου
µε εκτύπησε εἰς το δεξιόν μισοπῄεύριον του
αριστερού µου παιδιού, εἰ5δ τον σπονδυῇικόν
σιύῇον και εἰς την καρδιακήν χώραν»».
Για τη γῆώσσα που μιπούν τα διάφο-
ρα πρόσωπα στα έργα του Καραγκιόζη δεν
έχουν γραφεί ποθΜά πράγματα. Ο Γιώργος
Ιωάννου συνόψισε τις παρατηρήσεις αυτές,
διατυπώνοντας και τις δικές του απόψεις,
στην εισαγωγή της τρποµης έκδοσης φυῆ-
Παδίων του ΙΚαραγκιόζη: «Η γἠώσσα, που
μιβούν τα πρόσωπα, είναι άηΠοῖε Π δηµο-
τική κι άἠΠοτε µια κάποια καθαρεύουσα.
Καταβάῆβεται Προσπάθεια --όχι πάντα πε-
τυχηµένη-- να µιβούν σε δηµοιική τα Λαϊκά
Πρόσωπα και σε καθαρεύουσα τα αρχοντι-
κής καταγωγής ή επίσημα. ΙΚάῑι παρόμοιο
φαίνεται πως γινόταν και στον τούρκικο |κα-
ραγκιόζη µε τα οσμανῇβίδικα. Ο Κ. Μπίρης
γράφει ότι Π καθαρεύουσα ήταν απαραη-
τη στον εἠβηνικό Καραγκιόζη για να εξαί-
ρονται οι ήρωες και ἴα Ιστορικά πρόσωπα.
Τους έδινε µια απόσταση από τους κοινούς
θνητούς, τους παρουσίαζε µε κάποιαν αί-
ΥΠΠ ανωτερότητας. Γιαρ᾽ όῆα τα αθέῆπτα
Πάθη των καραγκιοζοπαιχιών δεν Πρέπει
να νοµίζουµε πως πρόκειται! για γβωσσική
διακωμώδησῃη. Δυστυχώς.
Γιο ξεκάθαρη είναι η ιδιωµαιική δη-
ποπ α, 19,
πρ Ά, ᾿ ὴ
θα»
µοιική. Εκεί π καθαρεύουσα δε χωράει.
Γούστο, επίσης, έχουν οι ιυπωµένες σκη-
νικές οδηγίες. Αυτές, εντεβώς αδικαιοῇό-
γητα, είναι σε υπερκαθαρεύουσα. [Πιστεύω
ότι αυτό συμβαίνει από µια τάση, που είχαν
οι περιφερόµενοι αυτοί αϊκοί καᾖήπέχνες,
να παρισιάνουν καμιά φορά ἴους «περιδΙα-
γραμμµάτου». Φυσικά, όᾗες τι καθαρεύου-
σες και όΠες τις οδηγίες τι διαιπρήσαµε,
όπως έχουν»'Ὀ.
Δεν συμφωνώ ούτε µε την αξιοβόγηση,
ούτε µε την εξήγηση που κάνει και δίνει ο
αξέχαστος φίΠος για την παρουσία της κα-
θαρεύουσας στη γῆώσσα των καραγκιοΖο-
παικτών. ΙΚατά την άποψή µου η καθαρεύ-
ουσα Χρπσιµοποιεῄαι από ένα αίσθημα σε-
βασμού προς αυτή, το οποίο τρέφει πιο γε-
νικά ο παραδοσιακός Μαϊκός άνθρωπος,
ένα αίσθημα τη δηµιουργία του οποίου Θα
μπορούσαμε να απιοΠβογήσουμε, εκτός των
άθῆων, και σε αναφορά προς τη σταθερή
επαφή του ἠαού µας µε τπ γἠώσσατης Εκ-
κἠηπσίας, αἢβά και προςτην επίσης σταθερή
-κατά διαφορετικόν έστω τρόπο-- µνήµη των
αρχαίων ΕΜβήνων, τη γῆώσσα των οποίων
θυμίζει π καθαρεύουσα, ως5 µια «παβαιότε-
ρη», µη επίκαιρη και πάντως όχι καθημερινή
και καθημερινής χρήσεως γβώσσα. ΙΚοινω-
νικότερα δεν θα παραβείψω βέβαια να πω
ότι π καθαρεύουσα, ὧς5 γἠώσσα της δηµό-
σιας διοίκησης και της εξουσίας ως προς το
γραφειοκρατικό τουβάχιστον µέρος της τε-
Πευταίας, δεν μπορούσε παρά να ασκήσει
την επιβοΏή της. ΑΠΠά σε καμιά περίπτωση
δεν θα θεωρούσα τα παραπάνω φαινόμε-
19 Ἰωάννου, ό.π., ο. μ’. Π άποψη του ΙΚ. Μπίρη
βρίσκεται στο βιβῆίο του. Ο Καραγκιόζης, Αθήνα
1952, σ. 67. ΤΠβΡ. Διπμ. Δ. Δουκάτου, Σύγχρονα
Λαογραφικά, Αθήνα 1965, σ. 48-52.
αφιέρωμα: Θέατρο Λ/κιών
να χρήσης τῃς καθαρεύουσας από ἠαϊκές
οµάδες --την οποία και Δαϊκή καθαρεύου-
σα μπορούμε να ονοµάσουµε- αποκῇβει-
στικό αποτέβεσμα τῃς5 τεΠευταίας από τις
μνπμονευμµένες αιτίες: εξίσου σημαντικές
-ῄ και σηµαντικότερες-- θεωρώ εγώ και τι
άθῆες. Την επισημότητα τῃ5 καθαρεύου-
σας δεν αποδέχεται ο Λαϊκός χρήστης της
µόνο αναγκαστικά, εξαπίας ενός παρόντος
καθαρευουσιάνικου κρατικού γραφειοκρα-
τικού μηχανισμού, αἡβά και εξαιτίας της ᾖα-
Ἰκής παράδοσης, µέσα στην οποία π άλβη
καθαρεύουσα γῆώσσα δεν θεωρήθηκε και
δεν αντιμετωπίστηκε ως ξένη, αΏΠά ως επί-
σηµῃ, άξια σεβασμού γῆώσσα, που απο-
καθιστούσε την επαφή του ἠαϊκού ανθρώ-
που µε σηµαντικότατα ποῆιιστικά μεγέθη
του, όπως ήταν η θρησκεία του ή οι παῇαι-
οί, ποθύ παβαιοί πρόγονοι του. Για τους Λό-
γους αυτούς θεωρώ άξια προσοχής και την
παραπάνω παρατήρηση του Μπίρη.
Και επιέβους υπάρχει η γἠῆώσσα των
σκηνικών οδηγιών, που είναι Π γβώσσα του
συγγραφέα, του καραγκιοζοπαίκτη κατεξο-
χήν. ΓΙ παραιήρηση του Γιώργου Ἰωάννου
πως η «υπερκαθαρεύουσα» των σκηνικών
οδηγιών είναι «εντεΠώς αδικαιοβόγητη» εκ-
φράζει πιο ποβύ αμηχανία: τίποτα δεν είναι
αδικαιοβόγηπτο, αναιπιοβόγπτο. |Και ίσως ω5
ένα βαθµό ο Ιωάννου να δίνει την πραγµατι-
κή απία του φαινομένου σε ό,τι έγραψε στη
συνέχεια, παρά το βεβιασµένο παραπάνω
χαρακτηρισμό του -- εννοώ την τάση να Ππα-
ρισιάνουν οι «περιφρονηµένοι ἠαϊκοί καῆ-
ἠιέχνες» τους «περιδιαγραμµάτου». ΑΛΛΠά
εγώ στην τάση αυτή αποδίδω, όπως γρά-
φω, περισσότερη σηµασία και σοβαρότη-
τα, υποθέτω δπβαδή ότι δεν είναι απΠώς
η συμπῆεγματική συμπεριφορά ενός περι-
Αφίσεςτου
Σωτήρη Σπαθάρη
από τα
Απομνημονεύμαιά
του, εκδ. Άγρα,
2010.
φρονηµένου, που θέῇει να µιµηθεί -γεΠοι-
οποιούµένος-- ένα απροσπέβαστο ὠστιόσο
απ᾿ αυτόν πρότυπο, υποθέτω ότι Π συµπε-
ριφορά αυτή έχει κάτι αυθόρμπτο, που ορί-
Ζεται από δύο Λόγους που µνηµόνευσα πιο
πάνω, από µια στάση σεβασμού σε µια
διπβή παράδοση - την εκκήπσιαστική
και την πατριωτική.
Και υπάρχει κάτι το σχεδόν υπέρο-
χο εδώ: Ο καραγκιοζοπαίκτης, που µε τον
πρωταγωνιστικό ήρωά του διακωμωδεί κα-
ταστάσεις, σχέσεις, συμβάσεις κοινωνικές,
ο ίδιο5, ὧ5 συγγραφέας, εξαίρει το εκφρα-
στικό εύρος της εἡβηνικής γῆώσσας, τη
βΠέπει εντυπωσιακά σε µια πβατιά ενωτι-
κή περιεκτικότητα. |αι ειδικότερα δείχνει να
ευΏαβεῄαι µια γβώσσα στην οποία φέρεται
ανευβαβώς ο Καραγκιόζης του. Αν Π παρα-
τἠρησή µου αυτή έχει κάποια βάση, ανοί-
γει κιόῆας µιαν ιδιαπερα σηµαντική προο-
Πτική. Οι καραγκιοζοπαίκτες, οἱ οποίοι κάθε
άΒΠο παρά ξεκομµένοι από την εποχή τους
ήταν, δείχνουν να αντιμετωπίζουν το γΠωσ-
σικό Ζήτημα μ᾽ ένα δικό τους τρόπο, που
το διαφοροποιεί από το κοινωνικό Ζήτημα,
το οποίο τους απασχοβεί ποῆύ πιο σοβαρά.
Σοβαρά, αν θέΠετε, αντιμετωπίζουν και το
γΠωσσικό, µε τον τρόπο που θέβπσανα δεί-
ξω Πιο πάνω: διευρύνοντας αυθόρμπτα τα
όρια της εἠβηνικής γἠώσσας από την υπερ-
καθαρεύουσα έως τα τοπικά ιδιώματα. |αι
αναδεικνυόµενοι έτσι ιστορικότεροι και
φιοσοφικότεροι -πιθανώς επειδή υπήρ-
ξαν Παϊκότεροι- από τους µονομµερείς -ή
και µονομµανείς-- καθαροβόγους και ὃημο-
τικιστές, αρχαϊστές και ψΨυχαριστές.
Αναδημοσίευση από το βιβῆίο του Μιχά-
Πη Μερακβή Θέματα ἠαογραφίας (Κα-
στανιώτῃς, Αθήνα, 1999, σσ. 217-227).
4ρδην / Μάρ.-Λπρ. 2019 / 9
Το θέατρο Σκιὠν
στην Κύπρο
Π πρώτη αναφορά για παράσταση [α-
ραγκιόζη στην ἸΚύπρο χρονοβογεῄίαι
το 1897, Το Θέατρο Σκιών έφεραν στο
νησίτόσο ΕΒΒαδῄες καἠῆιτέχνες, µερι-
κοί από τους5 οποίους εγκαταστάθηκαν
µόνιµα, είε Κύπριοι που ποέμησαν
ὣως5 εθεβΒβοντές στους εθνικούς αγώνες
(1897, βαβκανικοί, Β/] Παγκόσμιος) και
έµαθαν την τέχνη στην Εἠῆάδα, φέρνο-
ντάς την µετά πίσω στην ιδιαπερη πα-
τρίδα τους. Από αυτούς προήῆθε µια
σειρά καραγκιοΖζοπαιχτών που συνεχί-
Ζει την παράδοση του Θεάτρου Σκιών
µέχρι σήµερα. Τις παραστάσεις του5
έπαιρναν συνήθως από τα φυῆβάδια
που εκδίδονταν στην Αθήνα, αν και κά-
ποιοι καἠῆιτέχνες προχώρησαν και στη
δηµιουργία δικών τους έργων, µε περι-
εχόµενο κοινωνικό (ποββά τέτοια έργα
έφτιαξε ο Α. Ιδαβίας5) ή πατριωτικό (Π.χ.
το έργο «Π επανάστασιξδ του 1991» του
Γ. Κισσονέργη). Οι καραγκιοζοπαίχτες5
γύριζαν τα χωριά της Κύπρου, φέρνο-
ντας στους κατοίκουςξδ τους νέα της επι-
καιρότητας, διδάσκοντας ιστορία, συ-
ντηρώντας την Βαϊκή παράδοση και ζω-
γραφική, διαδίδοντας παῇβιέ5ς κυπρια-
κές5 μουσικές φωνές και τραγούδια. Οἱ
Κύπριοι καραγκοζοπαίχτε5 υπήρξαν,
όπως σχοβίασε ένας από αυτούς, οἱ
«αγράμμµατοι δάσκαβΒοι» του Παού. Το
κυπριακό Θέατρο Σκιών µεβέτπσε µε
επιµονή ο Κωνσταντίνος Γιαγκουββή»ς,
οι προσπάθειες του οποίου συνέβαῆαν
στη διατήρηση της τέχνης και από την
συγγραφική εργασία του οποίου αντβή-
σαμε τα στοιχεία και τα αποσπάσματα
που παραθέτουμε.
Άρδην
90 / |άρ.-Απρ. 2019 / ἀρδῃν
Ὅ ΕΙΡΗΝΗ
--
-- πλ
πως,
μ---
----
..
Ο µπερντιές των Α. και Γ. Ιδαβία
α ήἠθεῆα να τονίσω ότι στην ΕῆΜά-
δα χύθηκε αρκετό µεβθάνι για ν᾿
απαντηθείτο ερώτημα αν υπάρχει
ή όχι κοινωνική διαμαρτυρία στο
Θέατρο ισκιών. Οι απόψεις που
διαιυπώθηκαν είναι εκ διαμέτρου αντίθε-
τες και αντιφατικές, [...] Σ’ ό,τι αφορά τον
κυπριακό καραγκιόζη, έχω την πεποίθη-
ση ότι υπάρχει και κοινωνική και ποῆιτι-
κή διαμαρτυρία! Η διαμαρτυρία αυτή εί-
ναι διάχυτη στα έργα αρκετών καραγκιο-
Ζοπαιχτών µας (Γ, Κισσονέργης, Α. Ιδαῇί-
αδ, Τ. Χατζητιοφήδ), που διαμαρτύρονται
ενσυνείδητα. Γιατί µη µου πεῄε ότι δεν εἷ-
ναι ποῆιική Π διαμαρτυρία του Ιισσονέρ-
ΥΠ. όταν σχοβιάζει τις τεβευταίες προτά-
σει5 των Τουρκοκυπρίων (5 Αυγούστου
1981) στις ενδοίκυπριακές συνομιῆίες
και τις βρίσκει άδικες και απαράδεχτες!
Ώ µη µου πεῄε ότι δεν ήταν σφοδρότατη
διαμαρτυρία τα ἠόγια που έβαζε ο Γ]ιάφι-
ο5 στο στόμα των πρώων του. όταν κατά
τη διάρκεια του απεΠευθερωτικού αγώ-
να της ΕΟΚΑ ανέβαζε επί σκηνής το έργο
του «ΕΟΙΚΑ». Στη σκηνή του [Πάφιου και
διά του στόματος του Καραγκιόζη διαµαρ-
τυρόταν ένας οΛόκῆηπρος ἠαός γιατην άρ-
νηση της Αγγῆία5 να παραχωρήσει στον
κυπριακό ἠαό το δικαίωµα της αυτοδιάθε-
σης ΊΚαι δεν είναι κοινωνική διαμαρτυρία
η διαπόµπευση επί σκηνής του τοκογΏύ-
φου από τον Α. Ιδαβία, ή δεν είναι κοινω-
νική Π διαμαρτυρία του Καραγκιόζη που
διερωτάται πότε Θα τεβειώσει ο δρόμος
της Λεμεσού και πόσα εκατομμύρια Πίρες
θα καταβροχθίσει ακόµα!
Πρέπει επίσης να δεχτούμε ότι και οἱ
σάτιρες του ΙΚαραγκιόζη, κι όταν ακόµη
φαίνονται αθώες, έχουν πάντα κοινωνική
σημασία. Γιατί όποιον δεν μπορούμε να
ποβεμήσουμε, υπάρχει άθλος εὔκοβος
τρόπος να τον αντιμετωπίσουμε’ να τον εἰ-
ρωνευτούμε, να τον σατιρίσουµε... να τον
κάνουμε χώμα]
κ. Γ. Γιαγκουββή, Η τέχνη του Κα-
ραγκιόζη σιπν Κύπρο, Βιββιοθήκη
Κυπρίων Λαϊκών Ποιπτών, αρ. 21,
Λευκωσία 19682, σ. 69.
Φιγούρες του Χρισιόδουβου Α. Πάφιου.
Αριστερά οι Γρίβας και Μακάριος και πάνω
Τούρκοι στρατιώτες
αφιέρωμα: Θέατρο Λ/κιών
Απύ τα απομνημονεύμαῖα [ου ΚύΠΡΙΟυ καραγκιοζοπαίκτῃ | ΙάννΠ. Κισαθνόργ!
Ώταν κάποτε που 'χαν έρθει στην Ιίύπρο
σχοβικά βιββῆία. Στο εξώφυῆῆο ενός, µιας
σειράς δπβαδή αναγνωσιικών, ήταν µια φω-
τογραφία ενός τσοβιά που κρατούσε µιαν εῆ-
Πηνική σηµαίαν µου ανέµιζε στον αέρα. Το
Γραφείο ΓΙαιδείας, γιατί εκείνη την εποχή δεν
υπήρχε Ὑπουργείο Γ]αιδείας, οι Άγγῆοι, που
καἡβιεργούσαν µε τρόπο ότι στῃπν Κύπρο
δεν υπάρχουν Έῆῆηπνες, υπάρχουν Τούρκοι
και Χριστιανοί, µέσον του Γραφείου Γ]αιδεί-
αξ οι Άγγῆοι αφαίρεσαν όῆα τα εξώφυῆῆα
που ήταν το σκήσο του παῆβικαριού µε την
φουστανέῆῆα κρατώντας την εἡβηνική ση-
µαία στα στιβαρά του χέρια. Αυτό έγινε µετά
τον Β)᾽ παγκόσμιο πόβεμο]. Εγώ όταν ανέβα-
σα µιαν µικρήν ισιορία στην σκηνή µου, ότι
οι Άγγῆοι καΏβιεργούν στην Κύπρο ανθεῆ-
Πηνικά αισθήματα, ακόµα και από τα βιβῆία
των σχοΒείων µας πόρχουνται από την ΕῆΠά-
δα αφαιρούν τα εξώφυῆῆβα των βιβΒίων, για-
τί υπήρχε η εΏῆηνική σημαία, και τότε ο |Κα-
ραγκιόζης άρχισε να φωνάζει: «Είμαστε, ρε,
Έ/βηνες, ναι! Έήβηνες της Κύπρου. Γιατί ρε
ΆγγΛοι, να µας ἠαβεπε πως είµαστε µόνον
Χριστιανοί; Είμαστε Έῆῆηνες Χριστιανοί της
Κύπρου»
Γιάννη Πρ. Κισσονέργη, Τ’ αποµνηµο-
νεύμµατά µου, ή πως έγινα καραγκΙοΖο-
Παίχτης, Λευκωσία 1985, σ. 21.
Ἱ Στα Οκτωβριανά του 1931 οι Άγγβοι θέσπισαν απα-
γορευτικό περί σημαιών νόµο (17/1931), διακανονι-
στικό περί κωδωνοκρουσίας νόµο (18/1991) κ.α. ΒΠ.
[Π. Στυβιανού, Το κίνηµα του Οκτώβρη του 1931 στην
μας σσ. 251-252.
ν ΟΑΣΙΣ
. -ν ΣΥΝΘΙΚΙΣΜΟΣ ΤΕΜΕΝΗΣ 9
μωνκδον ΩΡΑ Έ:ο Μ. Μ.
ος 9 ΠΑΣΙΓΝώΣΤΟΣ
Ξ ΒΑ παρ
φαί, τὸ ο, κο
:ΚΑΙ ο ΜΑΚΑΡΙΟΣ
-- ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ, ὁ Μπάρμπα
ο ο 1ΡΓ ΌΣ, ὁ ολλ Ανα καὶ
28
ὁ ο. ΣΠΑΝΑΚΗΣ
Γέλια μὲτόν Καααγκιόζη μέχρι δους
Και εδώ που σας τα Πέγω, τόσο τον αγάπη-
σα τον Καραγκιόζη, που σαν ένας άῆῆος
ΑΠέξανδρος Λέγω και το βροντοφωνάζω:
«Ει5 τον πατέραν µου χρεωστώ το ζην, εις
δε τον Καραγκιόζη µου το ευ Ζην». Γιατί
ο Καραγκιόζης, µια που τον αγάπησα, µε
έβαῆε να ριχτώ στην µεβέτη, να αυτομορ-
φωθώ, να ξεχωρίζω το καΠό απ’ το κακό,
το Πογικό απ’ το παράβΠογο.
Διδάχθηκα την εἠβηνική ιστορία από
το σπάσιµο του Βυζαντίου από τον Μωά-
μεθ τον ᾽ µέχρι τα χρόνια των ΙΚΜεφτών
και Αρµματοβών, µέχρι τον εφιτάχρονο πό-
Πεμο του 21 - 28 και κατόπιν το 1890 µε
τον Βασιπέα Όθωνα και την Αμαβία και κα-
τόπιν µε τους τσακκωμούς βασιβικών και
αντιβασιβικών, µε τους αγώνες του στρατη-
γού Μακρυγιάννη για δικαίωση γεννικά του
ἠΠαού από τον Όθωνα, και την φυΠάκισήν
του στα 75 του Χρόνια. Αυτά όβα τα διδά-
χθηκα διδάσκοντάς τα ανά τα χωριά καιτες
πόβεις της ΙΚύπρου. Τα 'µαθα, χάρην του
αγαπημένου µου του Ιάαραγκιόζη.
Γιάννη Ηρ. Κισσονέργη, Τ’΄απομνημµο-
νεύμµατά µου, ή πως έγινα καραγκιο-
ΖοΠπαίχτης, Λευκωσία 1985, σ. 91.
Ένας καἠῆιέχνης ή του Θεάτρου ή του θ6ε-
άτρου σκιών απαραίητα πρέπει ανάΠογα
µε τες συνθήκες που επικρατούν στον τόπο
τους να δουΠεύουν ανάπβογα στες ἠαϊκές
μάζες. Να µη παραγνωρίζει το εθνικό, κοι-
νωνικό, ποήπικό, οικονομικό Ζήτημα του τό-
που του. Αυτός είναι ο πραγματικός καΏῆι-
τέχνης, όχι εκείνος που χορεύει τα Χαρτόνια
στο Παννί, όχι εκείνοι που παίζουν αρΒου-
µποβογίες ιστό παννί, όχι εκείνοι που κά-
νουν το Χατίρι μερικούς από το ακροατήρι-
όν τους για να πάρουν Πεφτά. [ιατίτα Πεφτά,
όταν ένας υποστηρίξει το άδικον, το παράΒο-
γον, είναι αμαρτωβά. |... Ένας συγγραφέας
όσον γεμίζει την τσέπην του µε Πεφτά ου-
δέποτε γίνεται ανεξάρτητος. Γ]αρά να γεμµί-
Ζει Την τσέπην του µε Πεφτά, προτιμότερο να
γεμίζει το κεφάῆι του µε γνώσεις. Τότε σπά-
Ζει τα καταναγκαστικά δεσµά της δουβείας,
[.,.) Ακριβώς ο τίµιος καββπέχνης είναι αυ-
τός που δεν φοβεῄαι όῆα αυτά να τα ανεβά-
σει επί σκηνής, να τα διδάξει στον κόσµο, να
γίνει ένας νέος ΓΠβάτωνας.
κ. Γ. Γιαγκουβδβή, Η τέχνη του Καρα-
γκιόζη σιῃπν Κύπρο, Βιββῆιοθήκη Κυ-
πρίων Λαϊκών Ποιπτών, αρ. 21, Λευ-
κωσία 1982, σσ. 97-58.
τες
ἵπυ- -
υ .
Οι αγώνες των Κυπρίων ενέπνευσαν και τους εβῆαδίες καραγκιοζοπαίχτες: Το θέατρο του
Τάκη Μεβίδη στον Πειραιά το 1957, σιην παράσταση «Π αιματοβαμμένῃη Κύπρος και η κρεµάῆδα
{ο [οἵ ο [ο] εδ (ο Τι Τε] ο) ο) Ἠ ΜΥ Το) Το] { {οἱ ὁἨμΚο Γιν]ζο [ο δι τι Γοο]οζο {ο [ο] ες λζο]Ἡμ 2ο [ο 11 [ο [οἱ ο) ΤΚ να {ἴ]ι]οζοί-Ἡ «(ο [ἼΚοὶ
Μακάριος». (Κ. Τσίππρα, Ο ήχος του Καραγκιόζη, Λιβάνης, 2001)
και σήτιρα
τουΝικόῆα Δημητριάδη
ν στο παρεῆθόν το Θέατρο Σκιών
ψυχαγωγούσε και ταυτόχρονα δια-
παιδαγωγούσε το σύνοῇβο του εῆ-
ἠπνικού ἠαού, αποτεβώντας βα-
σικό συσιατικό διαμόρφωσης της
κουἠτούρας του, σήµερα που έχει περιο-
ριστεί κατά κανόνα σε ένα παιδικό κοινό,
ή μεµμονωμµένους θεαιρόφιβους και διανο-
ούμενους, τον ρόΜο αυτό έχει αναΠάβει η
τηΠεόρασῃπ. Στο κείµενο αυτό επιχειρού-
µε µια παράθεση των στοιχείων που καθο-
ρίζουν την κοινωνική σάτιρα του Θεάτρου
Σκιών και µία αντιστοίχισή τους µε την ση-
µερινή -εν ποῆβοίς τπΠεοπτική-- σάτιρα.
Η σκέψπ πως στοιχεία του Θεάτρου
Σκιών μπορούν σήµερα να ανιχνευθούν στα
θεατρικά σκεῖς του Μάρκου ΣεφερΏή εἷ-
ναι για κάποιους αρκετά εξοργιστική ώστε
να σταθεί έστω και ὧς5 υπόθεση εργασίας.
Ίσως πιο εὐκοῆα δεκτή να είναι Π αντιστοί-
χιση του Ιίαραγκιόζη µε τον Λαζόπουβο των
«Μικρών Μήτσων» ή τις παβαιότερες περ-
σόνες του Χάρυ ΙΚῆυν -- αν και οι ομοιότητες
εδώ είναι µάῆβον Πιγότερες. Βέβαια, το Ζη-
τούμενο εδώ δεν είναι ο σχοβιασμός του τα-
Πέντου κάθε καΏἠπέχνη αἡβά π φιβοσοφία
και π Πειτουργία της τέχνης του. Άῆῆωστε, η
Παϊκή φαντασία και το Λαϊκό χιούμορ σπα-
νίως συμβαδίζουν µε την εκάστοτε ποῆιτική
ορθότητα και Π ιστορία του Θεάτρου Σκιών
βρίθει από «καθώς πρέπει» σχόβια απόγνω-
σης και αηδίας για το χαµηῇό επίπεδό του].
Οι φιγούρες του Θεάτρου Σκιών συ-
μπυκνώνουν συγκεκριμένους τύπους της
εἠβηνικής κοινωνίας της εποχής, µε τα Ιδι-
απερα Χαρακτηριστικά, το ντύσιμο και την
ντοπιοῆαβιά τους. ΠΗ κατανομή τους είναι
τόσο γεωγραφική, όσο και ταξική. Ο µπερ-
ντές παρουσιάζει ένα μωσαϊκό κοινωνικών
ΣΠοῆβά από αυτά συνέβεξε στο βιβῆίο του Αντικαρα-
γκιόζης ο Σπύρος Κοκκίνης (εκδ. Φιβιπότης 1985).
ϱ0 /άρ.-Απρ. 2019 / άρδῃν
θέατρο Σκιών «
ΕΞΥΠΝΟΙ.ΡΑΦΙΗΑΤΟΣ.ΠεΟέ
σπολιτικοεατυριικοέ
«αρα ότη κ
ο
σα
δ
οµάδων, σατιρίζοντας τα κουσούρια και
εξυμνώντας τις αρετές καθεμιάς. Μπορεί η
σάτιρα σε βάρος τους να είναι ανεβέητῃη, οἱ
ίδιοι οι χαρακτήρες, όµως, είναι σοβα-
ροί - όχι καρικατούρες. Στην σύγχρονη
σάτιρα, από την άΠῆη, οι διάφοροι τύποι εί-
ναι κατά κανόνα γεβοιογραφικές φιγούρες,
τα Ιδιαπερα χαρακτπριστικά των οποίων πα-
ραπέµπουν σε μεμονωμένες συµπεριφο-
ρές, µε την ίδια πάνω κάτω ταξική και Πο-
ἠπισμική προέβευση. Μπορεί µεν π εἡβη-
νική κοινωνία να έχει αΏβάξει και, σε µεγά-
Πο βαθμό οµογενοποιπθεί, µεγάῆα τµήµα-
τά της, όµως, µένουν εκτός των δημόσιων
-και ὃπ τηΠεοπτικών-- αναπαραστάσεων.
Η σηµερινή σάτιρα, πάντως, επικεντρώ-
νεται περισσότερο σε ατομικές συµπεριφο-
ρές. ΓΠιροβάῆβει τηβεοπτικές φιγούρες και
όχι τύπους µε οΠοκῆπρωμένη προσωπι-
κότητα, αντιπροσωπευτικούς κάποιας κοι-
νωνικής ομάδας. Γι αυτό και δεν µπο-
ρεί να υπάρξει ιδιαπερη ταύτιση του θΘεα-
τή µαζί τους. ΙΚαι δεν πρέπει, κιόῆας, κα-
θώς η σάτιρα εδώ σκοπεύει όχι τόσο στο
να αναδείξει και να διδάξει, όσο στο να γε-
Ποιοποιήσει. Π σωστή σάτιρα, όµως, βάζει
στο σιόχασιρό τη5 συμπεριφορές και νοο-
τροπίες, όχι πρόσωπα. Δεν γεβοιοποιεί τον
άνθρωπο για τις αδυναμίες του, αΏβά τις
ίδιες τις αδυναμίες καιτις συνθήκες που τις
εκτρέφουν. Αυτό το στοιχείο, κυρίαρχο στο
Θέατρο Σκιών, είναι στη σηµερινή σάτιρα
αρκετά σπάνιο. Χαρακτηριστική είναι εδώ η
περίπτωση του Λάκη Λαζόπουβου, ο οποί-
ο5 γεμίζει πῆέον το πρόγραμμά του γεβοι-
οποιώντας διάφορους δεύτεροκἠασάτους
κομπάρσους του τπβεοπτικού κόσμου.
Αυτή Π παρατήρηση µας οδηγεί ανα-
πόφευκτα και στην αναζήτηση των πηγών
έµπνευσης και θεµατοβογίας της σάτιρας,
τότε και τώρα. Το Θέατρο Σκιών αντΠού-
σε την θεµατοβΒογία του από την καθηµε-
ρινή ζωή των Παϊκών τάξεων, τους μύθους
και τους θρύῇβους της παράδοσης, ιστορι-
κά πρόσωπα και γεγονότα, τα οποία, πότε
ρεαβιστικά και πότε αΏββηγορικά, µεταπΏά-
θει στις παραστάσεις του. Με Πίγα ἠόγια,
αντηούσε τῃ θεµατοβογία του από το σύ-
νοΏο των παρασιάσεων και των μύθων
που συνείχαν την κοινωνία και αποτεβού-
σαν τον κοινό τόπο αναφοράς των Παϊκών
τάξεων. Σήµερα, η βασική πηγή της σάτι-
ρας είναι η τηΠεόρασῃ, σαν ένας αωτόνο-
μος κόσμος, µε τους δικούς του ήρωες και
προσωπικότητες. Δεν σατιρίζονται, δπῆα-
δή, µόνο θέµατα και γεγονότα που έχουν
αναδειχθεί από την τπΠεόρασῃ, αΏΠά και
τα ίδια τα πρόσωπα που εργάζονται σε αυ-
τήν, παρουσιαστές, πθοποιοί, «ππΠεπερσό-
νες» και Ποιποί μαϊντανοί. Η διαφορά δεν
είναι, µάῆβον, τόσο χαώδης, όσο Φαίνεται,
Αἠβαγή υπάρχει στην κοινωνία, όχι στη σά-
τιρα. Δηλαδή, Ππ τηεόραση έχει αντικα-
ταστήσει την παράδοση, τους μύθους και
τα τραγούδια σαν παραγωγός παραστάσε-
ων και εικόνων. Αυτή συνέχει σήµερα την
κοινωνία και αυτή αποτεῇεί τον κοινό τόπο
αναφοράς των --αστικοποιπμένων πια-- ῆα-
Ἱκών τάξεων. Αν ο καραγκιοζοπαίχτης χρη-
σιμοποιούσε τον Κατσαντώνη ή τον Πήσιαρ-
χο Νταβέῆπ για να χτίσει την παράστασή
του, σήµερα οι κωμµικοί καταφεύγουν στα
δημόσια εκείνα πρόσωπα που επιΏέγει να
αναδείξει η τηβεόρασπ”. Μέχρι ενός σηµεί-
ου αυτό δεν είναι µόνο επιΒογή, αΏβά και
ανάγκη, µιας και Π τηβεόραση είναι αυτή
που θέτει σήµερα την «ατζέντω της εὔβηνι-
κής κοινωνίας”.
3 Την αββαγή αυτή στην κοινωνία μπορούμε να ανι-
χνεύσουµε και στο µειαποβεμικό Θέατρο Σκιών, όταν
ο κινηματογράφος αρχίζει να εκτοπίζει την παράδοση
και την ιστορία ὧ5 πηγή έμπνευσης, φέρνοντας τον
Φρανκενσιάιν και τον Ταρζάν στον µπερντέ.
ὃ Το ίδιο ββέπουμε να συμβαίνει και µε το Παραδοσι-
Όσον αφορά την ποήπική σάτιρα, το
Θέατρο Σκιών προτιµά να σιπἠπεύει σχέ-
σεις εξουσίας και συμπεριφορές, διάχυτες
σε όῆη την κοινωνία (όπως και σε όβους
τους χαρακτήρες του µπερντέ), παρά να
περιορίζει την κριτική του και να την εξα-
τομικεύει. Ο Δημήτρης Μόβῆας, παρ᾽ ότι
ένας από τους πιο ποβπικοποιπµένους κα-
ραγκιοζοπαίχτες, που µπήκε στον πειρασμό
να κάνει ποῆπική σάτιρα, εξηγεί: «Δεν νοµί-
Ζω πως ο ποῆπικός Καραγκιόζης είναι στο
κἠίµα του Μαραγκιόζη µας. Θα’ ναι υποῖί-
µηση, γιαῖί Οἱ σιόχοι του είναι ποβύ πιο µα-
κρινοί, πιο πανανθρώπινοι, πιο ψηᾗοί από
τα τερτίπια της µικροποήιπικής»”.
Ο Καραγκιόζης δεν είναι ἠήρωας-πρότυ-
πο. Όσο σατιρίζει τους άῆῆους ήρωες του
Θεάτρου Σκιών (δπβαδή τους διάφορους
τώπου5 που συναντώνται στην κοινωνία),
άθῆο τόσο --ενίοῖτε και περισσότερο-- σατι-
ρίζει τον εαυτό του. Αν ο Καραγκιόζης εί-
ναι Π προσωποποίπσηπ του απού Παού, τότε
ο ἠαός αυτός δεν εξιδανικεύεται, δεν µέ-
νει στο απυρόβῆπτο της σάτιρας. Οι θεατές
που γεβάνε µε τον Ι(αραγκιόζη, ουσιαστικά
γεβάνε «με τα χάβια τους». Ο ΙΚαραγκιόζης
διδάσκει µε τα καμώματά του, δεν Ππαῖρο-
νάρει το κοινό, δεν του Λέει τι πρέπει να
κάνει -- αυτό το ξέρει ο καθένας. Απῆώς
αποκαβύπτει στο κοινό τα κουσούρια του.
Η αποκάΒυψη αυτή, και Π διδαχή, γίνεται
µέσω του γέβιου. Δεν βάζει Ποιπόν τον 6ε-
ατή απέναντι για να του κάνει µάθηµα -- δεν
ΠθικοΒογεί από καθέδρας. Αντιθέτως, Προ-
σκαβεί τον θεατή σε µια γεβωτοθεραπεία,
όπου ο καθένας ξορκίζει µε το γέΠιο τον
κακό του εαυτό. Δεν αποµονώνει τον στόχο
της κρπικής του, µε σκοπό να τον εκµπδε-
νήσει. Τον καΠεί διά του γέβιου να κάνουν
μαζί την υπέρβαση. Πώς5 αἡβιώς θα µπο-
ρούσε να γίνει, από την στιγµή που ο ίδιος
ο καραγκιοζοπαίχτης δεν ανήκει σε κάποια
πνευματική ή καἠῆπεχνική εΏί για να ση-
κώσει το δάχτυῇο, αΏβά είναι και αυτός µέ-
Πος του ίδιου του Παϊκού σώματος που σα-
τιρίζει»; Με τον Καραγκιόζη ο ἠαός παρου-
σίαζε, σατίριζε και, εν ποῆβοίς, διαµόρφω-
νε ο ίδιος τον εαυτό του και ἴπν κουήτούρα
ακό κουτσομποβᾷιό --το ενδιαφέρον για τα προσωπικά
των άββων. Όταν σήµερα δεν γνωρίζεις καν ποιος µέ-
νει στη διπΏανή πόρτα, το κουτσομποᾷβιό της γειτονιάς
και του χωριού γίνεται κουτσοµποβιό των διασηµοτή-
των -- γίνεται µεσημεριανάδικο.
“χ. Τσίπηρα, Ο ήχος του Καραγκιόζη, Λιβάνης,
2001, σ. 266.
ὃ Οι καραγκιοζοπαίχτες ανήκαν κατά κανόνα στα κα-
τώτερα στρώματα, το δε επάγγεῆμµά τους ήταν περι-
φρονηµένο. [Ποββοί χρησιμοποιούσανε ψευδώνυμο,
ώστε να µην ντροπιάσουν την οικογένειά τους.
τουθ. Γι) αυτό και χρησιμοποιούσε ως µέσο
τους ἠαϊκούς μύθους, που αποτεβούν βασι-
κό συΏΠογικό εκφρασιικό µέσο του ἠαού’.
Βασικό στοιχείο του Ιαραγκιόζη είναι
η τραγική (και ταυτόχρονα κωμική) φύση
του, στοιχείο που αποδεικνύει καιτην βαθύ-
τατη εἠβηνικότητά του. Στο Θέατρο Σκιών
δεν υπάρχει ο µανιχαϊῖσμός καβού-κακού,
άσπρου-μαύρου. ΊΚαι τα δύο συνυπάρχουν
στον ίδιο τον ΙΚαραγκιόζη και τους υπόβοι-
πους κεντρικούς ήρωες του παραδοσια-
κού µπερντέ. Τον ρόῇο του καβού και του
κακού μπορούν να αναΠάβουν όῇες οι Φι-
γούρες και εναββάσσεται, ακόµα και µέσα
στην ἴδια την παράσταση. Ω5 και Π φιγού-
ρα του Γ]ασά, ενώ συμβοῆίζει διαχρονικά
την εξουσία --ηπν κάθε εξουσία- παίρνει,
εντούτοις, συχνά τον ρόῇο του σοφού ή του
δίκαιου κριπή, που νουθετεί και συγχωρεί.
Αυτό Φαίνεται εκ πρώτης όψπς παράδοξο,
αν σκεφτούμε ότι ο µπερντές ορίζεται εξαρ-
χής από τον διαχωρισμό ανάµεσα στην πα-
ράγκα και το σαράι, τον ῆαό και την εξου-
σία, τους κάτω και τους πάνω. Σε αυτούς
τους διαχωρισμούς, όµως, ο Ιαραγκιόζης
διαφοροποιείαι τόσο από τον δυτικό µανι-
χαΐσμό (οπότε και θα έπρεπε να εξωραΐσει
τον εαυτό του), όσο και από την ανατοῆί-
τικΏ µοιροβατρία (οπότε και θα έπρεπε να
εξωραΐσει την παράγκα του). Δεν μένει σε
αυτές τις απΠοποιήσεις, Θυμίζει διαρκώς
την πολυπβοκότητα της ζωής, την τραγικό-
τητα του ανθρώπου, το γνώθι σ᾿ αυτόν. Αν
το Θέατρο Σκιών θεωρεῄαι ότι «αποδομεί
κάθε σύμβαση και κατεστηµένη αντίῆπψη,
τότε αυτό το «κάθε» θα πρέπει νατο πάρου-
με κυριοβεκτικά.
Στον αντίποδα του δειβού Καραγκιόζη
προβάῆβεται συνήθως κάποια Ππρωι-
κή µορφή του παρεῆθόντο5' κυρίως ο
ΜεγαΠέξαντρος, ὧ5 διαχρονικό πρότυπο
του ήρωα. Ο ήρωας, όµως, ταυτίζεται µε
τον Καραγκιόζη και ποῆεμά µαζί του. Ο
άθθος πραγµατοποιεπαι µε τῃ συνδρομή
6 Όταν ο καἠῆπέχνης ανήκει σε µία εῆίι, αποκοµµέ-
νος από την καθημερινότητα και τις παραστάσεις του
κοινού του, Π πηγαία αυτοκριτική μετατρέπεται σε Ιδε-
οΠογία και διδακτισµό. Γιόσο δε µάῆβον, όταν ανήκει
και στον κύκβο της κατεσιηµένης εξουσίας...
{Ο Κώστας Παπαϊωάννου, σχοβιάζοντας τον ρόβοτου
μύθου στην αρχαία τραγωδία παρατηρεί; «Μόνο ο µύ-
θος είναι σε θέση να συγκροτήσει τη µάζα σε κοινότη-
τα, να ἴπ5δ δώσει θεµέῆια, σιαθερότητα και συνέχεια.
Γιατί µόνο ο μύθος είναι σε θέση να εκφράσει τον
ἠόγο στην ἴδια τη γἠώσσα Της µάζας. Γιατί µόνο µέσα
στους μύθους της κατορθώνει να εκφράσει τι5 δικές
ἴη5 αξίες η µάζα και να τι αντπάξει αποτεβεσματικά
και γόνιμα στι αξίες Τη5 οργανωμένης κοινωνίας»
(Κώστας Παπαϊωάννου, Μάζα και Ιστορία, Εναῆῆακιι-
κές Εκδόσεις, 2003, σ. 103)
αφιέρωμα: Οέαιρο Ληπών ΕΒΕ
του Μαραγκιόζη εἶε πετάξει στο θπρίο µία
πέτρα είπε ένα ποτιστήρι. Ο Καραγκιόζης,
Ποιπόν, µπορεί να εµφανίζεται ταυτόχρονα
ήρωας και απατεώνας, δειβός και γενναί(-
ο5, καΠόκαρδος και σκΏπρός, θΟυμίζοντάς
μας την ρήση του Καραϊσκάκη «Άμα θέδω
γίνομαι άγγεβος και άµα θέΜβω γίνομαι δαί-
µονας». Το πότε γίνεται άγγεΏος ένας άν-
Όρωπος και πότε δαίµονας δεν χρειάζεται
να µας το πει ούτε ο Ιαραϊσκάκης, ούτε ο
Καραγκιόζης. Το ξέρει ο καθένας. Το µόνο
σίγουρο είναι ότι δεν γίνεται κανείς άγγεῆος
µε το Ζόρι -- µόνο από προσωπική συνειδη-
τή επιΒογή. Εκεί έρχεται ο Καραγκιόζης να
μας δείξει ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό, αἲΠά
και διαρκώς ζητούμενο. Μια ατέβειωτη δια-
δρομή µε σκαμπανεβάσματα και πισωγυρί-
σµατα. Στο τέβος της παράστασης, µετά την
ένταση της µάχης και αφού έχει κατατρο-
πωθεί το καταραμένο φίδι και το καβό έχει
Οριαμβεύσει, ο Μεγαβέξαντρος, πανηγυρί-
Ζοντας αγκαβιασμένος µε τον ΙΚαραγκιόζη,
παρατπρεί: -- Καραγκιόζη;! -- Τι, ναι, βρε
Αλέκο, -- Το χέρι σου. -- Ε, τι έχει; -- Είναι
µέσα στην τσέπη µου!
Η αντιπαράθεση της «οθόνης» του µπερ-
ντέ µε την οθόνη της τηβεόρασης µας δεί-
χνει καθαρά τις διαφορές της κοινωνίας του
20" καιτου 215” αιώνα. Αν συζητούµε σή-
µερα για το µέῆβον του Θεάτρου Σκιών, εἷ-
ναι προφανές ότι αυτό Θα καθοριστεί από
τους όποιους μειασχηματισμούς γίνουν στην
ίδια την ελληνική κοινωνία. Π εξουσία προ-
τιµά τον ΙΚαραγκιόζη στο μουσείο και τα Ππαι-
δικά πάρτυ, παρά στις πβατείες και τα κα-
φενεία. Το δεύτερο θα ήταν διπΠά επιζήµιο,
καθώς Θα απαιπούσε την ύπαρξη πἠατειών
και καφενείων, την ύπαρξη, ὃπβαδή, δηµό-
σιων χώρων, στους οποίους ο ἠαός θα δια-
µόρφωνε ο ίδιος την «κουἠτούραω του, µα-
κρυά από την υποβοῆή και αυθυποβοῆή της
οθόνης του διαμερίσµατός του. Θα απαιτού-
σε την ύπαρξη κοινωνίας, µε την αρχική έν-
νοια του όρου. τηβεοπτική σάτιρα, από τη
φύση της, δεν µπορεί να έχει την αποτεῇε-
σµατικότητα που γνώρισε το Θέατρο Σκιών
την εποχή της ακμής του, όσο «ριζοσπασιι-
κή» και θορυβώδης κι αν είναι.
Εν τω μεταξύ οι καραγκιοζοπαίχτες ὅι-
αφυΠάττουν την τέχνη τους, την προσαρµό-
Ζουν, την καῆΠιεργούν και περιμένουν από
εµάς, το κοινό τους, να ξαναβρούμε τον
εαυτό µας, ώστε να µπορέσει και η τέχνη
τους να ξαναβρείτον παβιό της ρόῇΠο.
4ρῦῃν /Μάρ.-Λπρ. 201ὸ / 01
ο
--
-...
Ιπαραδόσεις -όπως και κάθε τι ζω-
ντανό- είναι φυσικό να εξεῆίσσο-
νται, να πεθαίνουν, να µετασχηματί-
Ζονται. Και µου φαίνεται αντιφατικό
όσο και ανεδαφικό, να γυρεύουµε
την επιστροφή στις παβαιότερες παραδόσεις
μας Π, καθώς Βέμε, στις «ρίζες µας» -- για
να θυμπθώ ένα γνωστό σύνθημα. Γιατί, ή
αυτές οι περίφημες ρίζες είναι Ζωντανές και
μας θρέφουν, οπότε δεν υπάρχει ανάγκη να
επισιρέψουµε σε κάτι µε το οποίο είµαστε
δεμένοι ή, αντίθετα, οἱ ρίζες αυτές είναι νε-
κρές, όποτε Π επιστροφή σ᾿ αυτές δεν έχει
νόημα, ούτε εξάββου είναι δυνατή.
Από την άθῆπ όµως πΠευρά, Το γεγο-
Ννό5 ότι ένα τόσο Χιµαιρικό σύνθημα βρί-
σκει απήχηση στα Χρόνια µας φανερώνει,
θαρρώ, κάτι ποΏθύ σηµαντικό: το σύνδρο-
μο αποστέρησης που γεννάει σε πάρα ποῆ-
Πούς ανθρώπους η ραγδαία πια αποσύνθε-
ση των παραδοσιακών µορφών και πρώτα
πρώτα των μορφών τῃ5 προφορικής παρά-
ὃοσης και του ἠΠαϊκού ποῆπισμού-- το αἵ-
σθηµα ότι κάτι το ζωντανό, κάτι το ποῆύτι-
μο, κάτι το αναγκαίο χάνεται ξάφνου οριστι-
κά, χωρίς καν να έχει προθάβει να γεράσει,
χωρίς να πεθαίνει από φυσιοΒογικό θάνα-
το και, το κυριότερο, Χωρίς να αντικαθίστα-
ται ικανοποιητικά από κάτι άθπο. Γιατί, για
να θυμηθώ τον δάσκαῆο µου, τον Σεφέρη:
«Το Ζήτημα δεν είναι τόσο ποιά πράγματα
τέΠειωσαν |...] αἢθά µε τι αντικαθιστούμε τα
Πράγματα που σβήνουν»!.
Ι Συγχωνεύω δύο χωρία παρμένα από τις δοκιμές
«Δεῆφοῦ και «Γιατον |. Α. Σαρεγιάννη» αντίστοιχα: βῆ.
Γιώργος Σεφέρης, Δοκιμές, [ ᾿ έκδοση,Ίκαρος 1974,
ϱ2 / Μάρ.-Απρ. 2019 { ἀρὺπν
Ο Μπαρμπαγιώργος
πρωθυπουργός (1952)
Φιγούρατου Μάνθου
Αθηναίου
κι εδώ βρίσκεται, πιστεύω, η κρίση της
παράδοσης στους καιρούς µας -- κρίσπ η
οποία µπορεί ίσως να διατυπωθεί σε µια
σειρά από παράδοξα που στρέφονται γύρω
από το ίδιο κέντρο: από τη µια, Π ανθρώ-
πινη εμπειρία εξακοΒουθεί βέβαια να πα-
ραδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο και
από γενιά σε γενιά, και µάῆιστα µε τα πιο
τέΠεια και αποτεβεσματικά µέσα επικοινω-
νίας, μετάδοσης της γνώσης και χειρισμού
της πῄπροφορίας που είχε ποτέ στη διάθε-
σή τῃς5 η οικουμένπ’ από τπν άῆῆη, αυτά τα
µέσα δεν έχουν ὠωσιόσο κατορθώσει ίσα-
µε τώρα να θεμεβιώσουν παράδοση µε την
πἠήρη σημασία της Πέξης -- αντίθετα, προ-
άγουν τπ Πατρεία του εφήµερου, του ανα-
Πώσιμου και της µόδας, όπως το µαρτυ-
ρούν τα πιο Χαρακτηριστικά προϊόντα τους;
το άρθρο της εφημερίδας που πετιέται µό-
ἥις µισοδιαβαστεί, το τηΠεοπτικό ρεπορτάζ
που δεν θα ξαναδούµε ποτέ, η πΏπροφο-
ρία που τα χνάρια της σβήνουν πάνω σε µια
µικρή οθόνΠπ”... Από τη µία, τα µέσα αυτά
Β΄ τόμ., σ. 138 και 154.
3 Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνουμε τη θέση του εφή-
µερου στους δυο πόβους της ιστορικής εμπειρίας του
ποῆπισμού µας, εννοώ: τον κόσµο της προφορικής πα-
ράδοσης από τη µια, εκείνον της σημερινής ΠΠεκτρο-
νικής επικοινωνίας από την άλῆπ. Γιατί --το φαινόμενο
δεν έχει, µου φαίνεται, αρκετά Ππροσεχτεί- ο Προφο-
ρικός ποῆπισμός είναι επίσης, από µιαν άποψη, ένας
ποῆπισμός του εφήµερου και µάβιστα ποῆύ πιο ριζικά:
ας σκεφτούμε µόνο ότι, σ᾽ έναν κόσµο αμιγώς προ-
φορικής επικοινωνίας, οι ανθρώπινες εμπειρίες είναι
εξ ορισμού προορισµένες να αναβωθούν µαζί µε την
προφορική γβώσσα που τις διατυπώνει, έφ᾽ όσον δεν
«γράφοντα» πουθενά έξω από την επισφαβή ανθρώ-
πινη μνήμη. Κι όµως, σ᾿ αυτόν ακριβώς τον ποῆπισμό,
Το πρύβῆημα της
παράδοσης
του Γιάννη Κιουρισάκη
μας συνδέουν µε όΠους τους τόπους της
γΠ5 και µε όΠους τους χρόνους της ιστο-
ρία5. Από την άθῆπ, δεν µας έχουν βοη-
θήσει και ποβύ να αρθρώσουµε ευδιάκριτα
κάποιο καινούργιο «εμείς» --τη συγκεκριµέ-
νη εκείνη συῆΒΠογική ταυτότητα που αποτε-
Πεί τον οντοΏογικό πυρήνα κάθε παράδο-
σης--, αντίθετα, καββιεργούν την αυτάρκεια
του εγώ, τον αιοµικισµό, την απομόνωση
του Ιδιωτικού βίου. Από τη µια, το ραδιό-
φωνο και το µαγνητόφωνο, η τπΠεόραση
και το βίντεο, η ππροφορική και Π τηΠε-
µατική µας εππρέπουν να συῆβέξουμε, να
ταξινοµήσουμε, να αποθηκεύσουµε όῆες
τις υπάρχουσες παραδόσεις. Από την άἢῆη
φαίνεται πως αποσαθρώνουν αυτές τις πα-
όᾷα --στιγµές, σιοχασµοί, αισθήματα, Πόγια, χειρονοµί-
ες-- θησαυρίζονται υπομονετικά σε κάποια έργα, όῆα
αφομοιώνονται σε µιαν παράδοση, όῆα μετατρέπονται
σε διάρκεια χωρίς άῆβο επειδή η γνώση ότι είναι πρό-
σκαιρα και παροδικά τους προσδίδει ανεκτίµπτη αξία
στα µάτια των ανθρώπων, οι όποιοι παρακινούνται έτσι
να τα διαφυΠάξουν ευΒαβικά. Απεναντίας, στον σηµερι-
νό ποῆπισμό οι άνθρωποι δεν χρειάζονται πια να κατα-
βάῆβουν την προσπάθεια που απαιτείαι για να συγκρα-
τήσουν την ἴδια τους τη σκέψπ᾽ εμπιστεύονται γι αυτό
τι μηχανές που έχουν την ικανότητα να αναπαράγουν
απεριόριστα τα αποτυπώματα αυτής τῃ5 σκέψης. |Και
ίσως γι’ αυτό ακριβώς τα χνάρια που αφήνουμε πίσω
µιας χάνονται τόσο εύκοῆα, τόσο γρήγορα από τη ζωή
μας- ίσως γι αυτό η αξία κάθε σκέψης που κάνουμε,
κάθε αίσθησης που δοκιµάζουµε, κάθε σιιγµής που
Ζούμε έχει τόσο ποθύ υποβαθμιστεί µέσα στη συνεχή
ροή εντυπώσεων που έγινε Π Ζωή µας. Ο παβιός πῆα-
τωνικός μύθος που θεωρούσε τη γραφή αποκῄειστικά
«φάρµακον υπομνήσεως» και όχι µνήµης (βῇ. Φαίδρος,
2Τ46-2/50) δεν φανέρωσε ποτέ άββοτε τόσο καθα-
ρά την αλήθεια του όσο στον καιρό των πἠεκτρονικών
υποβογιστών.
ραδόσεις, αν σκεφτούμε ότι οι ἠαοί παρά-
γουν οἡοένα και ἡιγότερο τα δικά τους χει-
ροτεχνήµατα, τΠ δική τους ποίπση, τη δική
τους ξεχωριστή παράδοση. Κι ενώ τ’ αυτιά
μας και τα µάτια µας γεμίζουν από τα μηνύ-
µατα που μεταδίδουν καταιγιστικά και πῇη-
θωριστικά αυτά τα µέσα, δεν αποκβείεται
να τραγουδάµε όΠο και ἡιγότερο, να µιΠά-
µε όΜο και βιγότερο μεταξύ µας.
Με άῆῆα Πόγια, η σηµερινή κρίση βρί-
σκετα! στο γεγονός ότι ο τεχνοβογικός και
μαζικός ποῆπισμός ισοπεδώνει, αφανίσει η
απονεκρώνει σχέσεις, µορφές και διαδικα-
σίες τις οποίες δεν φαίνεται ικανός να αντι-
καταστήσει’ ότι πἠήττει καίρια την ἴδια την
ανθρώπινη παράδοση στο σύνοῇο της και
πρώτα πρώτα την ομαδική ρίζα της -- ὃπῆα-
δή τον Λαϊκό ποῆπισμό: αυτήν τη ρίζα που
όχι µόνο χρειάστηκε για να διαμορφωθεί
αιώνες Π και ΧιΏιετες, αΠΠά και δεν µπο-
ρεί πιθανότατα να αναπῆπρωθεί από τίποτε
άΠΠο. Μια τέτοια, τουβάχιστον, υποψία µας
αγγίζει, όταν διαπιστώνουμε πως Π Ππροφο-
ρική παράδοση και ο ἠαϊκός ποῆπισμός
υπήρξαν, ως5 την αυγή τῃ5 βιομηχανικής
εποχής, η πρωταρχική δεξαμενή της ευαι-
σθησίας, του στοχασμού και της τέχνης µας
-και εννοώ εδώ: της προσωπικής τέχνης--,
µε µια Πέξη, οΠόκῆπρου του ποήπισμού
μας. Α5ξ συἠβογισιούμε απῇώς πόσο αδια-
νόπτοι θα ήταν ένας Όμηρος, ένας Δάντης,
ένας Ραμπεῆαί, ένας Σαίξπηρ, ένας Γκαίε,
ένας Σοῇβωμός, χωρίς αυτήν την αστείρευτη
άῆβοτε δεξαμενή.
ἵ αν η υποψία µας είναι σωστή, τότε
το ζήτημα της παράδοσης σήµερα δεν εἷ-
ναι πως να αποκατασιήσουµε το χαμένο κύ-
ρο5 των παραδεδοµένων αξιών, αΏβά πως
να µην αποκοπούµε ανεπανόρθωτα από τη
γόνιμη εκείνη ΥΠ του παρεῆθόντος που αντι-
προσωπεύει την καῆύτερη υπόσχεση για
ένα πιο βιώσιμο μέῆῆον -- σήµερα όπου
συνειδητοποιούµε ότι Ππ τυραννία του παρό-
ντος, την οποία τόσο συστηματικά και επίµο-
να προωθεί ο ποῆπισμός µας, απειΠεί και
το μέῆβον και το ίδιο το παρόν, όταν αντίθε-
τα το παρεῆθόν είναι γεμάτο από δυνατότη-
τες, γεµάτο από σπέρματα νέων έργων, που
ανήκει σε µας, τους ανθρώπους του παρό-
ντος, να διαφυβάξουµε και να αναπτύξουμε
η να αφήσουμε να κατασιραφούν. Το Ζήτη-
μα, επομένως, είναι ακόµα πως να αποφύ-
γουµε τον οικουµενικό εκείνο επαρχιωτισµό
όχι µέσα στον χώρο, αΏβά µέσα στον χρόνο,
τον όποιο έβμεπε να επέρχεται µεταποῇεμι-
κά ο Έῆβιοιτ και που έκανε, αΏίμονο, τερά-
στιες προόδους στα τεΠευταία σαράντα χρό-
νια: αυτόν τον καινούργιο επαρχιωτισµό «για
τον όποιο ο κόσμος είναι αποκῄεισιικά η Ιδι-
οκιησία των ζωντανών, όπου οἱ νεκροί δεν
έχουν Το µεριικό τουδ και που µας κάνει
όΠους, «όῇους µαζί τους ᾖαούς της γης...
επαρχιώτες», οδηγώντας µας «σε µια καϊά-
σταση αδιαφορίαδ»» απέναντι στα πιο κρίσι-
μα προββήματα του ποῆπισμού.
Για να διαιυπώσω πιο καθαρά τη σκέψη
µου: το πρώτο και κύριο Ζήτημα της παρά-
ὃοσης σήµερα δεν είναι ασφαΒβώς το πως
θα συνιπρήσουµε ορισμένα ποῆύτιµα αντι-
κείµενα και έργα, ορισμένες αξιοσύστατες
πρακτικές και συνήθειες, αἡβά κάτι διαφο-
ρετικό: πως Θα μείνουν Ζωντανές και αµό-
ἤυντες στους καιρούς µας ορισμένες βασι-
κέ5 πηγές που εξασφάβιζαν ως τα χρόνια
μας τη φυσιοΠογική ανανέωση και την απέ-
ραντη εσωτερική ποικιβοµορφία τῃ5 ευαι-
σθησίας, της καῆἠβιέργειας και του ποῆπι-
σμού µας, κοντοβογίς της ίδιας µας της αν-
Ορωπιάς' ακριβώς όπως ορισμένες Φυσι-
κέ5 πηγές εξασφαβίζουν την ανανέωση και
την ποικιβομορφία της Ζωής µας: αναΠο-
γία Π οποία έχει επίσης κάτι να µας διδά-
ξει. Γιατί, εἶε µιῆάμε σήµερα για την ΟΙΚο-
Πογική καταστροφή, είτε για την υποχώρηση
των εθνικών και των τοπικών Ιιδιοµορφιών,
είε για τον µαρασµό π και την εξαφάνιση
συγκεκριμένων γβωσσικών ιδιωμάτων, είτε
Πιο γενικά για τον εκφυβισµό της παράδο-
σης, το πρόβῆημα είναι, κατά βάθος, το ίδιο:
πως θα Πεπουργήσουν, πως θα αναζωογο-
νηθούν, πως θα προχωρήσουν από εδώ κι
εµπρός Π φύση και η τέχνη µας, π γβώσσα
μας και π Ζωή µας, όταν οι πηγές αυτών των
αγαθών κινδυνεύουν να σιερέψουν η όταν η
ποικιβία τους υποχωρεί εἰς όφεβος µιας επι-
κίνδυνης οµοιοµορφίας΄. Αυτό είναι ένα από
τα σπουδαιότερα προβἠήματα του καιρού
μας, και είναι εξαιρετικά δισεπίῆυτο, καθώς
η κρίση που το γέννα δεν έχει προηγούμενο
στην ιστορία.
δτ, 5. ΕΠΙοί, «ΛΠαϊ ἰ5 α οἰᾶδδσίοῦ», Οηπ βΡοείη πα
Ροείς, Λονδίνο, Γ8ῦ06γ, 19/1, σ. 69.
“Όπως διδάσκει η σύγχρονη βιοβογία, η εκπἠηκτική
ποικιβία των ειδών που διακρίνει τα έµβια όντα και η
ακόµα εκπἠηκτικότερη ποικιβία των ατόμων στο εσω-
τερικό κάθε είδους (αφού, αν εξαιρέσουμε τα γνήσια
δίδυµα, κάθε άτοµο είναι μοναδικό και ανεπανάδη-
Πτο) αποτεῇεί τον καβύτερο τρόπο που διαθέτουν τα
είδη για να εξεβιχτούν (µέσω της φυσικής επιβογής)
προς µορφές πιο ανθεκτικές και καβύτερα προσαρ-
µοσµένες στο περιβάββον τους, µε άἡῆη διατύπωση,
την καβύτερη άµυνα της ζωής στο ακατάπαυστο σφι-
χταγκάΒιασµα του θανάτου. (Πρβῆ. ῥεαη ΠαπριοεΓ,
[6 πιίε[ οί | οἶοιε, [Παρίσι, Φευί 19686, εΏβηνική µε-
τάφραση, Το µέῆβι και το κώνειο, εκδόσεις Ράππα,
1990, σσ. 16-19.) Να ένα δίδαγµα που αξίζει να προ-
βἠηματίσει και όσους σιοχάζονται γύρω από τα Ππρο-
βήματα του άνθρωπου.
αφιέρωμα: Οέαιρολ ών ο.
Αν όµως το πρόβῆημα είναι σήµερα οξύ
σε οικουμενική κβίµακα, τίθεται από ποῆβές
απόψεις οξύτερα σε τόπους όπως ο δικός
μας, όπου η προφορική παράδοση αποτεῇῆεί
όχι µόνο τον πυρήνα του εθνικού µας πο-
ἠπισμού --αυτό ισχύει για κάθε εθνικό Ππο-
ἠπισμό- αΏΠά, πιστεύω, και Το κυριότερο
µέρος του. Γιατί αυτή π παράδοση είναι το
ισχυρότερο νήµα της εἠῆηνικής συνέχειας,
από τα αρχαία χρόνια ίσαµε σήµερα. Αυτή
χρειάστηκε να γίνει, µέσα στις ιδιόµορφες
συνθήκες που διαμόρφωσαν τον νέο Εῆ-
Πηνισμό --εννοώ πριν απ᾿ όῆα την Τουρκο-
κρατία--, ο κεντρικός αγωγός της έκφρασης
και της επικοινωνίας του εΏῆπνικού κόσμου.
Αυτή, τέβος, υπήρξε επί αιώνες και ως σχε-
τικά πρόσφατα η πιο αποδοτική καῆβιέργεια
και Π πιο ουσιώδης παιδεία της πΠειοψηφί-
αξ του ἠαού µας, όπως θα το μαρτυρούσε
µια προσεχιική καταγραφή του νεοεῆββηνι-
κού βίου στις αρχές ακόµα του 205" αιώνα.
Αναδημοσίευση από το ομώνυμο ῥΡι-
βῆίο του Γιάννη Κιουρτισάκη (εκδ. Νε-
Φφέβη, Αθήνα 20085, σσ. 38-45).
Ο Καραγκιόζης
Πόρδος.
Φιγούρα του
Μίµπ Μάνου
4ρδην / Μάρ.-Λπρ. 2019 / 09
Οι αντιθέσεις στοι
Καραγκιόζη
του Μιχάϊη Μερακθή
4 χει παρατηρηθεί πως ένα πΏή-
θος5 αντιθέσεις ενέχουν οι ιστορί-
ε5 του Καραγκιόζη. Μια βασική,
κατά τρόπο κυρίαρχο οπτικοποιη-
µένη στον µπερντέ αντίθεση είναι
και Π αντίθεση ανάµεσα στην παράγκα και
το σεράι. Ένας µεβειητής του ΙΚαραγκιόζη
(Στάθης Δαμιανάκοςδ) σημειώνει ότι, παρά
την ποικιῆία των παραστάσεων του Ιίαρα-
γκιόζη και του περιεχοµένουτους, όῆες συ-
γκβίνουν «Προς µια κοινή κατεύθυνση: την
Προβοβῆή µιας ανένδοτης δυαδικής αντίθε-
σης, ἴηπ5 οποίας Ο ένας όρος τάσσεται ν᾿
αναιρεί διαρκώς τον άἠῆΠο». Το παραπάνω
σκηνικό µε την παράγκα καιτο σεράι «ενερ-
γοποιεί αµέσως από την αρχή της Παράσια-
ση5» αυτή την αντίθεση, που µπορεί να δί-
νεται πῆέον µε µεγάῆπ ευρηματικότητα (τα
παραδείγµατα είναι του ἴδιου µεβετητή):
αβρότητα/βαναυσότπτα, εργατικότητα/τε-
µπεβιά, αἡήθεια/ψεύδος, θάρρος/δειβία,
επιχειρηµατοβογία/καρπαζιά, τάξη/ αταξία.
Εντούτοις η αντίθεση αυτή δεν φαίνε-
ται να έχει, κατά τον παραπάνω µεβετη-
τή, καµιά διαΒεκτική. Η αναίρεση υπάρ-
χει για χάρη της αναίρεσης, δεν έχου-
µε παρά «το παιχνίδι της καιάφασηςδ/άρ-
νησης». Γι αυτό µιβάει ο Δαμιανάκος για
«ανόπτες όσο και αδέξιες επιχειρήσεις που
αναβαμβάνουν καϊά καιρούς διάφοροι δια-
νοούμενοι ή σύγχρονοι καραγκιοζοπαίκτες
να «καθωσπρεπίσουν» τον Καραγκιόζη, να
τον εντάξουν σιπν εξυπηρέτηση «παιδαγω-
γικών», «εθνικών» κ.ο.κ. σιόχων ή να εΚΠο-
γικεύσουν τη συμπεριφορά του», προσπά-
θειες που «πέφτουν στο κενό, αφού αντ-
φάσκουν Προς τον (διο τον αντιπρωικό χα-
ρακιήρα του, την καιαῆυτική ενέργεια ἴπ5
ὁράσης του απέναντι τόσο στα «αρνητικά»
όσο και στα «Θετικά» Πρότυπα συµπεριφο-
ράς και κοινωνικών σιάσεων».
Ίσως όµως ποτέ Π αντίθεση δεν είναι
απόῆυτα άγονη, ποτέ δεν υπάρχει για να
εξαντβείαι σ’ ένα παιχνίδι, όταν παριστά-
νει µε οποιονδήποτε τρόπο κοινωνικές κα-
ταστάσεις, ποτέ δεν υπάρχει ως έκφραση
ενός κυριοβεκτικού μηδενισμού. Οι αντι-
θέσεις του Καραγκιόζη δεν είναι µπδε-
νιστικές' δεν είναι έστω πάντα µηδενισιι-
κές. Αυτό αντίκεπαι άββωστε στο γεγονός
ότι ο Καραγκιόζης, στα χρόνιατης µεγάῆης
ακμής του, αισθηματοποιούσε και δονού-
σε συχνά ένα κοινό --το κοινό του-- που όεν
ήταν µηδενιστικό.
Πιστεύω πως η γοητεία του Ιαραγκιόζη
οφείΠεται κατά ένα σηµαντικό µέρος σε κά-
ποιες κρυφές -αθβά δρώσες- εναρµον{(-
σεις αντιθέσεων, αντιθέσεων πον όεν αῆ-
ἠπηβοαναιρούνται. Θα αναφέρω την κυριό-
τερΠ. Όπως ορίζεται, από τη µια πΠευρά,
µε αυτή την αναιρετική, καταῆωτική, ανα-
τρεπτική στάση του ΙΚαραγκιόζη. Ἰίαι από
την άΠῆπ µεριά, µε µιαν «ενέργεια δράσης»
που Θα τη διατυπώσω µε τα Πόγια του ῆα-
ογράφου Δημητρίου Λουκάτου (από κεί-
µενο του δημοσιευμένο σε παβαιό τεύχος
του περιοδικού Θέατρο, αφιερωμένο στον
Καραγκιόζη): «Μια |... εθνική εξυπηρέτη-
ση, που Θα μπορούμε να πούμε πως Ππρό-
σφεραν οι καραγκιοζοπαίκτες µε τις φιγού-
ρες τους είναι ότι δημιούργησαν συνείδη-
ση της εἠῆηπνικής ενότητας κι ότι εξοικεί-
ὡωσαν Το κοινό µε τους άῆᾗους επαρχιώτες
αδεβφούς του. Αν π Βαβυβωνία του Βυζα-
ντίου, σατιρίζοντας Τι5δ διαφορές που υπάρ-
χουν ανάµεσα στα διαμερίσματα τηπ5 χώ-
ρας, χωρίζει κάπως τους Έῆῆηνες, ο |κα-
ραγκιόζης τους φέρνει όΠους να περάσουν
ισότιμα µπροσιτά από την κοινή Μαϊκή «γνώ-
µη» του Καραγκιόζη, και στο Τέῆος να υπη-
ρειήσουν όΜΠοι αγαπημένοι τον κοινό -συ-
χνά εθνικό-- σκοπό. Γιαράβήπῆα µε ἵἴπ γνω-
ριµία αυτή των ανθρώπων της κάθε επαρ-
χίας και ἴων νησιών, που εκείνα τα χρόνια
δε γινόταν εύκοῦῆα µε τι5 επικοινωνίες, εξα-
σφαβίστηκε και µια ἠαογραφική γνώση του
ντυσίµατος, του τραγουδιού, ἴπ5δ μουσικής,
των εθίµων και τη5 γἠώσσας του κάθε τό-
που. Το µέσο κοινό, και µάῆιστα το αστικό
ᾖαϊκό της εποχής, γνώρισε τους ανθροό-
πους του βουνού και των νησιών, γνώρι-
σε τη μουσική και τα φερσίµατα τους, όπως
οι νησιώτες (π.χ. του Ιονίου) γνώρισαν τη
ΠΓούμεῆηῃ και τους ΙΚΠέφτες, κι άκουσαν τα
τραγούδια τους μ᾿ εθνική προσοχή, όση δε
θα ΄διναν χωρίς τον Καραγκιόζη» (το κεί-
µενο αυτό παρέθεσε και ο Γιώργος Ιωάν-
νου, µαζί µε τις γνώμες άῆῆων στη γνωστή
τρίοµῃ έκδοση κειμένων του ΙΚαραγκιόζη).
Είναι δύσκοῆο να ισχυριστεί κανείς --
ιδίως από εκείνους που διατηρούν ακόµα
μνήμες από βιωµένες από τους ίδιους πα-
ρασιάσεις του ΙΚαραγκιόζη-- ότι όσα σηµει-
ώνει ο Δημήτριος Λουκάτος δεν ίσχυσαν,
στον έναν ή τον άλλο βαθµό, ανάΠογα και
µε τις περιστάσεις. Ο Καραγκιόζης είναι
κάτι πού περισσότερο από µια «καθα-
ρή», απόῆυτη άρνηση και αναίρεση.
Αναδημοσίευση από το βιβῆίο του
Μιχάῆπ Μερακβή Θέματα ἠαογραφί-
ας (εκδ. Καστανιώτπ, Αθήνα, 1999,
σσ. 237-239).